Το Βήμα, 19/07/20
Η πανδημία, διαπιστώνει ο Ξενοφών Κοντιάδης, ισοδυναμεί με τη «μεγαλύτερη βιοπολιτική ρύθμιση της σύγχρονης ιστορίας». «Η νέα πραγματικότητα που αναδεικνύεται από την πανδημία είναι κατασκευασμένη από υλικά που προϋπήρχαν. Η εξάπλωση των ψηφιακών τεχνολογιών επιτήρησης, η απορρύθμιση των συνθηκών απασχόλησης, η τεχνοκρατική στροφή της μεταδημοκρατίας, η απονεύρωση του κοινωνικού κράτους, η άνοδος του δεξιού λαϊκισμού, ο εικονιστικός κόσμος της διαδικτυακής χειραγώγησης ήταν ήδη εδώ. Η πανδημία επιτάχυνε αυτές τις εξελίξεις. Το ερώτημα είναι αν θα υπάρξουν επαρκείς αντιστάσεις ή θα τις περιορίσουν ο φόβος και η επιστροφή σε μια επίπλαστη κανονικότητα».
Ποια κανονικότητα, όμως, ακριβώς; Οπως και την επαύριο της προηγούμενης κρίσης ακούγονται φωνές περί επικείμενης επιστροφής στον Κέινς. «Ο κόσμος πράγματι στρέφεται στον Κέινς κάθε φορά που μια κρίση ή ένας πόλεμος το καθιστούν αναγκαίο για την αντιμετώπιση των έκτακτων συνθηκών και την ανάταξη των εθνικών οικονομιών. Η στροφή των εθνικών κρατών σε παρεμβατικές πολιτικές συνοδεύεται από έναν νέο προστατευτισμό, που παραπέμπει σε μέτρα παρεμφερή με εκείνα που λήφθηκαν ως απάντηση στη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008-2009. Πρόκειται όμως για μια ατελή και προσωρινή στροφή. Υπό συνθήκες παγκοσμιοποίησης ο κεϊνσιανισμός αποδείχθηκε ανέφικτος και η πορεία προς μια δίκαιη παγκόσμια διακυβέρνηση δύσβατη».
«Κράτος πρόληψης» και «μετα-δημοκρατία»
Αντίθετα, αυτό που ο ίδιος παρατηρεί να αναδύεται είναι ένα «κράτος πρόληψης». Πώς τοποθετείται μια τέτοια οντότητα στον πολιτικό άξονα; «Το κράτος πρόληψης εμφανίζεται κατ’ αρχάς με μια αντιφιλελεύθερη όψη, υπό την έννοια ότι λειτουργεί «πατερναλιστικά» έναντι των ατόμων, περιορίζοντας τα δικαιώματά τους εν ονόματι της ασφάλειας και της πρόληψης ποικίλων κινδύνων. Ωστόσο, σε αρκετές δημόσιες πολιτικές όπως η προστασία του περιβάλλοντος και της υγείας, τα μέτρα που υιοθετεί είναι συχνά αναγκαία. Aρα, μια μονοσήμαντη απάντηση δεν χωρεί ως προς τη θέση του κράτους πρόληψης στον πολιτικό άξονα. Χρειάζεται κάθε φορά να αξιολογούνται οι στόχοι, τα μέσα, οι περιορισμοί και η σχέση κόστους – οφέλους των παρεμβάσεών του».
Θα έλεγε κανείς ότι αυτό που περιγράφει προσιδιάζει σε ένα διαφορετικό καθεστώς δημοκρατίας. «Η μετα-αντιπροσωπευτική δημοκρατία μοιάζει μόνο επιφανειακά με την αντιπροσωπευτική δημοκρατία του 19ου αιώνα, τις αυτοκαταστροφικές δημοκρατίες της δεκαετίας του 1930 και τη συναινετική κοινωνική δημοκρατία της μεταπολεμικής Ευρώπης. Σήμερα η κομματική και η εκλογική αντιμαχία παραμορφώνονται σε ένα ελεγχόμενο θέαμα, ενορχηστρωμένο από ομάδες επαγγελματιών της πολιτικής επικοινωνίας, ενώ η πολιτική κατ’ ουσίαν αναπτύσσεται στον ιδιωτικό χώρο, εκτός της δημόσιας σφαίρας. Η αποπολιτικοποίηση των κρατικών αποφάσεων και η τεχνοκρατική τους νομιμοποίηση δεν είναι απότοκες μόνο της υγειονομικής κρίσης, ενδημούν εδώ και δεκαετίες».
