libre.gr, 8.09.2023
«Η νύχτα που έφυγε ο Παύλος», είναι ο τίτλος του βιβλίου που γράψατε με αφορμή τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα και μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Τόπος. Ωστόσο, ανατρέχετε 50 χρόνια πίσω και τη συνδέετε με τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη. Παρακράτος το 1963, παρακράτος και σήμερα κύριε Κοντιάδη;
Πρόκειται για δύο διαφορετικές εκδοχές παρακράτους, με πολλά κοινά σημεία. Οι δολοφονίες του Λαμπράκη και του Φύσσα, αυτών των δυο ηρώων, έγιναν με ακριβώς 50 χρόνια απόσταση, υπό συνθήκες που παρουσιάζουν αρκετές ομοιότητες: Η αντιφασιστική τους δράση, η προγραφή τους από την Ακροδεξιά, οι ενέδρες, ο ρόλος της Αστυνομίας, που παρακολουθούσε αμέτοχη, ακόμη και η φυσιογνωμία των δολοφόνων τους. Ίσως να είναι σύμπτωση ή οφθαλμαπάτη, αλλά η φυσιογνωμία και το σουλούπι του δολοφόνου του Λαμπράκη, του Μανώλη Εμμανουηλίδη, θυμίζουν έντονα τον Ρουπακιά, τον δολοφόνο του Φύσσα. Δυστυχώς η ιστορία του ακροδεξιού παρακράτους έχει βαθιές ρίζες και φαίνεται να επαναλαμβάνεται, ασφαλώς μέσα σε διαφορετικά πολιτικά και κοινωνικά συμφραζόμενα.
Κύριε καθηγητά, αν κάνουμε μια προσπάθεια να δούμε από απόσταση το αποτέλεσμα των εκλογών του Ιουλίου, με τη διατήρηση των δυνάμεων της ΝΔ, την τεράστια πτώση του ΣΥΡΙΖΑ, την εμφάνιση νέων κομμάτων και τη μεγάλη αποχή, τι συμπεράσματα μπορούμε να βγάλουμε;
Το αποτέλεσμα των εκλογών του Μαΐου ήταν μία έκπληξη που θα μπορούσε ωστόσο να έχει προβλεφθεί. Η Νέα Δημοκρατία θριάμβευσε παρά τις κυβερνητικές αποτυχίες και τις θεσμικές σκιές, που άφησε ιδίως το σκάνδαλο των υποκλοπών, αφενός επειδή διαχειρίστηκε πακτωλούς χρημάτων λόγω πανδημίας και ενεργειακής κρίσης και αφετέρου επειδή στηρίχθηκε από ένα επικοινωνιακό σύστημα με ελάχιστες ρωγμές. Επιπλέον, είχε απέναντί της έναν αντίπαλο που όπως αποδείχτηκε δεν έπεισε ότι αποτελεί αξιόπιστη εναλλακτική λύση.
Η ελληνική κοινωνία μετά τη διάψευση του αντιμνημονιακού αφηγήματος το 2015 φαίνεται να χαμήλωσε τον πήχη των προσδοκιών της. Η Νέα Δημοκρατία δεν κέρδισε επειδή επαγγέλθηκε ένα καλύτερο μέλλον, αλλά επειδή προέβαλε άμεσα και έμμεσα το σύνθημα της διασφάλισης της κανονικότητας. Πρόκειται όμως για μια κανονικότητα επιφανειακή, κάτω από την οποία λανθάνουν σοβαρές κρίσεις.
Το φαινόμενο της Ακροδεξιάς και η παρουσία κομμάτων στη Βουλή που ταυτίζονται μαζί της ή την ασπάζονται με τι συνδέεται; Με τον ρατσισμό, με τη φτώχεια και την περιθωριοποίηση μέρους του πληθυσμού, με ζητήματα ασφάλειας των πολιτών;
Κατά τη γνώμη μου η άνοδος της Ακροδεξιάς σε όλη την Ευρώπη συνδέεται με τη διεύρυνση των ανισοτήτων την τελευταία εικοσαετία και την αποδυνάμωση των θεσμών κοινωνικής προστασίας, σε συνάρτηση με το ταυτοτικό ζήτημα. Ένα αμάλγαμα νεοφασιστών ή «μεταφασιστών», ρατσιστών και αντιευρωπαϊστών, που διατηρούν πολιτικούς δεσμούς με την αποκαλούμενη Αντιφιλελεύθερη Διεθνή.
Τι μας επιφυλάσσει το μέλλον; Οι άνθρωποι αισθάνονται πολλές φορές απροστάτευτοι. Και αυτό τους οδηγεί σε ακραίες επιλογές. Αγανακτούν μόνο και αντιδρούν.
Είμαι εξαιρετικά ανήσυχος. Η επιστροφή της Ακροδεξιάς αποτελεί ταυτόχρονα μία διαδικασία σταδιακής παρακμής ή αποσάθρωσης της δημοκρατίας, που δεν οφείλεται μόνο στις επιθέσεις από δεδηλωμένους εχθρούς της δημοκρατίας, αλλά και από τους υποτιθέμενους φίλους ή, συχνά, τους ίδιους τους λειτουργούς της. Η κρίση αντιπροσώπευσης και η συρρίκνωση της μεσαίας τάξης τροφοδοτούν τα ακροδεξιά μορφώματα. Όσο δεν αντιμετωπίζονται αυτές οι συνθήκες φοβάμαι ότι η δύναμη της Ακροδεξιάς θα αυξάνεται.
