ΑΠΑΙΤΗΣΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ

Εφημερίδα “ΕΘΝΟΣ”, 8/5/2012

Οι κάλπες ανέτρεψαν το πολιτικό σκηνικό της Μεταπολίτευσης. Ο δικομματισμός κατέρρευσε ιδίως επειδή για τη διαχείριση της κρίσης τα δύο κόμματα εξουσίας επέλεξαν να συνεργαστούν. Έτσι, επωμιζόμενα από κοινού τα βαριά μέτρα λιτότητας, κατέλυσαν την αλυσίδα της εναλλαγής. Οι πολίτες αποφάσισαν να τα τιμωρήσουν εξίσου, ψηφίζοντας όποιον εξέφραζε την αντίθεση στις περιοριστικές πολιτικές, έστω και χωρίς σοβαρή εναλλακτική πρόταση. Το κρίσιμο ζήτημα είναι ποιος θα κυβερνήσει τη χώρα όταν αθροιστικά τα δύο «μνημονιακά» κόμματα αποτελούν πλέον μειοψηφία στο Κοινοβούλιο και οι υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις φαίνεται ότι αδυνατούν να συνεργαστούν.
Υπό αυτά τα δεδομένα, τα δύο τέως μεγάλα κόμματα στερούνται πλέον τη νομιμοποίηση της αντιπροσώπευσης ενός λαού που βουλιάζει στη συλλογική κατάθλιψη, αλλά στερείται ακόμη την αυτογνωσία και την αποδοχή της κατάρρευσης, έπειτα από δεκαετίες εφησυχασμού στην εύφορη κοιλάδα της δανεικής κατανάλωσης. Χωρίς αυτήν την αποδοχή, όμως, η οργή δεν πρόκειται να δώσει τη θέση της σε ένα κοινό σχέδιο εξόδου από τον φαύλο κύκλο των πελατειακών σχέσεων, της κατασπατάλησης δημόσιων πόρων, της διαφθοράς, της συνενοχής και της ενδοστρεφούς οικονομίας. Η ανανέωση του πολιτικού προσωπικού είναι ένα σημαντικό και αναγκαίο βήμα σε αυτήν την κατεύθυνση.

Ο σημαντικός διανοούμενος Χ. Μ. Εντσενσμπέργκερ έγραψε, πριν από μερικά χρόνια, για τη διαφθορά, την αλαζονεία, την κοντόφθαλμη σκέψη, την εξουσιομανία που καταλογίζεται στους πολιτικούς, καλώντας τους πολίτες να δείξουν έλεος. Η πολιτική δεν είναι παρά ένα επάγγελμα, όπως έγραψε ο Μ. Βέμπερ, με δικούς του κανόνες και κώδικες επικοινωνίας, χωρίς ωράρια, με ατέλειωτες πληκτικές συνεδριάσεις, ψεύτικα χαμόγελα και υποσχέσεις, διαρκή έκθεση στην κίτρινη δημοσιότητα και μια ακατάπαυστη υποχρέωση αυτοδιαφήμισης που οφείλουν οι πολιτικοί να επιβάλλουν στον εαυτό τους. Αυτοί οι όροι εργασίας οδηγούν ενίοτε σε αλλοίωση προσωπικότητας, σε έναν ιδιότυπο ιδρυματισμό που συνοδεύεται από ναρκισσισμό αλλά και απομείωση της αντιληπτικής ικανότητας για όσα διαδραματίζονται στην κοινωνία. Ταυτόχρονα, καλλιεργείται μια μέθη της επιρροής, της αναγνωρισιμότητας και της δύναμης, που αποκρύπτει την ανηλεή πρόσδεση σε ποικίλες μορφές εξάρτησης και αξεδιάλυτων συμφερόντων. Ωστόσο, ας μη γελιόμαστε. Από τις πολυάριθμες ομάδες ή παρέες ενεργών πολιτών που επιχείρησαν εσχάτως να εκφράσουν έναν διαφορετικό λόγο απέναντι στην κρίση θεσμών, αξιών και προσώπων, ελάχιστα μπορεί να περιμένει κανείς. Οι ευφυέστεροι κατανόησαν ότι για να εξελιχθούν σε κάτι περισσότερο από σκόρπιες φωνές της κοινωνίας πολιτών χρειάζονται την «τεχνογνωσία» των πολιτικών. Ας αποδεχθούμε, συνεπώς, ότι η πολιτική τάξη έχει αναλάβει μια δύσκολη, βαριά και ανθυγιεινή εργασία.

Σήμερα το έργο των πολιτικών είναι πιο δύσκολο παρά ποτέ: οφείλουν να αλλάξουν όχι μόνο ένα διαλυμένο κράτος και μια παραπαίουσα οικονομία, αλλά τον ίδιο τους τον εαυτό. Καλό είναι να το πράξουν σύντομα, πριν ο συνδυασμός κρίσης και ακυβερνησίας οδηγήσει στην καταστροφή.