διαΝΕΟσις, 13/04/20
Ι.
Η πανδημία του Covid-19 προκάλεσε την ευρύτερη υποχώρηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στις δημοκρατίες του δυτικού κόσμου μετά τον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο. Η υψηλή μεταδοτικότητα του ιού και η ανετοιμότητα των συστημάτων υγείας να προβλέψουν, να προλάβουν και να αντιμετωπίσουν την εξάπλωσή του οδήγησε στη σταδιακή υιοθέτηση, από τα περισσότερα κράτη του κόσμου, μέτρων κοινωνικής αποστασιοποίησης, καθώς και παρεμβάσεων που αποσκοπούν στην ενδυνάμωση του υγειονομικού συστήματος και στη στήριξη της οικονομίας, περιορίζοντας επιμέρους ατομικά και συλλογικά δικαιώματα.
Τα μέτρα και οι παρεμβάσεις που αποφασίστηκαν, με βάση τις συστάσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας και των επιδημιολόγων, αλλού έλαβαν τη μορφή της κήρυξης της χώρας σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης (state of emergency) ή σε κατάσταση πολιορκίας (state of siege) και τη συνακόλουθη αναστολή ισχύος μιας σειράς δικαιωμάτων, ενώ σε άλλες χώρες τα δικαιώματα περιορίστηκαν με νόμους ή, κατά κανόνα, με πράξεις νομοθετικού περιερχομένου της εκτελεστικής εξουσίας, που εκδίδονται σε περιπτώσεις επείγουσας και απρόβλεπτης ανάγκης. Εξάλλου, ορισμένες χώρες προχώρησαν σε εφαρμογή του άρθρου 15 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), επικαλούμενες δημόσιο κίνδυνο που απειλεί τη ζωή του πληθυσμού, προκειμένου να λάβουν μέτρα κατά παράβαση των υποχρεώσεων που προβλέπονται στην ΕΣΔΑ.
Σε κάποια κράτη οι κυβερνήσεις επικαλέστηκαν την υγειονομική κρίση για να προσποριστούν υπερεξουσίες, κηρύσσοντας επ’ αόριστόν κατάσταση ανάγκης, όπως συνέβη στην Ουγγαρία, όπου το ανελεύθερο (illiberal) καθεστώς του Βίκτωρ Όρμπαν προέβλεψε τη δυνατότητα αναστολής της ισχύος των νόμων με διατάγματα και την επιβολή ποινών φυλάκισης για διασπορά ψευδών ειδήσεων καταστρατηγώντας την ελευθερία της έκφρασης και του Τύπου. Σε κοινή τους ανακοίνωση στις 1.4.2020 13 κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, εξέφρασαν την ανησυχία τους για τον κίνδυνο παραβίασης των αρχών του δημοκρατικού κράτους δικαίου και των θεμελιωδών δικαιωμάτων με πρόσχημα τη λήψη έκτακτων μέτρων για την προστασία της υγείας. Παρόμοια προειδοποίηση απηύθυνε στις 9.4.2020 η Ύπατη Αρμοστής του ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα Μισέλ Μπασελέ.
Στον διεθνή και τον ελληνικό δημόσιο διάλογο διεξάγεται μια έντονη και ενδιαφέρουσα πολιτική και επιστημονική αντιπαράθεση σχετικά με τη συμβατότητα των περιορισμών των δικαιωμάτων προς το Σύνταγμα, την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (1). Τα προληπτικά μέτρα που λαμβάνουν οι κυβερνήσεις αξιολογούνται ως προς την αποτελεσματικότητά τους, με κρίσιμη διάσταση την απώλεια ανθρώπινων ζωών και τον αριθμό των νοσούντων, που συναρτώνται με την έγκαιρη ενεργοποίηση των κατάλληλων περιορισμών. Ωστόσο, παράλληλα αξιολογείται ο σεβασμός των θεμελιωδών συνταγματικών αρχών και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
ΙΙ.