Το 2000 η διοικούσα Εκκλησία, οργάνωσε «λαοσυνάξεις», όπως τις ονόμασε με αφορμή τη μη αναγραφή του θρησκεύματος στις ταυτότητες. Σήμερα, έχουμε τα «τσιπάκια». Τελικά οι θεωρίες συνωμοσίας δεν αντέχουν απλά, αλλά γίνονται και κυρίαρχο θέμα από κόμματα της Βουλής. Θα θέλατε να κάνετε κάποιο σχόλιο;
Οι θεωρίες συνωμοσίας ακολουθούν τον κανόνα ότι «κάθε κακό γεγονός πρέπει να αποδίδεται στην κακή βούληση μιας κακής δύναμης», όπως έχει γράψει ο φιλόσοφος Καρλ Πόππερ. Άρα τίποτα δεν εμφανίζεται ως τυχαίο, όλα υποστηρίζεται ότι συνδέονται μεταξύ τους με έναν ιστό σκοτεινών κέντρων εξουσίας και ό,τι παρουσιάζεται επισήμως ως αληθινό ή επιστημονικά τεκμηριωμένο αποτελεί για τους συνωμοσιολόγους αντικείμενο ανελέητης αμφισβήτησης με όπλο τη φαντασία τους. Αντί να μας απασχολούν τα νομικά προβλήματα που θέτουν οι νέες ταυτότητες σε σχέση με την προστασία προσωπικών δεδομένων, ο συνωμοσιολογικός λόγος εκδιπλώνεται με έναν άγονο και ανορθολογικό τρόπο ακόμα και μέσα στο Κοινοβούλιο.
Στο βιβλίο σας «Η Σοσιαλδημοκρατία σήμερα» που εκδόθηκε το 2017, αλλά και στο πιο πρόσφατο έργο «Η σοσιαλδημοκρατία στο προσκήνιο, ξανά;» (εκδ. Πόλις 2022), στο οποίο είστε ένας μεταξύ των πέντε συγγραφέων, τονίζατε ότι το πρότυπο της σοσιαλδημοκρατίας παραμένει ισχυρό στις σημερινές ευρωπαϊκές συνθήκες με ενίσχυση του παραγωγικού μοντέλου και κράτος πρόνοιας βασισμένο στην αλληλεγγύη και τον περιορισμό των ανισοτήτων. Αυτό ισχύει και σήμερα;
Η υποχώρηση της σοσιαλδημοκρατίας από τα τέλη της δεκαετίας του 1970 είναι αργή αλλά σταθερή. Σε αρκετές περιπτώσεις απέδειξε την ικανότητά της να προσαρμόζεται και να ανανεώνεται, χωρίς να απεμπολεί το αξιακό της φορτίο. Δεν είναι όμως και λίγα τα παραδείγματα που απέτυχε, μπροστά στην υποχώρηση του κράτους-έθνους, τη μεταβολή του καταμερισμού εργασίας, και τη μεταμόρφωση των κοινωνιών της μεταβιομηχανικής εποχής. Γιατί υποχωρεί τα τελευταία χρόνια η λάμψη της σοσιαλδημοκρατίας; Είναι ακριβής ο ισχυρισμός ότι αποκόπτεται από τα κοινωνικά στρώματα που παραδοσιακά εξέφραζε; Ποιες είναι σήμερα οι προοπτικές ανάκαμψης του πολιτικού χώρου που αυτοπροσδιορίζεται ως ενδιάμεσος μεταξύ Δεξιάς και ριζοσπαστικής ή κομμουνιστικής Αριστεράς; Μπορεί να τηρήσει την υπόσχεση για επίτευξη υψηλής ανάπτυξης χάρη σε μεταρρυθμίσεις στο κράτος, την αγορά εργασίας, το σύστημα κοινωνικής προστασίας και το παραγωγικό πρότυπο, οι οποίες να συνδυάζονται με τη διασφάλιση ίσων ευκαιριών, την κατοχύρωση μηχανισμών ήπιας αναδιανομής και τη διεύρυνση των θεσμών πολιτικής συμμετοχής; Σε πολλές χώρες οι προσδοκίες για πραγματοποίηση των προγραμματικών αυτών κατευθύνσεων επαληθεύθηκαν, όμως εκείνοι που (δικαίως ή αδίκως) απώλεσαν κεκτημένα ήταν ίσως περισσότεροι από τους ωφεληθέντες. Άρα τα προηγούμενα ερωτήματα παραμένουν ανοιχτά.
Περιθώρια συνεργασίας μεταξύ του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ και του ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ υπάρχουν; Και υπό την ηγεσία τίνος;
Μετά το αποτέλεσμα των περασμένων εκλογών είναι εύλογο να επιδιωχθεί η συνεργασία των κομμάτων της αντιπολίτευσης απέναντι στην παντοκρατορία της Δεξιάς και την ηχηρή επανεμφάνιση της Ακροδεξιάς. Σε αυτό συντείνει επίσης το εκλογικό σύστημα της ενισχυμένης αναλογικής, που πριμοδοτεί το πρώτο κόμμα. Ωστόσο μέχρι στιγμής δεν φαίνεται να υπάρχει η πολιτική βούληση για μία τέτοια συνεργασία. Το πρόσωπο που θα έχει το πλεονέκτημα να τεθεί επικεφαλής ενός τέτοιου ενωτικού εγχειρήματος θα είναι εκείνο ακριβώς που θα πρωτοστατήσει σε αυτή τη διαδικασία, πείθοντας όχι μόνο τα κομματικά στελέχη αλλά πρωτίστως την εκλογική βάση.