Εφημερίδα “ΕΘΝΟΣ”, 21/2/2012
Η κοινωνία αποστρέφει το βλέμμα της από όσα διαδραματίζονται στο εσωτερικό των κομμάτων. Τα πολιτικά κόμματα προκαλούν πλέον ενδιαφέρον κυρίως για την αμετροέπεια και την αδιαφάνεια στη διαχείριση των οικονομικών τους, την κατασπατάληση αδικαιολόγητα αυξανόμενων κρατικών επιχορηγήσεων και τον προκλητικό, μακροχρόνιο τραπεζικό δανεισμό τους, με εγγύηση αυτές ακριβώς τις κρατικές επιχορηγήσεις, δηλαδή προεξοφλώντας ότι θα συνεχίσουν να εισπράττουν τις επιχορηγήσεις αυτές με βάση την (δήθεν δεδομένη) εκλογική τους δύναμη.
Από την άλλη πλευρά, οι χρεοκοπημένες τράπεζες δεν έπαψαν να δανείζουν στα κόμματα, θεωρώντας προφανώς ότι το πελατειακό μοντέλο άσκησης δημοσιονομικής και οικονομικής πολιτικής θα συνεχίσει να καθορίζεται από τις ίδιες κομματικές ηγεσίες.Ελάχιστοι είναι σήμερα εκείνοι που πιστεύουν ακόμη ότι τα πολιτικά κόμματα προσδιορίζονται από την ιδεολογική τους ταυτότητα, το πολιτικό πρόγραμμα ή την ταξική προέλευση των μελών και των ψηφοφόρων τους. Ούτε καν η οργανωτική τους διάρθρωση και η εσωκομματική λειτουργία δεν αποτελούν πλέον καθοριστικά στοιχεία για τον προσδιορισμό και την ταξινόμηση των πολιτικών κομμάτων. Από τη στιγμή που οι ταξικές διαστρωματώσεις έπαψαν να καθορίζουν άμεσα το εκλογικό ακροατήριο και οι ιδεολογικές-προγραμματικές διακρίσεις απώλεσαν τη γοητεία τους, οι κομματικές «φατρίες» των κομμάτων εξουσίας λειτούργησαν με γνώμονα την πρόσβαση σε συγκεκριμένες πηγές άντλησης οικονομικά αποτιμητέων προνομίων και τη μεσολάβηση για τη διανομή τους.
Στον αντίποδα, τα κόμματα διαμαρτυρίας αναπαράγουν έναν καταγγελτικό λόγο που δεν συγκροτεί πειστική αντιπρόταση για την έξοδο της χώρας από την ύφεση, την ανεργία και την πρωτοφανή μείωση εισοδημάτων.Τόσο ο ήπιος, μεταρρυθμιστικός, προγραμματικός λόγος των κεντρογενών κομμάτων όσο και ο οξύτερος, λαϊκιστικός ή αντισυστημικός λόγος της παραδοσιακής Δεξιάς και Αριστεράς έχουν χάσει τη δύναμη να γεννήσουν εμπιστοσύνη και ελπίδα στους πολίτες. Αυτό αποτυπώνουν όλα τα δημοσκοπικά ευρήματα, όπου η απαξίωση των κομμάτων επιβεβαιώνεται ακόμη και μεταξύ εκείνων που δηλώνουν ότι δεν θα επιλέξουν το λευκό, το άκυρο ή την αποχή.
Ομως δημοκρατία χωρίς τον θεσμό των πολιτικών κομμάτων δεν νοείται. Αρα το ζητούμενο είναι η αναδιάρθρωση του κομματικού συστήματος. Η περίπτωση της «Δημοκρατικής Αριστεράς», που έχει ενισχυθεί σημαντικά στις δημοσκοπήσεις των τελευταίων μηνών, αποδεικνύει ότι αυτό που έλκει τους πολίτες είναι το λιγότερο φθαρμένο, αρκεί να ενέχει εχέγγυα ότι δεν αποτελεί άλλη μια παρέα αυτόκλητων «σωτήρων εκ προσωπικοτήτων». Το ερώτημα, λοιπόν, είναι εάν και πότε θα ανανεωθεί το κομματικό σύστημα, ώστε να σταματήσει η διολίσθηση της πολιτικής σε ανούσιο και ευτελές θέαμα. Σε τελική ανάλυση, οι αναγκαίες αλλαγές στο κράτος και στην οικονομία προϋποθέτουν νέους όρους οργάνωσης και λειτουργίας των πολιτικών κομμάτων.
