Συνέντευξη στον Βασίλη Σκουρή, Dnews 6.10.2024
Με αφορμή το Συνέδριο που διοργανώνει την ερχόμενη Τρίτη 8.10.2024 και ώρα 4.00-8.30 μ.μ. το Κέντρο Ευρωπαϊκού Συνταγματικού Δικαίου – Ίδρυμα Θεμιστοκλή και Δημήτρη Τσάτσου, με θέμα Η στιγμή της Μεταπολίτευσης (Ιούλιος 1974-Αύγουστος 1975): Τα κρίσιμα συνταγματικοπολιτικά ζητήματα, (Ινστιτούτο Γκαίτε, Ομήρου 14-16 Αθήνα), θέσαμε ορισμένες ερωτήσεις στον επικεφαλής του Κέντρου, καθηγητή Ξενοφώντα Κοντιάδη για τις θεματικές και τη σημασία του Συνεδρίου.
Γιατί επιλέξατε να οριοθετήσετε την περίοδο που εξετάζει το Συνέδριο από τον Ιούλιο του 1974 έως τον Αύγουστο του 1975;
Τιμώντας την επέτειο των 50 χρόνων από την αποκατάσταση της δημοκρατίας, το Κέντρο Ευρωπαϊκού Συνταγματικού Δικαίου διοργανώνει το Συνέδριο, με σκοπό όχι μία συνολική αποτίμηση της Μεταπολίτευσης με την ευρεία έννοια που χρησιμοποιείται ο όρος, δηλαδή όλη η περίοδος της Γ’ Ελληνικής Δημοκρατίας, αλλά διερευνώντας συστηματικά και σε βάθος τα κρίσιμα συνταγματικά και θεσμικά γεγονότα κατά την πρώτη φάση μετάβασης από τη δικτατορία στη σταθεροποίηση του δημοκρατικού πολιτεύματος. Ορίσαμε αυτή την πρώτη φάση μετάβασης με αφετηρία την 24η Ιουλίου 1974, όταν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής σχηματίζει την Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας και καταλήγοντας τον Αύγουστο του 1975, όταν ολοκληρώνεται η δίκη των πρωταιτίων της 21ης Απριλίου και ξεκινάει στο στρατοδικείο η δίκη των βασανιστών του ΕΑΤ-ΕΣΑ.
Κατά την περίοδο αυτών των δώδεκα περίπου μηνών, που χαρακτηρίζεται από τον εξαιρετικά πυκνό ιστορικό και συνταγματικό χρόνο, τίθενται οι βάσεις για την ομαλή λειτουργία του πολιτικού συστήματος.
Πώς αξιολογείτε αυτούς τους πρώτους μήνες μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας από άποψη θεσμικοπολιτική;
Η δύσβατη αλλά και αποφασιστική μετάβαση στη δημοκρατία κατά την περίοδο που εξετάζουμε σημαδεύεται κυρίως από τη νομιμοποίηση του ΚΚΕ με την κατάργηση του αναγκαστικού νόμου 509/1947, από την κάθαρση στον στρατό, τη δικαιοσύνη, τα πανεπιστήμια και τη δημόσια διοίκηση, τις αδιάβλητες εκλογές της 17ης Νοεμβρίου, κατά τις οποίες αναδεικνύεται η Ε’ Αναθεωρητική Βουλή, το δημοψήφισμα της 8ης Δεκεμβρίου στο οποίο επιλύεται οριστικά το πολιτειακό υπέρ της προεδρευόμενης δημοκρατίας, τις δίκες των πρωταιτίων, των βασανιστών και των υπευθύνων για τη βίαιη καταστολή της εξέγερσης του Πολυτεχνείου και βέβαια από τη συζήτηση και την ψήφιση του νέου Συντάγματος.
Ένα σημαντικό γεγονός της περιόδου ήταν οι δίκες της Χούντας και των συνεργατών της.
