Συνέντευξη στην Εφημερίδα “ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΛΑΡΙΣΑΣ”, 30/03/2008
Προσωπικά δεν πιστεύω ότι στα σύγχρονα μοντέλα δημοκρατίας υπάρχει εναλλακτική λύση ως προς το θεσμό των πολιτικών κομμάτων. Το ερώτημα είναι εάν η κρίση θα οδηγήσει σε μία «δημιουργική καταστροφή» των σημερινών κομματικών σχηματισμών και στον κατακερματισμό του πολιτικού σκηνικού ή θα επιτύχει η πολιτική τάξη να «αυτοανανεωθεί». Σε κάθε περίπτωση ζητούμενο είναι σήμερα να αναδειχθεί ένα όραμα-σχέδιο για την πολιτεία, να παραχθούν ιδέες και προτάσεις σε επιμέρους τομείς δημόσιας πολιτικής που θα γεννήσουν νέες προσδοκίες για τους πολίτες και θα οδηγήσουν σε απτά αποτελέσματα για την καθημερινότητά τους. Ίσως η απουσία της Πολιτικής στην ουσία της να αποτελεί το μεγάλο πρόβλημα για τα πολιτικά κόμματα σήμερα.
Η ελληνική κοινωνία έχει προ πολλού εισέλθει στην εποχή της ανασφάλειας. Ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας έχει σήμερα περιορισμένη πρόσβαση σε αγαθά που θεωρούνταν αυτονόητα στα σύγχρονα ευρωπαϊκά κράτη. Είναι ο κόσμος των ανέργων, των κοινωνικά αποκλεισμένων και των φτωχών, που απαρτίζουν το 1/3 περίπου των κατοίκων της ελληνικής επικράτειας.
Από την άλλη πλευρά η αποτελεσματικότητα των κοινωνικών μεταβιβάσεων στη χώρα μας είναι εξαιρετικά χαμηλή. Αποδεικνύεται εν τοις πράγμασι ότι παρ’ όλο που οι κοινωνικές δαπάνες ανέρχονται στο 26% του ΑΕΠ, δηλαδή περίπου όσο και ο μέσος όρος σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ωστόσο το κοινωνικό κράτος αποτελεί ένα φάντασμα. Οι πολιτικές καταπολέμησης της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού χαρακτηρίζονται ως ατελέσφορες ή ανεπαρκείς, το επίπεδο των υπηρεσιών υγείας χαμηλό και η πρόσβαση σε αυτές εξαιρετικά χρονοβόρα, δαπανηρή και συχνά «διαμεσολαβημένη». Χωρίς αμφιβολία βρισκόμαστε μπροστά σε μία μακροχρόνια και εντεινόμενη κρίση των θεσμών του κοινωνικού κράτους, σε ολόκληρη την Ευρώπη. Όμως δεν ανήκω σε εκείνους που πείθονται από την καταστροφολογική κριτική που ασκείται ως προς την ικανότητα επιβίωσης του κοινωνικού κράτους. Είμαι απόλυτα πεπεισμένος ότι ο σεβασμός των κοινωνικών δικαιωμάτων, η ανάπτυξη μηχανισμών κοινωνικής αλληλεγγύης και, ευρύτερα, η αναζωογόνηση του κοινωνικού κράτους δεν είναι μόνο αναγκαία αλλά και εφικτή. Όλα αυτά προϋποθέτουν όμως την επεξεργασία νέων εργαλείων κοινωνικής προστασίας και πρωτίστως την αντίδραση της κοινωνίας απέναντι στην επιβουλή των κεκτημένων από συγκεκριμένα κέντρα πολιτικής και οικονομικής ισχύος.