Από την άλλη πλευρά, οι χρεοκοπημένες τράπεζες δεν έπαψαν να δανείζουν στα κόμματα, θεωρώντας προφανώς ότι το πελατειακό μοντέλο άσκησης δημοσιονομικής και οικονομικής πολιτικής θα συνεχίσει να καθορίζεται από τις ίδιες κομματικές ηγεσίες.Ελάχιστοι είναι σήμερα εκείνοι που πιστεύουν ακόμη ότι τα πολιτικά κόμματα προσδιορίζονται από την ιδεολογική τους ταυτότητα, το πολιτικό πρόγραμμα ή την ταξική προέλευση των μελών και των ψηφοφόρων τους. Ούτε καν η οργανωτική τους διάρθρωση και η εσωκομματική λειτουργία δεν αποτελούν πλέον καθοριστικά στοιχεία για τον προσδιορισμό και την ταξινόμηση των πολιτικών κομμάτων. Από τη στιγμή που οι ταξικές διαστρωματώσεις έπαψαν να καθορίζουν άμεσα το εκλογικό ακροατήριο και οι ιδεολογικές-προγραμματικές διακρίσεις απώλεσαν τη γοητεία τους, οι κομματικές «φατρίες» των κομμάτων εξουσίας λειτούργησαν με γνώμονα την πρόσβαση σε συγκεκριμένες πηγές άντλησης οικονομικά αποτιμητέων προνομίων και τη μεσολάβηση για τη διανομή τους.
Στον αντίποδα, τα κόμματα διαμαρτυρίας αναπαράγουν έναν καταγγελτικό λόγο που δεν συγκροτεί πειστική αντιπρόταση για την έξοδο της χώρας από την ύφεση, την ανεργία και την πρωτοφανή μείωση εισοδημάτων.Τόσο ο ήπιος, μεταρρυθμιστικός, προγραμματικός λόγος των κεντρογενών κομμάτων όσο και ο οξύτερος, λαϊκιστικός ή αντισυστημικός λόγος της παραδοσιακής Δεξιάς και Αριστεράς έχουν χάσει τη δύναμη να γεννήσουν εμπιστοσύνη και ελπίδα στους πολίτες. Αυτό αποτυπώνουν όλα τα δημοσκοπικά ευρήματα, όπου η απαξίωση των κομμάτων επιβεβαιώνεται ακόμη και μεταξύ εκείνων που δηλώνουν ότι δεν θα επιλέξουν το λευκό, το άκυρο ή την αποχή.
Ομως δημοκρατία χωρίς τον θεσμό των πολιτικών κομμάτων δεν νοείται. Αρα το ζητούμενο είναι η αναδιάρθρωση του κομματικού συστήματος. Η περίπτωση της «Δημοκρατικής Αριστεράς», που έχει ενισχυθεί σημαντικά στις δημοσκοπήσεις των τελευταίων μηνών, αποδεικνύει ότι αυτό που έλκει τους πολίτες είναι το λιγότερο φθαρμένο, αρκεί να ενέχει εχέγγυα ότι δεν αποτελεί άλλη μια παρέα αυτόκλητων «σωτήρων εκ προσωπικοτήτων». Το ερώτημα, λοιπόν, είναι εάν και πότε θα ανανεωθεί το κομματικό σύστημα, ώστε να σταματήσει η διολίσθηση της πολιτικής σε ανούσιο και ευτελές θέαμα. Σε τελική ανάλυση, οι αναγκαίες αλλαγές στο κράτος και στην οικονομία προϋποθέτουν νέους όρους οργάνωσης και λειτουργίας των πολιτικών κομμάτων.