Συνταγματικές εγγυήσεις και θεσμική οργάνωση του συστήματος κοινωνικής ασφάλειας

(567 σελ., εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή 2004).

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΤΟΥ ΤΟΜΟΥ

Η θεσμική οργάνωση των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας βρίσκεται τα τελευταία χρόνια, τόσο στην Ελλάδα όσο και ευρύτερα στα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε ένα στάδιο αναπροσαρμογής μπροστά στις οικονομικές και κοινωνικές εξελίξεις της μεταβιομηχανικής εποχής. Ο διάλογος για το μέλλον του κράτους πρόνοιας, μέσα από ποικίλες αντιπαραθέσεις, καταλήγει πάντως στο αδιαμφισβήτητο συμπέρασμα ότι η λειτουργία των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας κατά τα επόμενα χρόνια θα διαφέρει ουσιωδώς από τα μοντέλα που αναπτύχθηκαν στην Ευρώπη μετά το β΄ παγκόσμιο πόλεμο.
Ήδη κατά την τελευταία δεκαετία αναλήφθηκαν σημαντικές μεταρρυθμιστικές πρωτοβουλίες, που τείνουν σταδιακά να μεταβάλλουν τη θεσμική φυσιογνωμία των μηχανισμών κοινωνικής προστασίας στη χώρα μας.
Η κριτική προσέγγιση του νομικού πλαισίου του συστήματος κοινωνικής ασφάλειας και της οργάνωσης της κοινωνικής διοίκησης στην Ελλάδα προϋποθέτει κατ’ αρχάς την αναφορά στην ιστορική εξέλιξη και στα θεσμικά πρότυπα του κράτους πρόνοιας που αναπτύχθηκαν στην Ευρώπη, καθώς και στις σύγχρονες τάσεις μεταρρύθμισής τους. Η συνταγματική κατοχύρωση των κοινωνικών δικαιωμάτων, οι διεθνείς δεσμεύσεις και οι ευρωπαϊκές-ενωσιακές προσαρμογές του κράτους πρόνοιας αποτελούν το πλαίσιο μέσα στο οποίο οργανώνεται θεσμικά το ελληνικό σύστημα κοινωνικής ασφάλειας. Με αφετηρία τη μελέτη των θεματικών αυτών ενοτήτων, επιχειρείται στον ανά χείρας τόμο η ανάλυση των θεμελιωδών αρχών και κανόνων οργάνωσης και διοίκησης των συστημάτων ασφάλισης, υγείας και πρόνοιας στην Ελλάδα.
Ειδικότερα, το βιβλίο αποτελείται από πέντε μέρη. Στο πρώτο μέρος αναλύονται τα στάδια εξέλιξης και οι λειτουργίες του κράτους πρόνοιας, καθώς και οι σύγχρονες τάσεις, οι εναλλακτικές επιλογές και τα διλήμματα όσον αφορά τη μεταρρύθμισή του. Επίσης αποσαφηνίζονται οι βασικές διακρίσεις και η αλληλεπίδραση μεταξύ των κυριότερων μηχανισμών-υποσυστημάτων του συστήματος κοινωνικής ασφάλειας. Στο δεύτερο μέρος επιχειρείται η ανάλυση των συνταγματικών βάσεων του συστήματος κοινωνικής ασφάλειας και, πιο συγκεκριμένα, προσεγγίζονται τα δυσεπίλυτα αλλά και συναρπαστικά ερμηνευτικά προβλήματα σχετικά με το κανονιστικό περιεχόμενο των κοινωνικών δικαιωμάτων, καθώς και οι κρίσιμες λειτουργίες των θεμελιωδών αρχών της αειφορίας και του κοινωνικού κράτους δικαίου.
Το τρίτο μέρος του βιβλίου είναι αφιερωμένο στους διεθνείς και τους ενωσιακούς θεσμούς που άπτονται του συστήματος κοινωνικής ασφάλειας. Κατ’ αρχάς επιχειρείται η κατάταξη των διεθνών κανόνων κοινωνικής ασφάλειας με γνώμονα το πλαίσιο σύναψής τους, το νομικό τους περιεχόμενο και τους σκοπούς τους και εν συνεχεία εξετάζονται οι επιμέρους μηχανισμοί κοινωνικής ασφάλειας και οι ειδικές πρωτοβουλίες του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας, του Συμβουλίου της Ευρώπης, του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, της Παγκόσμιας Τράπεζας και του ΟΟΣΑ. Ακολούθως αναλύονται οι κοινωνικές πολιτικές και οι θεσμοί κοινωνικής ασφάλειας που εντάσσονται στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης με σκοπό την εναρμόνιση, τη σύγκλιση και το συντονισμό των εθνικών συστημάτων των κρατών-μελών.
