Εφημερίδα “ΕΘΝΟΣ”, 11/2/2014
Το αποτέλεσμα ήταν ότι η αδυναμία αντιμετώπισης της κρίσης του κράτους νομιμοποιεί την επιβολή ακόμη σκληρότερων οριζόντιων μέτρων αλλά και «τιμωρητικού χαρακτήρα» απαιτήσεων εκ μέρους των δανειστών, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τις απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων χωρίς να προηγηθεί επαρκής αξιολόγηση ή ανάλυση των πραγματικών αναγκών του Δημοσίου, ούτε όμως και να προκύψει ουσιώδες δημοσιονομικό όφελος.
Υστερα από σχεδόν τέσσερα χρόνια Μνημονίων, ελάχιστα άλλαξαν προς το καλύτερο στη λειτουργία του κράτους. Οι πελατειακές πρακτικές, τα φαινόμενα άνομων συναλλαγών και διαφθοράς, η κακονομία και η κακοδιοίκηση, οι οργανωτικές αβελτηρίες, τα περιττά διοικητικά βάρη που δυσχεραίνουν την επιχειρηματικότητα, η κακή εξυπηρέτηση του πολίτη όχι μόνο δεν αντιμετωπίστηκαν, αλλά ενίοτε η κρίση προκάλεσε όξυνση των παθογενειών.
Το κράτος δεν βελτιώθηκε τα τελευταία χρόνια, αλλά συνέχισε να λειτουργεί ως μηχανισμός αναδιανομής προνομίων και προσόδων εις βάρος των πιο αδύναμων κοινωνικών στρωμάτων, πλήττοντας άμεσα και τα μεσαία στρώματα. Κοινοτικοί πόροι που αρχικά προορίζονταν για τη μεταρρύθμιση του κράτους (όπως το ΕΠ «Διοικητική Μεταρρύθμιση» του ΕΣΠΑ) διοχετεύθηκαν στην κάλυψη αναγκών σε ελλειμματικές προνοιακές υπηρεσίες, γεγονός που δεν συνιστά συγκροτημένη άσκηση κοινωνικής πολιτικής, αλλά προσωρινή συγκράτηση κοινωνικών εκρήξεων.
Ετσι, χρηματοδοτικοί μηχανισμοί που θα αξιοποιούνταν σε διαρθρωτικές αλλαγές με πολλαπλά μακροπρόθεσμα οφέλη χρησιμοποιήθηκαν σε βραχυπρόθεσμες, εμβαλωματικές λύσεις. Ωστόσο, χωρίς συνεκτική στρατηγική και υπό την πίεση των αποσπασματικών, εκβιαστικών απαιτήσεων της τρόικας, η κρίση του κράτους δεν πρόκειται να αναστραφεί.