Η διοικητική διαίρεση της χώρας, όπως είναι σήμερα, έχει αποδειχθεί πλέον μη λειτουργική. Μεταξύ άλλων, διαπιστώνεται ο ανορθολογικός κατακερματισμός των επιμέρους διοικητικών μονάδων σε όλα τα επίπεδα της διοικητικής διαίρεσης: Τόσο στο αποκεντρωτικό επίπεδο των Περιφερειών όσο και στο αυτοδιοικητικό επίπεδο των νομαρχιών και των δήμων ο αριθμός και, αντίστοιχα, το μέγεθος των διοικητικών μονάδων είναι ασύμβατος με την άσκηση αποτελεσματικής και αποδοτικής διοίκησης, ενίοτε και με την ίδια τη βιωσιμότητά τους. Ποια η δική σας πρόταση; Τι πρέπει να γίνει;
Συμφωνώ μαζί σας ότι λαμβανομένων υπόψη των σημερινών πληθυσμιακών οικονομικών και κοινωνικών δεδομένων απαιτείται μία γενναία αναδιάρθρωση του διοικητικού χάρτη της χώρας. Θεωρώ ότι οι προτάσεις που έχουν υποβληθεί από την ΚΕΔΚΕ και την ΕΝΑΕ κινούνται, σε γενικές γραμμές, στη σωστή κατεύθυνση. Μεταξύ αυτών των προτάσεων θα ήθελα να τονίσω ιδίως τη μείωση του αριθμού των δήμων και τη λειτουργία των περιφερειών ως δεύτερου βαθμού αυτοδιοίκησης, ενώ αναγκαία θεωρώ επίσης την οργάνωση των δύο μεγάλων αστικών κέντρων της χώρας υπό τη μορφή της μητροπολιτικής διακυβέρνησης. Είναι όμως σημαντικό οι μεταρρυθμίσεις αυτές να γίνουν με την ευρύτερη δυνατή συναίνεση των τοπικών κοινωνιών. Είναι σημαντικό επίσης να δοθούν κίνητρα για τις συγχωνεύσεις δήμων, να ενισχυθούν οι αρμοδιότητες των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης και να κατοχυρωθεί επιτέλους η δημοσιονομική τους αυτοτέλεια. Επιτρέψτε μου επίσης να τονίσω κάτι ακόμα: η ενίσχυση της αυτοδιοίκησης αποτελεί κατά τη γνώμη μου εξαιρετικά κρίσιμη παράμετρο αφ’ ενός για την αναζωογόνηση των δημοκρατικών θεσμών και αφ’ ετέρου για την άσκηση κοινωνικής και περιβαλλοντικής πολιτικής με αποτελεσματικότερο και αποδοτικότερο τρόπο.
Εκτιμάτε πώς τα φαινόμενα διαφθοράς είναι πολύ πιο σύνθετα, συναρτώνται με συγκεκριμένες δυσλειτουργίες του πολιτικού συστήματος, με απαρχαιωμένα μοντέλα οργάνωσης της δημόσιας διοίκησης, με την υποχρηματοδότηση των ανεξάρτητων Αρχών και των ελεγκτικών μηχανισμών, με την κομματοκρατία, την αναξιοκρατία, την παγίωση μιας νοσηρής διοικητικής κουλτούρας;
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η διαφθορά δεν οφείλεται στο γεγονός ότι κάποιοι μεμονωμένοι πολιτικοί ή δημόσιοι υπάλληλοι ή δικαστές τυγχάνει να διαθέτουν περιορισμένες ηθικές αντιστάσεις, ούτε μπορεί να αντιμετωπίζεται με ηθικολογικές παραινέσεις και, τελικά, με προσφυγή στην ποινική Δικαιοσύνη. Τα φαινόμενα διαφθοράς είναι πράγματι πολύ πιο σύνθετα.
Οι ηθικές σταυροφορίες, οι εντυπωσιακές προσαγωγές και η μεταβίβαση του βάρους σε επίπεδο ατομικών ευθυνών δεν πρόκειται ασφαλώς να προσφέρουν λύσεις απέναντι στα φαινόμενα διαφθοράς. Η ευθύνη είναι συλλογική, ανήκει στην πολιτεία και πρωτίστως στην πολιτική τάξη, που αντί να προχωρήσει σε γενναίες θεσμικές παρεμβάσεις αναλώνεται σε μικροκομματικές αντεγκλήσεις χωρίς άλλο αντίκρισμα εκτός από την περαιτέρω απαξίωση της πολιτικής.