Εφημερίδα “ΕΘΝΟΣ”, 6/4/2010
Η ελληνική κοινωνία βρίσκεται σήμερα σε κρίσιμη καμπή. Από τη μία πλευρά, η απότομη αποκάλυψη της δεινής οικονομικής θέσης της χώρας τον περασμένο Οκτώβριο και οι έκτοτε αλλεπάλληλες «δυσάρεστες εκπλήξεις» έχουν ασφαλώς προσγειώσει όσους συνέχιζαν να διαβιούν με τον μύθο περί ισχυρής Ελλάδας. Ούτε η είσοδος στην ΟΝΕ και η ασφάλεια του ευρώ αποδείχθηκαν πανάκεια ούτε ο παρατεταμένος καταναλωτικός – δανειακός ευδαιμονισμός, ακόμη και μη εχόντων, και η παρασιτική αναπαραγωγή συντεχνιακών προνομίων μπορούν να παραταθούν περαιτέρω. Η πενταετία 2004-2009 αποτέλεσε ίσως την τελευταία περίοδο κατασπατάλησης της δημόσιας περιουσίας και υπερχρέωσης της ελληνικής οικονομίας προς όφελος κουμπάρων και τζαμπατζήδων. Ξαφνικά η Ελλάδα έπαυσε πλέον να αποτελεί τη χώρα των θαυμάτων.
Από την άλλη πλευρά, ωστόσο, η παρατεινόμενη διεθνής ταπείνωση της χώρας δεν αρκούσε για να καταστεί πλήρως αντιληπτό ότι για αυτή την κατάρρευση δεν ευθύνεται απλώς ένας αποτυχημένος, ανεπαρκής πρωθυπουργός της Νέας Δημοκρατίας και οι περί αυτόν, αλλά ευρύτερα το πολιτικό και διοικητικό σύστημα και ένα συγκεκριμένο μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης. Ορισμένοι συνεχίζουν να αναζητούν τα αίτια της σύγχρονης «ελληνικής τραγωδίας» αποκλειστικά στην παγκοσμιοποίηση, στους διεθνείς κερδοσκόπους, στις άπληστες κεφαλαιαγορές, στα πλεονασματικά κράτη του ευρωπαϊκού Βορρά με τις κεντροδεξιές κυβερνήσεις.
Όλα τα προηγούμενα χωρίς αμφιβολία είναι καθοριστικά. Ίσως όμως πιο απλό, σίγουρα πάντως πιο χρήσιμο, θα ήταν να αναζητηθούν ευθύνες και από την εγχώρια πολιτική ελίτ, από ένα πολιτικοθεσμικό σύστημα που κυοφόρησε τη διαφθορά, την αναποτελεσματικότητα και τη σπατάλη των κρατικών μηχανισμών και εξέθρεψε μια κρατικοδίαιτη και αντιπαραγωγική οικονομία χωρίς καινοτομική δυναμική, εγκλωβισμένη σε γραφειοκρατικά βάρη και συντεχνιακές δουλείες. Ωστόσο, στην πραγματικότητα ευθύνες, με την ουσιαστική έννοια του όρου, δεν μπορούν πλέον να αναζητηθούν από κανέναν, ούτε καν από όσους διέπραξαν ποινικά αδικήματα εις βάρος του ελληνικού κράτους κατά τη θητεία τους σε πολιτικά αξιώματα, αφού η πολιτική τάξη έχει μεριμνήσει σε ανύποπτο χρόνο να θωρακίσει, με ένα υπερπροστατευτικό θεσμικό πλαίσιο, τους επίορκους. Στην πράξη, όπως αποδείχθηκε, τα πολιτικά πρόσωπα δεν είναι δυνατόν να διωχθούν ποινικά. Το γεγονός ότι στην πλειονότητά τους παραμένουν στην πολιτική σκηνή δεν αμβλύνει την αναξιοπιστία τους.
Δεν απομένει, λοιπόν, παρά η καταμέτρηση των θυμάτων. Το νεοφιλελεύθερης αντίληψης πρόγραμμα λιτότητας και η αρνητική ανάπτυξη οδηγούν αναπόφευκτα σε μαζικές απολύσεις, σε περαιτέρω συρρίκνωση των μεσαίων και χαμηλών εισοδημάτων, σε περιστολή των κοινωνικών δικαιωμάτων, στο σύγχρονο δουλεμπόριο της ανασφάλιστης εργασίας και, το χειρότερο από όλα, στην απογείωση της ανεργίας και της απαξίωσης των νέων. Όσοι πανηγυρίζουν για τη διάσωση της χώρας από τη χρεοκοπία ίσως βιάστηκαν. Ακόμη και αν αποσοβηθεί η παύση πληρωμών από το ελληνικό δημόσιο, η ηθική και πολιτική χρεοκοπία της πολιτείας έχει συντελεστεί και οι κοινωνικές της συνέπειες θα είναι οδυνηρές και, πιθανόν, ανεπανόρθωτες.