Το τέταρτο και το πέμπτο μέρος του τόμου αυτού επικεντρώνονται στη διερεύνηση των αρχών οργάνωσης και διοίκησης των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης, υγείας και πρόνοιας στην Ελλάδα, με αφετηρία την αναφορά στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του ελληνικού κράτους πρόνοιας. Έμφαση δίδεται στην κριτική προσέγγιση των μεταρρυθμιστικών πρωτοβουλιών που έλαβαν χώρα κατά την τελευταία πενταετία, τόσο στο πεδίο της κοινωνικής ασφάλισης όσο και στα πεδία της υγείας και της πρόνοιας, και επιχειρείται η υποβολή προτάσεων για περαιτέρω παρεμβάσεις στη θεσμική οργάνωση του συστήματος κοινωνικής ασφάλειας. Παράλληλα αναλύονται οι ειδικότερες συνταγματικές δεσμεύσεις των εν λόγω εσωτερικών (υπο)συστημάτων του συστήματος κοινωνικής ασφάλειας και αξιολογούνται οι σχετικές κατευθύνσεις της νομολογίας.
Ασφαλώς το εύρος των ζητημάτων που εντάσσονται στις θεματικές ενότητες του τέταρτου και του πέμπτου μέρους επιτάσσει την περαιτέρω ανάλυση επιμέρους πτυχών τους. Σε αυτές τις πτυχές θα είναι αφιερωμένος ο δεύτερος τόμος του έργου, όπου εξετάζονται ιδίως προβλήματα που ανακύπτουν αναφορικά με τη σχέση κοινωνικής ασφάλισης επιμέρους επαγγελματικών κατηγοριών, τη διοικητική διαδικασία ενώπιον των φορέων κοινωνικής ασφάλισης, τη χορήγηση και λήψη των παροχών υγείας, την προνοιακή προστασία των κυριότερων ευάλωτων ή λιγότερο ευνοημένων πληθυσμιακών ομάδων, καθώς και την εξώδικη και δικαστική επίλυση διαφορών κοινωνικής προστασίας.
Μια θεμελιώδης θέση ή προδιάθεση που διατρέχει υπό τας γραμμάς το βιβλίο αυτό είναι ότι η κριτική προσέγγιση των θεσμών κοινωνικής ασφάλειας οφείλει να διέπεται από επίγνωση της αποστολής τους. Οι θεσμοί κοινωνικής ασφάλειας οριοθετούν τη σχέση μεταξύ οικονομικής ελευθερίας και κοινωνικής προστασίας, μεταξύ επιχειρηματικού κινδύνου και κοινωνικής αλληλεγγύης, μεταξύ αγοραίων επιλογών και αναδιανεμητικών πολιτικών. Ασφαλώς στη σύνθετη, αναπόδραστα πολιτική αυτή σχέση οι θεσμοί κοινωνικής ασφάλειας οφείλουν μεν να προσαρμόζονται στις προϋποθέσεις της οικονομικής αποδοτικότητας και ανταγωνιστικότητας, δεν παύουν όμως να βρίσκονται, από την ίδια τη φύση τους εν τέλει, με την πλευρά εκείνων που απειλούνται από τους ποικίλους κινδύνους, τις ανάγκες και τις ανασφάλειες της μεταβιομηχανικής εποχής. Υπό αυτό το πρίσμα αποδίδεται στο παρόν έργο ιδιαίτερη έμφαση σε εκείνες τις υπερνομοθετικής ισχύος δεσμεύσεις που θέτουν όρια στην απορρύθμιση του συστήματος κοινωνικής ασφάλειας. Η διαρκής αναγωγή, κατά τρόπο άμεσο ή έμμεσο, σε συνταγματικές αρχές και κανόνες, αποτελεί λοιπόν συνειδητή μεθοδολογική αφετηρία και επιλογή του έργου.