Ποια είναι τα κυριότερα δικαιώματα που πλήττονται; Οι ισχυρότερες αντιρρήσεις ως προς τη συμβατότητα των περιοριστικών μέτρων προς το Σύνταγμα και τα διεθνή κείμενα αφορούν τη stricto sensu προσωπική ελευθερία, δηλαδή τους περιορισμούς κίνησης και εγκατάστασης, καθώς και εισόδου και εξόδου στην επικράτεια των πληττόμενων κρατών. Παρότι δεν αμφισβητήθηκε ευθέως ότι ο περιορισμός της προσωπικής ελευθερίας είναι αναγκαίος για την προστασία της υγείας, προβλήθηκαν τρεις διαφορετικές ενστάσεις συνταγματικότητας.
Πρώτον, ότι οι περιορισμοί της ελεύθερης μετακίνησης θίγουν τον πυρήνα του δικαιώματος, αφού η ελευθερία από κανόνας έγινε η εξαίρεση και ο περιορισμός ο κανόνας (2). Δεύτερον, ότι ο περιορισμός των δικαιωμάτων επιβλήθηκε «χωρίς δημοκρατική νομιμοποίηση», αφού τα μέτρα αποφασίστηκαν χωρίς να γνωστοποιηθεί «με ποιο σκεπτικό λαμβάνονται, βάσει ποιων δεδομένων και με ποιον αντικειμενικό σκοπό» (3), άρα χωρίς διαφάνεια και λογοδοσία. Τρίτον, ότι η προσφορότητα και η στάθμιση κόστους-οφέλους των περιορισμών στην προσωπική ελευθερία συναρτώνται με τη λήψη μιας σειράς άλλων μέτρων, μεταξύ των οποίων ο κοινωνικός περιορισμός της ιδιοκτησίας και της οικονομικής ελευθερίας, όπως είναι η επίταξη των υποδομών και του προσωπικού ιδιωτικών κλινικών και παραγωγικών μονάδων ή η επιβολή διατίμησης σε είδη πρώτης ανάγκης (4).
Η ελευθερία της κίνησης, όπως και η πλειονότητα των θεμελιωδών δικαιωμάτων, τελεί υπό την επιφύλαξη του νόμου. Αυτό σημαίνει ότι ανεκτοί κατά το Σύνταγμα είναι οι περιορισμοί εφόσον οι επίμαχες νομοθετικές ρυθμίσεις έχουν γενικό και αφηρημένο χαρακτήρα, δεν θίγουν τον πυρήνα του δικαιώματος και σέβονται την αρχή της αναλογικότητας, δηλαδή περιλαμβάνουν μέτρα κατάλληλα, αναγκαία και εν στενή εννοία ανάλογα προς τον επιδιωκόμενο σκοπό, συσχετίζοντας το κόστος με το όφελος (5).
Οι περιορισμοί που επιβλήθηκαν στα δικαιώματα για την αντιμετώπιση της πανδημίας θεμελιώνονται στην προστασία της ζωής και της υγείας, που κατοχυρώνονται ή συνάγονται σαφώς σε όλα τα σύγχρονα Συντάγματα και στα διεθνή κείμενα που εγγυώνται τα ανθρώπινα δικαιώματα. Ειδικότερα, το δικαίωμα στην υγεία μπορεί να λάβει δύο όψεις: αφενός, ως κοινωνικό δικαίωμα διασφαλίζει την υποχρέωση του κράτους να λαμβάνει μέτρα για τη διατήρηση και την αποκατάσταση της υγείας των πολιτών και, αφετέρου, ως ατομικό δικαίωμα υποχρεώνει τόσο τα κρατικά όργανα όσο και κάθε άλλο δημόσιο ή ιδιωτικό υποκείμενο να απέχουν από ενέργειες που προσβάλλουν την υγεία των πολιτών ή περιορίζουν την ελευθερία τους να αποφασίζουν για θέματα που αφορούν την υγεία τους.
