Η ΑΥΓΗ, 24.7.2023
Είναι δυνατή μια αλλαγή παραδείγματος ώστε να ξεπεραστεί η ανθρωποκεντρική πρόσληψη του Συνταγματικού Δικαίου, που τοποθετεί την αξία του ανθρώπου στο επίκεντρο των δικαιωμάτων; Καθώς τα δικαιώματα των ζώων βρίσκουν σταδιακά τη θέση τους στα συντάγματα, νέα ερωτήματα ανακύπτουν για τον τρόπο με τον οποίο τα ζώα μπορούν να θεωρηθούν υποκείμενα δικαίου. Συντελείται μήπως μια αλλαγή στη συνταγματική θεωρία ώστε να διευρυνθεί η έννοια της αξιοπρέπειας και να καταστούν τα ζώα υποκείμενα δικαιωμάτων και όχι απλώς αντικείμενα προστασίας, αξιώνοντας τις εγγυήσεις του συνταγματισμού;
Τα κρίσιμα αυτά ερωτήματα πραγματεύεται, μεταξύ άλλων, το νέο βιβλίο του καθηγητή Δημοσίου Δικαίου Σπύρου Βλαχόπουλου υπό μία προσέγγιση διεπιστημονική και προσιτή σε κάθε αναγνώστη. Τον τίτλο εμπνέεται από το «εγωιστικό γονίδιο» στο ομώνυμο βιβλίο του Ρίτσαρντ Ντόουκινς, υποστηρίζοντας πως, όπως τα ανθρώπινα γονίδια περιγράφονται ως «εγωιστικά» από τον Ντόουκινς επειδή αποβλέπουν στο συμφέρον της επιβίωσής τους, έτσι και στο δίκαιο κυριάρχησε ένα αντίστοιχο «εγωιστικό γονίδιο». Οι έννομες τάξεις έθεσαν στο επίκεντρο τον άνθρωπο, αδιαφορώντας όχι μόνο για τη φύση και τα ζώα αλλά και για τις μελλοντικές γενιές. Οι επιπτώσεις του ανθρωποκεντρισμού στο δίκαιο είναι εμφανείς μπροστά στη ραγδαία εξαφάνιση χιλιάδων έμβιων οργανισμών και στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Το «εγωιστικό γονίδιο» αποδεικνύεται αυτοκαταστροφικό.
Η μετάβαση από την ανθρωποκεντρική στην οικοκεντρική έννομη τάξη και η απομάκρυνση από το «εγωιστικό γονίδιο» του δικαίου είναι το πρόταγμα που διατρέχει το σύνολο του βιβλίου. Η προστασία του περιβάλλοντος και των ζώων αποτελούν τις κύριες εκφάνσεις της μετάβασης στο οικοκεντρικό δίκαιο. Για την αρμονική συνύπαρξη ανθρώπων και φύσης, απαιτείται ένας νέος τρόπος πρόσληψης του δικαίου. Ωστόσο, όπως επισημαίνει ο συγγραφέας, το δίκαιο δεν αποτελείται μόνο από νομικά κείμενα, αλλά συνιστά έκφραση μιας πολιτισμικής εξέλιξης.
Τα θεμέλια για τη μετάβαση στο οικοκεντρικό δίκαιο τέθηκαν τη δεκαετία του 1970, με την πρώτη συνδιάσκεψη για την προστασία του περιβάλλοντος στη Στοκχόλμη (1972). Το ελληνικό σύνταγμα του 1975 κατοχύρωσε μια πρωτοποριακή διάταξη για την προστασία του περιβάλλοντος στο άρθρο 24, που αξιοποιήθηκε εντατικά από το Συμβούλιο της Επικρατείας. Σταδιακά, σε πολλά συντάγματα υιοθετήθηκαν αντίστοιχες διατάξεις. Ωστόσο, οι νομικές ρυθμίσεις δεν αρκούν. Στο βιβλίο εύστοχα παρατηρείται ότι το δίκαιο δεν είναι πανάκεια και η αντιμετώπιση κρίσιμων κοινωνικών προβλημάτων είναι προεχόντως ζήτημα παιδείας.
Το τελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου είναι αφιερωμένο στη σχέση του οικοκεντρικού δικαίου με το δίκαιο της Τεχνητής Νοημοσύνης. Ενώ η οικοκεντρική προσέγγιση λειτουργεί συμπληρωματικά προς τον ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα του συντάγματος, αντίθετα οι αλλαγές που επιφέρει η Τεχνητή Νοημοσύνη στις έννομες τάξεις και στις κοινωνίες είναι δομικές και υποκρύπτουν σημαντικούς κινδύνους. Η απονομή της δικαιοσύνης με τη χρήση της Τεχνητής Νοημοσύνης μπορεί να έχει θετικές συνέπειες, δεν είναι όμως δυνατόν να αντικαταστήσει τον άνθρωπο-δικαστή. Για τη δημοκρατία, τη διοικητική δράση, την απασχόληση και την οικονομία οι έξυπνοι αλγόριθμοι ανοίγουν νέους κόσμους με απρόβλεπτες απειλές.
Το πέρασμα από τον ανθρωποκεντρισμό στον οικοκεντρισμό και στους έξυπνους αλγόριθμους, όπως είναι ο υπότιτλος του βιβλίου, θέτει προκλητικά ερωτήματα, τα οποία συμπυκνώνει με ευφυείς συσχετισμούς και διεπιστημονικά σχόλια ο συγγραφέας. Τόσο η εμμονή στο «εγωιστικό γονίδιο» του δικαίου όσο και η ανεξέλεγκτη χρήση της Τεχνητής Νοημοσύνης αποτελούν υπαρξιακά προβλήματα για την ανθρωπότητα, που πρέπει να απασχολήσουν ευρύτερα τις σύγχρονες κοινωνίες.