Τα Νέα 9.3.2024
Η έναρξη μιας εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης με σημαία τη λειτουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων αποτελεί πολιτικό ατόπημα. Όχι επειδή επιβεβαιώνει τη στρατηγική της Κυβέρνησης να εμπορευματοποιήσει δημόσια αγαθά και να ιδιωτικοποιήσει την εκπαίδευση, την υγεία, την ασφάλεια, την περιβαλλοντική προστασία, αλλά επειδή υπάρχουν ορισμένοι κρίσιμοι «πολλαπλασιαστές» που καθιστούν την πρόταξη των ιδιωτικών πανεπιστημίων θεσμικά μεμπτή.
Καταρχάς, η χρόνια υποχρηματοδότηση, υποστελέχωση, υποβάθμιση των δημόσιων πανεπιστημίων, που διασύρονται συστηματικά τα τελευταία χρόνια, αποσιωπώντας το τεράστιο διδακτικό, ερευνητικό και κοινωνικό τους έργο. Γιατί στα ελληνικά πανεπιστήμια αντιστοιχεί ένας διδάσκων ανά 43 φοιτητές, όταν ο μέσος όρος στα ευρωπαϊκά είναι ένας ανά 13; Γιατί η χρηματοδότησή τους μειώθηκε τα τελευταία χρόνια σχεδόν κατά 40%; Γιατί αναπαράγονται θεσμικές αβελτηρίες; Γιατί απουσιάζει η ουσιαστική στήριξη των φοιτητών με υποτροφίες, φοιτητικές εστίες και υποδομές;
Αιχμή του δόρατος για τη δυσφήμιση των δημόσιων πανεπιστημίων υπήρξε η καμπάνια για την πανεπιστημιακή αστυνομία. Τα πανεπιστήμια παρουσιάστηκαν ως άνδρα ανομίας που χρήζουν ειδικής αστυνόμευσης. Μεμονωμένες παραβατικές συμπεριφορές υπερπροβλήθηκαν για να το απαξιώσουν. Το φιάσκο της πανεπιστημιακής αστυνομίας, για την οποία έγιναν εκατοντάδες προσλήψεις, σπαταλήθηκαν περισσότερα χρήματα από ό,τι για νέους ερευνητές αλλά δεν εμφανίστηκε ποτέ στα πανεπιστήμια, αποκαλύπτει τη βαθύτερη πρόθεση της Κυβέρνησης να προετοιμάσει το έδαφος της ιδιωτικοποίησης.
Δεν είναι όμως μόνον αυτά. Η λειτουργία των ιδιωτικών πανεπιστημίων παραβιάζει το Σύνταγμα. Το άρθρο 16 προβλέπει ρητά ότι «η ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστικά από ιδρύματα που αποτελούν νομικά πρόσωπα με πλήρη αυτοδιοίκηση», των οποίων οι καθηγητές είναι δημόσιοι λειτουργοί. Με μια καινοφανή ερμηνεία υποστηρίχθηκε η άποψη ότι το σαφές γράμμα και ο σκοπός της συνταγματικής διάταξης μπορούν να παρακαμφθούν, παρότι το ευρωπαϊκό δίκαιο αναθέτει στα κράτη μέλη την εκπαιδευτική πολιτική και ουδέποτε τα αρμόδια όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης όχλησαν την Ελλάδα για την απαγόρευση λειτουργίας ιδιωτικών πανεπιστημίων.
Σε όλες τις έρευνες κοινής γνώμης επιβεβαιώνεται η πεποίθηση ότι το εκπαιδευτικό μας σύστημα νοσεί. Εμπειρογνώμονες επισημαίνουν ότι μια εκπαιδευτική μεταρρύθμιση θα έπρεπε να ξεκινήσει από την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Αυτά μικρή σημασία έχουν όμως για την Κυβέρνηση. Προτάσσεται στη δική της ατζέντα η επιλογή να μετατρέψει τα ιδιωτικά κολλέγια, που λειτουργούν ως ΙΕΚ ή κέντρα ελευθέρων σπουδών, σε ιδιωτικά πανεπιστήμια χωρίς στοιχειώδεις εγγυήσεις ακαδημαϊκής λειτουργίας, όπου θα εισάγονται φοιτητές με βαθμούς οριακούς.
Η ατζέντα της Κυβέρνησης βρίσκει έδαφος στην ισχνή φωνή της αντιπολίτευσης, στην αποδυνάμωση των θεσμικών αντιβάρων και στη χρόνια κόπωση της κοινωνίας. Ότι παραβιάζει το Σύνταγμα λίγο ενδιαφέρει την Κυβέρνηση. Ότι θα καταρρεύσουν εθνικής σημασίας και επιστημονικής αριστείας περιφερειακά πανεπιστήμια ακόμη λιγότερο, ούτε ότι θα υποβαθμιστεί περαιτέρω η ανώτατη εκπαίδευση και θα παρέχονται πτυχία χαμηλών προσόντων από τα ανωτατοποιημένα ιδιωτικά κολέγια. Βασική μέριμνά της, η μετάβαση σε μια ανεξέλεγκτη αγορά και η εξυπηρέτηση ιδιωτικών οικονομικών συμφερόντων. Υπάρχει άλλος δρόμος: Σοβαρή συζήτηση για τη συνολική μεταρρύθμιση του εκπαιδευτικού συστήματος, εθνικό απολυτήριο και νέο σύστημα εισαγωγής, στήριξη των δημόσιων πανεπιστημίων και των φοιτητών, αυστηροί όροι λειτουργίας μη κερδοσκοπικών ιδρυμάτων, εγγυήσεις επιβίωσης των περιφερειακών ΑΕΙ. Όλα αυτά απαιτούν όμως χρόνο διαβούλευσης και θεσμικής οργάνωσης, τη στιγμή που οι κερδοσκόποι φαίνεται να επείγονται.