Εφημερίδα “ΕΘΝΟΣ”, 7/2/2012
Το 2010, όταν αποφασίστηκε η προσφυγή στο ΔΝΤ, η τότε κυβέρνηση έσπευσε να διαβεβαιώσει τους πολίτες ότι σύντομα η Ελλάδα θα ξαναβγεί στις αγορές. Την ίδια περίοδο διατυπώθηκαν και οι πρώτες διαβεβαιώσεις ότι νέα, οριζόντια περιοριστικά μέτρα δεν επρόκειτο να ληφθούν, ιδίως έναντι των μισθωτών και των συνταξιούχων. Ταυτόχρονα, από το 2010 και μέχρι τα μέσα του 2011, μόνιμη επωδός της κυβέρνησης, αλλά και της αξιωματικής αντιπολίτευσης, υπήρξε η αταλάντευτη απόρριψη κάθε σκέψης για αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους. Ανάμεσα σε αυτούς που σταθερά τάσσονταν εναντίον του «κουρέματος» συμπεριλαμβάνεται και ο νυν πρωθυπουργός, ο οποίος όμως στη συνέχεια αποδέχθηκε να αναλάβει επικεφαλής μιας κυβέρνησης με βασικό στόχο αυτήν ακριβώς την αναδιάρθρωση.
Έτσι, μετά τον Ιούλιο του 2011 η τότε κυβέρνηση άλλαξε άρδην γραμμή πλεύσης και έσπευσε να ανακοινώσει ότι η συμφωνία «κουρέματος» της 21ης Ιουλίου αποτελούσε την οριστική λύση του προβλήματος. Τρεις μήνες αργότερα, , αποκαλύφθηκε ότι απαιτούνταν ευρύτερη αναδιάρθρωση. Τη νέα συμφωνία ακολούθησαν νέες διαβεβαιώσεις ότι το πρόβλημα επιλύθηκε, αλλά και πιο επώδυνα μέτρα, που έπληξαν κυρίως τα μεσαία και χαμηλά στρώματα, ενώ ταυτόχρονα βύθισαν την οικονομία ακόμη βαθύτερα στην ύφεση.
Η διαδρομή των τελευταίων δύο χρόνων αποτελεί μια επιτομή χαμένων προσδοκιών, διαψεύσεων και πολιτικής αναξιοπιστίας. Αποδεικνύεται ωστόσο ότι αυτό δεν σημαίνει πρακτικά τίποτα για το εάν το μέλλον της Ελλάδας θα είναι εντός ή εκτός Ευρωζώνης, αφού ακόμη και αν η Ελλάδα δεν έπασχε από διαχρονικές παθογένειες στο κράτος και την οικονομία, οι συστημικές δυσχέρειες που οφείλονται στην εσφαλμένη θεσμική αρχιτεκτονική της ευρωπαϊκής οικονομικής διακυβέρνησης θα προκαλούσε εξίσου σοβαρά προβλήματα στο οικοδόμημα της ΟΝΕ. Αυτό δεν συνεπάγεται, ασφαλώς, ότι ως αδύναμος κρίκος της Ευρωζώνης έχει την πολυτέλεια να διατηρήσει το δυσθεώρητο χρέος, θέτει όμως σε εντελώς διαφορετική βάση το ελληνικό πρόβλημα και τους όρους αντιμετώπισής του.
