ΚΟΜΜΑΤΟΚΡΑΤΙΑ ΚΑΙ ΔΙΑΦΘΟΡΑ

Εφημερίδα “ΕΘΝΟΣ”, 14/7/2009

Καθώς πληθαίνουν οι αποκαλύψεις για το σκάνδαλο Siemens αναδεικνύεται πόσο βαθιά έχει αλλοιωθεί όχι μόνο η λειτουργία βασικών θεσμών της πολιτείας, αλλά και οι ίδιες οι αντιλήψεις της κοινωνίας γι’ αυτούς. Πώς, δηλαδή, η κομματοκρατία και η διαφθορά εκλαμβάνονται πλέον ως κάτι δεδομένο και «φυσιολογικό».
Στο επίκεντρο της διαφθοράς και της διαστρέβλωσης των θεσμών εντοπίζεται ο τρόπος με τον οποίο αναπαράγονται και ασκούν τον θεσμικό τους ρόλο τα πολιτικά κόμματα. Αδιαφανείς χρηματοδοτήσεις, απουσία αξιόπιστων εσωτερικών μηχανισμών δημοκρατικού ελέγχου, έλλειψη ουσιαστικής λογοδοσίας για τις κομματικές δαπάνες, άδηλες ή έκνομες οικονομικές συναλλαγές, νομή της εξουσίας κατά τρόπο ώστε να αντλούνται οικονομικά οφέλη για το κόμμα, διευκολύνοντας την προεκλογική προετοιμασία του αλλά και χρηματοδοτώντας δραστηριότητες εκτός των θεμιτών σκοπών του. Ταυτόχρονα, οι υπέρογκες εκλογικές δαπάνες των υποψήφιων βουλευτών, ως αποτέλεσμα του συστήματος του σταυρού προτίμησης, τους καθιστούν ομήρους κρυφών ιδιωτικών χρηματοδοτήσεων ή «διευκολύνσεων» από κέντρα επικοινωνιακής και οικονομικής ισχύος, που ασφαλώς προσφέρουν τις ενισχύσεις τους με το αζημίωτο, προσδοκώντας στη μελλοντική «εύνοια» των πολιτικών.
Ολα τα προηγούμενα είναι γνωστά, όπως και το γεγονός ότι μέσα σε αυτή τη συμφωνία συνενοχής και συγκάλυψης ορισμένοι εκπρόσωποι της πολιτικής τάξης δεν περιορίζονται στην άντληση πόρων για τη χρηματοδότηση των εκλογικών δαπανών τους και των λοιπών αναγκών «αναπαραγωγής» τους, αλλά αυξάνουν προκλητικά την ατομική περιουσία τους. Όμως σοβαρές ενδείξεις ή αποδείξεις μέχρι πρότινος δεν υπήρχαν. Είκοσι χρόνια, ωστόσο, μετά την υπόθεση Κοσκωτά, το σκάνδαλο Siemens φέρνει στην επιφάνεια ορισμένα ίχνη για όσα οι πολίτες υποπτεύονται. Είναι μάλιστα καθοριστικής σημασίας ότι κορυφαίοι πολιτικοί ευθαρσώς δηλώνουν ότι έτσι λειτουργεί το πολιτικό μας σύστημα και ουδείς θα έπρεπε να εκπλήσσεται.
Ποιος αμφιβάλλει για τον τρόπο που χρηματοδοτούνται σήμερα τα κόμματα και οι πολιτικοί; Ποιος τους ελέγχει; Ποιος εμπιστεύεται τους εικονικούς ισολογισμούς που δημοσιεύουν τα κόμματα, όταν άλλωστε τα διπλά βιβλία αποτελούν κοινό τόπο στο πλαίσιο της παραοικονομίας; Ποιοι πείθονται από το κατ’ ουσίαν ανέλεγκτο πόθεν έσχες των βουλευτών; Πώς μπορεί να περιμένει κανείς να παρέμβει αποτελεσματικά η Δικαιοσύνη όταν ποικίλες μορφές εξάρτησης τη συνδέουν με την πολιτική τάξη;
Οι πολίτες φοβούνται το κενό εξουσίας και την ακυβερνησία. Παρ’ όλο που το βαρόμετρο της Διεθνούς Διαφάνειας αποκαλύπτει ότι 6 στους 10 Έλληνες χαρακτηρίζουν τα κόμματα διεφθαρμένα και η εκλογική αποχή ανέρχεται στο υψηλότερο επίπεδο διαχρονικά, ωστόσο το κομματικό σύστημα φαίνεται να αντέχει. Εάν όμως η υποψία καταστεί βεβαιότητα, η αγανάκτηση και η δυσθυμία των πολιτών δεν αποκλείεται να λάβουν απρόβλεπτη τροπή. Η απουσία σοβαρών μηχανισμών δημόσιου ελέγχου ενδέχεται να υποκατασταθεί, σε μια τέτοια περίπτωση, από τη δημόσια διαπόμπευση των συνενόχων. Τα κρίσιμα ερωτήματα είναι ποιοι θα ωφεληθούν από μια τέτοια «πολιτική πανδημία» και εάν υπάρχει πλέον δυνατότητα για αναδιοργάνωση των όρων διεξαγωγής της πολιτικής.