Στην περίπτωση των περιοριστικών μέτρων της ελευθερίας της κίνησης, που πρακτικά επέβαλαν απαγόρευση της κυκλοφορίας με συγκεκριμένες εξαιρέσεις, θα μπορούσε να υποστηριχθεί ακόμη και ότι η στάθμιση μεταξύ συγκρουόμενων δικαιωμάτων και αγαθών αποδείχθηκε εν τοις πράγμασι αφηρημένη, δηλαδή ότι η προστασία της ζωής και της υγείας προηγήθηκαν ιεραρχικά κάθε άλλου δικαιώματος, παρότι μια τέτοια ιεράρχηση δεν είναι αποδεκτή από τη συνταγματική θεωρία. Στην πράξη, ωστόσο, υπό συνθήκες πανδημίας η προτεραιοποίηση της προστασίας της ζωής και της υγείας εμφανίζεται εύλογη ενόψει τη τεράστιας διακινδύνευσής τους. Άρα πρόκειται για μια μορφή στάθμισης όπου η προτεραιότητα συγκεκριμένων δικαιωμάτων και αγαθών είναι προφανής.
Ήταν όμως κατάλληλα και αναγκαία τα μέτρα, όπως επιτάσσει η αρχή της αναλογικότητας; Λαμβάνοντας υπόψη τις συστάσεις του ΠΟΥ, τις εκατόμβες νεκρών στις χώρες όπου καθυστέρησε η λήψη αντίστοιχων μέτρων (Ιταλία, Ηνωμένο Βασίλειο, ΗΠΑ) και τις τεχνικές εκτιμήσεις σχετικά με τη σημασία της κοινωνικής αποστασιοποίησης, αρκεί η κοινή πείρα για να γίνει κατανοητό ότι πληρούνται τα κριτήρια της καταλληλότητας, της αναγκαιότητας και της stricto sensu αναλογίας των μέτρων προς τον επιδιωκόμενο σκοπό (6). Ηπιότερα μέτρα φαίνεται ότι δεν θα ήταν επαρκή για την αντιμετώπιση της πανδημίας. Την κατανόηση της σημασίας των μέτρων για την προστασία της ζωής και της υγείας επιβεβαιώνει ο υψηλός βαθμός συμμόρφωσης και αποδοχής τους από τους πολίτες. Εξάλλου, η αξιολόγηση της καταλληλότητας των περιορισμών αυτών δεν σχετίζεται με το κατά πόσον λήφθηκαν μέτρα για τον περιορισμό άλλων ατομικών δικαιωμάτων ή για την εφαρμογή επιμέρους κοινωνικών δικαιωμάτων, ακόμα και αν αυτά κρίνεται σκόπιμο να υιοθετηθούν.
ΙΙΙ.
Οι περιορισμοί στην ελευθερία της μετακίνησης επηρεάζουν και άλλα δικαιώματα, όπως η ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας, το δικαίωμα συνάθροισης, η συνδικαλιστική ελευθερία και η θρησκευτική λατρεία, ενώ κάποια άλλα περιορίζονται ανεξάρτητα από την απαγόρευση κυκλοφορίας, όπως η οικονομική ελευθερία, η επιχειρηματική ελευθερία, η ελευθερία της έκφρασης και η προστασία των προσωπικών δεδομένων. Η συμβατότητα των ειδικότερων περιορισμών κάθε επιμέρους δικαιώματος πρέπει να αξιολογείται αυτοτελώς. Κρίσιμο είναι ωστόσο, σε όλες τις περιπτώσεις, να επιβεβαιωθεί η προσωρινότητα των μέτρων και η ευρεία συναίνεση των ειδικών επιστημόνων για την αναγκαιότητα και την καταλληλότητά τους.
Εκτός από την τήρηση της αρχής της αναλογικότητας και την προσωρινότητα των περιορισμών των δικαιωμάτων, ιδιαίτερη σημασία έχει επίσης ο σεβασμός της αρχής της ισότητας, υπό την έννοια της ισότητας ενώπιον των περιορισμών (7). Αυτή η μορφή ισότητας λειτουργεί ως παρότρυνση και εντάσσει τους ανθρώπους σε μια πολιτική κοινότητα, όπου όλοι καθίστανται κοινωνοί της προσπάθειας να αποτραπεί μία απειλή από την οποία δεν εξαιρείται κανείς. Από την άλλη πλευρά όμως, η οικονομική επιβάρυνση που υφίστανται οι πολίτες παρουσιάζει ουσιώδεις αποκλίσεις, καθώς το εισόδημα ορισμένων συρρικνώνεται υπέρμετρα, οδηγώντας τους στα όρια της επιβίωσης και δοκιμάζοντας την κοινωνική συνοχή (8). Επιβεβλημένη είναι συνεπώς η παροχική λειτουργία του κράτους, με την εφαρμογή οριζόντιων μέτρων οικονομικής ενίσχυσης, ιδίως των ασθενέστερων εισοδηματικών στρωμάτων.
