Μετά την 11η Σεπτεμβρίου ξεκινάει ένα νέο κυνήγι μαγισσών. Σημαντικό μέρος της δυτικής αλλά και της ισλαμικής κοινής γνώμης είναι πλέον έτοιμο να πιστέψει τη θεωρία ότι οι πολεμικές συρράξεις των τριών τελευταίων ετών αποτελούν πράγματι εκδηλώσεις μιας σύγκρουσης πολιτισμών. Οι ακραίες περιφερειακές και κοινωνικές ανισότητες, οι διαχωρισμοί μεταξύ Βορρά και Νότου, πλουσίων και φτωχών, εύπορων και απόκληρων υποβαθμίζοντας και τη θέση τους λαμβάνει η διάκριση ανάμεσα «σε εμάς» και «σε αυτούς». Στα μέσα ενημέρωσης η ισλαμοφοβία γίνεται πλέον απροκάλυπτη. Για τις φοβικές κοινωνίες του ρίσκου ο εντοπισμός ενός ορατού, απτού παράγοντα κινδύνου, υπό τη μορφή του ισλαμικού κόσμου, πυροδοτεί ακραίες ρατσιστικές αντιδράσεις.
Η ενίσχυση της ανασφάλειας και η δαιμονοποίηση του μουσουλμανικού κόσμου, συνδέονται με συγκεκριμένες πολιτικές επιλογές της κυβέρνησης των Η.Π.Α., οι οποίες είχαν αποφασιστεί και είχε ήδη ξεκινήσει η εφαρμογή της πολύ πριν από τη βάναυση επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου. Πρόκειται για πολιτικές επιλογές αφ’ ενός ως προς την εσωτερική οργάνωση της πολιτείας και αφ’ ετέρου ως προς την εξωτερική πολιτική.
Προβάλλοντας την ασφάλεια ως πρωταρχική προτεραιότητα θεσπίζονται ρυθμίσεις που προσιδιάζουν σε αστυνομικό κράτος, καθώς υποχωρεί η προστασία του ιδιωτικού βίου, συρρικνώνονται σημαντικές δικονομικές εγγυήσεις που αφορούν ιδίως τα δικαιώματα των κατηγορουμένων, τίθενται εξωφρενικοί όροι και προϋποθέσεις στη νομοθεσία περί μετανάστευσης και εισάγεται η σύσταση έκτακτων στρατιωτικών επιτροπών για υποθέσεις τρομοκρατίας.
Κεντρική θέση του άρθρου αυτού αποτελεί ότι στο εσωτερικό των Η.Π.Α. και αρκετών ευρωπαϊκών κρατών η κατασκευή μιας φοβικής πραγματικότητας από τα ΜΜΕ νομιμοποιεί την επιβολή ενός αστυνομικού κράτους, ενώ σε επίπεδο εξωτερικής πολιτικής η 11η Σεπτεμβρίου χρησιμοποιήθηκε ως δικαιολογητικός λόγος για την πλήρη καταστρατήγηση του διεθνούς δικαίου.