Το σοβαρότερο έλλειμμα αποδείχθηκε πάντως ότι αφορά την αξιοπιστία της πολιτικής τάξης, τις σχέσεις αντιπροσώπευσης, τη νομιμοποίηση του πολιτικού συστήματος. Είναι εύλογη η απαξίωση των πολιτικών κομμάτων και των ηγεσιών τους, ιδίως όσων συνέπραξαν στη ραγδαία οικονομική και πολιτική αποσάθρωση των τελευταίων ετών και στην καταστροφική διαχείριση της χρεοκοπίας. Οι Ελληνες αισθάνονται εξαπατημένοι, θύματα αλλεπάλληλων παλινωδιών, αντιφάσεων και διαψεύσεων προσδοκιών. Οσοι επιχειρηματολόγησαν επί τη βάσει της πτώχευσης, είτε απειλώντας ότι ενδέχεται να συμβεί είτε προτρέποντας να επιλεγεί ως η βέλτιστη λύση, στην ουσία εξαπατούν όσους ακόμη δεν συνειδητοποίησαν ότι η χρεοκοπία έχει ήδη συντελεστεί και το ζητούμενο αποτελεί πλέον η χάραξη μιας νέας εθνικής και ευρωπαϊκής στρατηγικής για την επόμενη μέρα.
Έτσι, μετά τον Ιούλιο του 2011 η τότε κυβέρνηση άλλαξε άρδην γραμμή πλεύσης και έσπευσε να ανακοινώσει ότι η συμφωνία «κουρέματος» της 21ης Ιουλίου αποτελούσε την οριστική λύση του προβλήματος. Τρεις μήνες αργότερα, , αποκαλύφθηκε ότι απαιτούνταν ευρύτερη αναδιάρθρωση. Τη νέα συμφωνία ακολούθησαν νέες διαβεβαιώσεις ότι το πρόβλημα επιλύθηκε, αλλά και πιο επώδυνα μέτρα, που έπληξαν κυρίως τα μεσαία και χαμηλά στρώματα, ενώ ταυτόχρονα βύθισαν την οικονομία ακόμη βαθύτερα στην ύφεση.
Η διαδρομή των τελευταίων δύο χρόνων αποτελεί μια επιτομή χαμένων προσδοκιών, διαψεύσεων και πολιτικής αναξιοπιστίας. Αποδεικνύεται ωστόσο ότι αυτό δεν σημαίνει πρακτικά τίποτα για το εάν το μέλλον της Ελλάδας θα είναι εντός ή εκτός Ευρωζώνης, αφού ακόμη και αν η Ελλάδα δεν έπασχε από διαχρονικές παθογένειες στο κράτος και την οικονομία, οι συστημικές δυσχέρειες που οφείλονται στην εσφαλμένη θεσμική αρχιτεκτονική της ευρωπαϊκής οικονομικής διακυβέρνησης θα προκαλούσε εξίσου σοβαρά προβλήματα στο οικοδόμημα της ΟΝΕ. Αυτό δεν συνεπάγεται, ασφαλώς, ότι ως αδύναμος κρίκος της Ευρωζώνης έχει την πολυτέλεια να διατηρήσει το δυσθεώρητο χρέος, θέτει όμως σε εντελώς διαφορετική βάση το ελληνικό πρόβλημα και τους όρους αντιμετώπισής του.
Το σοβαρότερο έλλειμμα αποδείχθηκε πάντως ότι αφορά την αξιοπιστία της πολιτικής τάξης, τις σχέσεις αντιπροσώπευσης, τη νομιμοποίηση του πολιτικού συστήματος. Είναι εύλογη η απαξίωση των πολιτικών κομμάτων και των ηγεσιών τους, ιδίως όσων συνέπραξαν στη ραγδαία οικονομική και πολιτική αποσάθρωση των τελευταίων ετών και στην καταστροφική διαχείριση της χρεοκοπίας. Οι Ελληνες αισθάνονται εξαπατημένοι, θύματα αλλεπάλληλων παλινωδιών, αντιφάσεων και διαψεύσεων προσδοκιών. Οσοι επιχειρηματολόγησαν επί τη βάσει της πτώχευσης, είτε απειλώντας ότι ενδέχεται να συμβεί είτε προτρέποντας να επιλεγεί ως η βέλτιστη λύση, στην ουσία εξαπατούν όσους ακόμη δεν συνειδητοποίησαν ότι η χρεοκοπία έχει ήδη συντελεστεί και το ζητούμενο αποτελεί πλέον η χάραξη μιας νέας εθνικής και ευρωπαϊκής στρατηγικής για την επόμενη μέρα.