Ένα ιδιαίτερο πρόβλημα εφαρμογής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που ευτυχώς δεν αντιμετώπισε η χώρα μας, αποτελούν τα ιατρικά διλήμματα όταν δεν επαρκούν τα υλικά μέσα για τη lege artis νοσηλεία όλων των ασθενών. Η αξία του ανθρώπου είναι κατά το Σύνταγμα αδιαπραγμάτευτη και το κράτος έχει υποχρέωση να διαθέτει επαρκείς πόρους για τη σωτηρία όσων νοσούν. Όσα βίωσε το ιατρικό και το νοσηλευτικό προσωπικό σε χώρες όπως η Ιταλία και η Ισπανία αποδεικνύουν ότι το Σύνταγμα μένει κενό γράμμα όταν η πολιτεία δεν έχει μεριμνήσει εγκαίρως για την πρόληψη και την αντιμετώπιση απρόβλεπτων καταστάσεων.
Ποιος θα κρίνει αν τα μέτρα είναι κατάλληλα, αναγκαία και stricto sensu ανάλογα; Κατ’ αρχάς ο νομοθέτης, και σε περιπτώσεις εξαιρετικά επείγουσας και απρόβλεπτης ανάγκης η εκτελεστική εξουσία. Οι δημοκρατικά εκλεγμένες κυβερνήσεις αναλαμβάνουν την πολιτική ευθύνη για τα μέτρα αντιμετώπισης των έκτακτων συνθηκών με γνώμονα το Σύνταγμα, το δημόσιο συμφέρον και τις τεχνικές αναλύσεις των επιδημιολόγων και των εμπειρογνωμόνων δημόσιας υγείας. Την τελική κρίση θα διατυπώσει ο δικαστής, χωρίς να είναι όμως ανεκτή η μετατροπή του ελέγχου συνταγματικότητας των περιορισμών σε έλεγχο σκοπιμότητας. Ήδη το γαλλικό Συμβούλιο της Επικρατείας τις τελευταίες εβδομάδες έχει κρίνει κατ’ επανάληψη τη νομιμότητα των πράξεων και των παραλείψεων της εκτελεστικής εξουσίας για την αντιμετώπιση της πανδημίας, αναγνωρίζοντας μεν ότι η στάθμιση των αναγκαίων περιορισμών ανήκει στην πολιτική εξουσία, υποδεικνύοντας όμως στην κυβέρνηση να αυστηροποιήσει τις εξαιρέσεις από την απαγόρευση κυκλοφορίας (9).
IV.
Κατά μια άποψη προτιμητέα θα ήταν η κήρυξη της χώρας σε κατάσταση ανάγκης, εφαρμόζοντας το άρθρο 48 του Συντάγματος που προβλέπει την αναστολή της ισχύος επιμέρους δικαιωμάτων. Ωστόσο, δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που τίθενται στο άρθρο 48, δηλαδή πόλεμος ή άμεση απειλή της εθνικής ασφάλειας ή εκδήλωση ένοπλου κινήματος εις βάρος του δημοκρατικού πολιτεύματος, ούτε προβλέπεται στο άρθρο αυτό η αναστολή αρκετών από τα δικαιώματα που έχουν σήμερα περιοριστεί. Άλλωστε, η αναστολή των δικαιωμάτων, παρότι καθίσταται ευδιάκριτο το χρονικό σημείο κατά το οποίο θα αποκτήσουν πάλι την πλήρη ισχύ τους, θίγει τα δικαιώματα με βαρύτερο τρόπο από ότι ο περιορισμός τους.