Η υποχώρηση της διαβούλευσης από τον δημόσιο χώρο στην ιδιωτική σφαίρα δεν συνεπάγεται και την περιστολή της πολιτικής; «Η διαχείριση της πανδημίας αποτελεί μια δοκιμασία της εμπιστοσύνης των πολιτών απέναντι στην πολιτική εξουσία» απαντά ο Ξενοφών Κοντιάδης. «Ο τεχνοκρατικός λόγος με τον οποίον περιενδύονται οι πολιτικές αποφάσεις για την αντιμετώπισή της αποτελεί μεν εύλογη επιλογή, όμως αποτυπώνει ταυτόχρονα την κρίση αξιοπιστίας της πολιτικής. Το εύρος και η ποιότητα της πολιτικής συμμετοχής περιορίζονται, ενώ πληθαίνουν οι εκφραστές αντιλήψεων περί αναδιάρθρωσης των δημοκρατικών θεσμών στην κατεύθυνση της «αποκομματικοποίησής» τους. Ολα αυτά συνιστούν μια ουσιώδη περιστολή της πολιτικής, τουλάχιστον με τους όρους που διεξαγόταν μέχρι τα τέλη του περασμένου αιώνα». Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, συνεχίζει, βλέπουμε την ανάδειξη νέων πολιτειολογικών τύπων. «Η κρίση του κοινωνικού κράτους και η εμφάνιση των νέων κοινωνικών κινδύνων, που ως προς θεμελιώδη χαρακτηριστικά τους προσομοιάζουν στις διακινδυνεύσεις που καλείται να διαχειριστεί το κράτος πρόληψης, αποτελούν τη βάση για μια διαδικασία ώσμωσης μεταξύ κράτους πρόληψης και κοινωνικού κράτους. Ετσι διαπιστώνονται προσμείξεις ως προς τις μεθόδους δράσης των δύο πολιτειολογικών τύπων, όπως οι προληπτικές πολιτικές δημόσιας υγείας. Η πανδημία αποτελεί τη στιγμή που το κοινωνικό κράτος πρόληψης εμφανίζεται να εκδιπλώνει όλες αυτές τις λειτουργίες του».
Το μέλλον και η δυτική κοινωνία
Προφανώς, οι λειτουργίες αυτές δεν μας προξενούν ανησυχία για εξαιρετικές καταστάσεις, αλλά για τη δυνατότητα παγίωσής τους σε καιρούς κανονικότητας. «Η μετάβαση από την επιτήρηση με τους όρους της παραδοσιακής ηλεκτρονικής παρακολούθησης, που αποσκοπεί στην καταπολέμηση της εγκληματικότητας, σε μια νέα εποχή όπου η βιομετρική παρακολούθηση θα επιτρέπει την ανίχνευση των ψυχολογικών αντιδράσεων των πολιτών εν ονόματι της δημόσιας υγείας, θα συνιστούσε μια κοσμοϊστορική μεταβολή. Η 11η Μαρτίου 2020, ημέρα κήρυξης της πανδημίας, μπορεί να αποτελεί το ορόσημο για την επιβολή ασφυκτικής επιτήρησης των ατομικών φρονημάτων και των κοινωνικών συμπεριφορών, που θα έκανε τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων μετά τις τρομοκρατικές ενέργειες της 11ης Σεπτεμβρίου να θεωρούνται ελάσσονος σημασίας».
Συνέβαλε η κρίση του κορωνοϊού στην πρόσφατη ανάφλεξη στις Ηνωμένες Πολιτείες; «Η πανδημία επέτεινε όλες τις μορφές ανισότητας, μεταξύ των οποίων και τις φυλετικές. Παραφράζοντας τον Ζαν-Πολ Σαρτρ, η πανδημία αποτέλεσε έναν αυξητικό παράγοντα των ανισοτήτων: χτυπάει τη δυστυχία, φειδωλεύεται τους ισχυρούς. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ ήταν πράγματι ο ακαταλληλότερος άνθρωπος την πιο ακατάλληλη στιγμή για να διαχειριστεί την όξυνση των φυλετικών, κοινωνικών και άλλων ανισοτήτων στις ΗΠΑ».
Και η Ευρωπαϊκή Ενωση; Τη δεδομένη στιγμή φαίνεται να επικρατεί νηνεμία, δεν συνέβαινε το ίδιο όμως νωρίτερα. «Η πανδημία επιδείνωσε τις ασυμμετρίες στο εσωτερικό της ΕΕ και αποκάλυψε την έλλειψη αλληλεγγύης μπροστά σε έναν «εξωτερικό εχθρό», για τον οποίο ουδείς μπορούσε να προσάψει ευθύνη σε επιμέρους εθνικά κράτη, όπως συνέβη με τη δημοσιονομική κρίση προ δεκαετίας. Ο πρόεδρος Μακρόν προειδοποίησε ότι, αν δεν θεσπιστεί ένα ευρωπαϊκό ταμείο που να μπορεί να εκδώσει κοινό χρέος με μια κοινή εγγύηση, η επικράτηση των λαϊκιστών στην Ιταλία, στην Ισπανία, ίσως και στη Γαλλία θα είναι αναπόφευκτη, οδηγώντας στην κατάρρευση της ΕΕ ως πολιτικού εγχειρήματος. Σήμερα υπάρχει ελπίδα να ληφθούν σημαντικά μέτρα, όμως οι διαπραγματεύσεις δεν έχουν τελειώσει. Θεωρώ ότι από την έκβασή τους θα κριθεί το μέλλον της ΕΕ».