Εφημερίδα “ΕΘΝΟΣ”, 11/3/2014
Μια πρώτη φάση, που διήρκεσε περίπου μία εικοσαετία, χαρακτηρίστηκε από τη συντεχνιακή επιλογή της μη άρσης της βουλευτικής ασυλίας σχεδόν σε καμία περίπτωση, ακόμη και όταν συναρτώνταν με τροχαίες παραβάσεις. Οι καταδικαστικές αποφάσεις του Στρασβούργου αντιμετωπίστηκαν τότε από τη Βουλή ως ανεπίτρεπτη παρέμβαση στα interna corporis, δηλαδή σε δικαστικά ανέλεγκτα ζητήματα εσωτερικής της λειτουργίας.
Σε μια δεύτερη φάση, που συνδέεται με το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης, η δυσθυμία των πολιτών για τα προνόμια της πολιτικής τάξης οδήγησε σε συγκέντρωση υπογραφών υπέρ της κατάργησης του θεσμού. Σε αυτό ακριβώς το πολιτικό κλίμα μεταστράφηκε και η στάση της Βουλής, που πλέον εγκρίνει κατά κανόνα την άρση της ασυλίας.
Η πρόσφατη αντίθεση βουλευτών και στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ στην άρση της ασυλίας των βουλευτών της ΧΑ ίσως αποτελεί την αφετηρία μιας νέας φάσης. Η εξέλιξη αυτή έχει σημασία και εν όψει της προαναγγελθείσας συνταγματικής αναθεώρησης.Ωστόσο η αντίθεση στην άρση της ασυλίας για εγκλήματα που έχουν σαφή ποινικό και όχι πολιτικό χαρακτήρα, όπως η σύσταση εγκληματικής οργάνωσης, δεν μπορεί κατά το Σύνταγμα να θεμελιωθεί ούτε στην εξέταση της βασιμότητας των κατηγοριών ούτε στην εκτίμηση τυχόν πολιτικών προεκτάσεων, αλλά μόνο στην αξιολόγηση αν αφορούν πράξεις που άπτονται της βουλευτικής ιδιότητας. Η βασιμότητα των κατηγοριών είναι δουλειά της Δικαιοσύνης. Επιπλέον, το γεγονός ότι η απαγόρευση πολιτικού κόμματος δεν είναι συνταγματικά επιτρεπτή κακώς εμπλέκεται από ορισμένους στον σχετικό προβληματισμό.