Στο Σύνταγμα προβλέπεται, σε περιπτώσεις εξαιρετικά επείγουσας και απρόβλεπτης ανάγκης, η δυνατότητα έκδοσης πράξεων νομοθετικού περιεχομένου από την εκτελεστική εξουσία, όπως έχει συμβεί τις προηγούμενες εβδομάδες τόσο στην Ελλάδα όσο και σε άλλες χώρες του κόσμου, ώστε να αντιμετωπιστεί χωρίς καθυστέρηση η πανδημία. Επίσης, σε μια σειρά άλλων διατάξεων του Συντάγματος και της ΕΣΔΑ προβλέπεται η δυνατότητα λήψης ειδικών, έκτακτων μέτρων για την αντιμετώπιση απρόβλεπτων διακινδυνεύσεων, όπως η δυνατότητα επίταξης πραγμάτων και προσωπικών υπηρεσιών.
Το ερώτημα που πλανάται σήμερα πάνω από τις δυτικές δημοκρατίες είναι αν οι συνταγματικοί θεσμοί θα επιδείξουν ανθεκτικότητα απέναντι στην πανδημία ή δεν θα καταφέρουν να ανακάμψουν. Η ανάκαμψη μίας συνταγματικής δημοκρατίας από καταστροφές και κρίσεις αποδεικνύεται συχνά δύσβατη (10). Τα Κοινοβούλια, που σήμερα υπολειτουργούν ή έχουν αναστείλει επ’ αόριστον τις εργασίες τους, αργά ή γρήγορα θα επανέλθουν σε πλήρη λειτουργία. Ως προς την ελευθερία της κίνησης, την οικονομική ελευθερία, τη θρησκευτική λατρεία και άλλα δικαιώματα είναι αναμενόμενο ότι σταδιακά οι περιορισμοί θα αρθούν. Όμως για ορισμένα, όπως η προστασία των προσωπικών δεδομένων, η ιδιωτικότητα και το δικαίωμα της εργασίας υπάρχει ο κίνδυνος εγκαθίδρυσης ενός καθεστώτος διαρκούς επιτήρησης εν ονόματι της δημόσιας υγείας και της δημόσιας ασφάλειας. Η διαφοροποίηση ενός αυταρχικού κράτους από ένα κράτος διαχείρισης κινδύνων και κρίσεων εντοπίζεται ακριβώς στην αποτελεσματική προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
2) Ι. Καμτσίδου, Η πανδημία και η αναχώρηση του δικαίου, constitutionalism.gr (αναδημοσίευση από την Εποχή, 5.4.2020).
3) Α. Καϊδατζής, Το πρόβλημα είναι η δημοκρατία, όχι τα δικαιώματα, efsyn.gr, 27.3.2020.
4) Α. Καϊδατζής/Α.Κεσσόπουλος/Χ.Κουρουνδής, Mέτρα για την υγειονομική κρίση: Στο απυρόβλητο η ιδιοκτησία; , constitutionalism.gr (αναδημοσίευση από efsyn.gr 3.4.2020).
5) Γ. Τασόπουλος, Η ελευθερία κίνησης, η διασπορά του κορονοϊού και το Σύνταγμα, syntagmawatch.gr, 24.3.2020.
6) Ι. Σαρμάς, Μπορώ να εφαρμόσω κι εγώ την αρχή της αναλογικότητας για να εκτιμήσω πόσο θεμιτοί είναι οι περιορισμοί που μου έχουν επιβληθεί;, syntagmawatch.gr, 8.4.2020.
7) Α. Φωτιάδου, Η συνταγματική καθημερινότητα της πανδημίας, syntagmawatch.gr, 22.3.2020.
8) Δ. Χριστόπουλος, Υπακοή: η εύθραυστη στιγμή της υγειονομικής κρίσης, lifo.gr, 5.4.2020.
9) Ευ. Βενιζέλος, Πανδημία, θεμελιώδη δικαιώματα και δημοκρατία, evenizelos.gr, 4.4.2020.
10) Ξ. Κοντιάδης/Α. Φωτιάδου, Η ανθεκτικότητα του Συντάγματος, Σάκκουλας 2016.