Στις 21 Ιουλίου 1975 ξεκινάει η δίκη των αξιωματικών που επιχείρησαν το πραξικόπημα της 24ης Φεβρουαρίου 1975 και στις 27 Ιουλίου η δίκη των πρωταιτίων της 21ης Απριλίου. Στις 7 Αυγούστου ξεκινάει η δίκη των βασανιστών του ΕΑΤ-ΕΣΑ. Στις 24 Αυγούστου κηρύσσεται η ενοχή για εσχάτη προδοσία και επιβάλλεται η ποινή του θανάτου στον Παπαδόπουλο, τον Παττακό και τον Μακαρέζο, η οποία μετατρέπεται σε ισόβια κάθειρξη μετά από πρόταση της Κυβέρνησης Καραμανλή. Σε άλλους 8 πρωταίτιους επιβάλλεται η ποινή της ισόβιας κάθειρξης. Τα νομικά ζητήματα που τέθηκαν και στις τρεις μεγάλες δίκες, στις οποίες περιλαμβάνονται η δίκη των πρωταιτίων, η δίκη των βασανιστών και η δίκη για τα εγκλήματα που διαπράχθηκαν για την εξέγερση του Πολυτεχνείου, είναι σύνθετα και εξαιρετικά ενδιαφέροντα, τόσο από τη σκοπιά του συνταγματικού όσο και του ποινικού δικαίου. Σημειωτέον ότι στο διάταγμα της 26ης Ιουλίου 1974, με το οποίο αμνηστεύτηκαν όλα τα πολιτικά αδικήματα κατά της Χούντας και απελευθερώθηκαν οι πολιτικοί κρατούμενοι, φαινόταν να καλύπτονται και οι πρωταίτιοι του πραξικοπήματος, ενδεχομένως σκόπιμα ενόψει της εξαιρετικά επισφαλούς κατάστασης στην οποία βρισκόταν η χώρα τις πρώτες μέρες της Μεταπολίτευσης. Χρειάστηκε να περάσουν αρκετοί μήνες μέχρι το Δ’ Ψήφισμα της Βουλής στις 18ης Ιανουαρίου 1975 για να διακηρυχθεί ότι «η δημοκρατία δικαίω ουδέποτε κατελύθη» και να χαρακτηριστούν οι Κυβερνήσεις της Χούντας ως Κυβερνήσεις βίας.
Υπήρξε πράγματι κάθαρση στη δικαιοσύνη, τον στρατό και τα πανεπιστήμια από τους συνεργάτες της δικτατορίας;
Ως προς την κάθαρση στον στρατό, τα σώματα ασφαλείας, τη δικαιοσύνη και τα πανεπιστήμια, στις μεν ένοπλες δυνάμεις οι αποστρατεύσεις έγιναν σταδιακά για προφανείς λόγους και με μεγάλη προσοχή, αφού προηγουμένως είχε διασφαλιστεί ο έλεγχος των ενόπλων δυνάμεων από την Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας και στη συνέχεια από την πρώτη πολιτική Κυβέρνηση Καραμανλή. Στη δικαιοσύνη οι διώξεις ήταν περιορισμένες και περιέλαβαν όσους αποδέχθηκαν υπουργικές θέσεις κατά την επταετία και όσους συναίνεσαν σε απολύσεις δικαστικών λειτουργών. Επιπλέον παραπέμφθηκαν στα πειθαρχικά όργανα όσοι δικαστές είχαν προαχθεί στα προεδρεία των ανωτάτων δικαστηρίων. Αντίθετα, ευρύτερη ήταν η κάθαρση στα πανεπιστήμια, από τα οποία απολύθηκαν περίπου 40 καθηγητές και υφηγητές και επιβλήθηκε η ποινή της προσωρινής παύσης σε άλλους τόσους.
Πώς κρίνετε σήμερα, μισό αιώνα μετά, τη διαδικασία σύνταξης του Συντάγματος του 1975 από τη Βουλή που προέκυψε από τις εκλογές της 17ης Νοεμβρίου 1974;
Η τελική πράξη αποκατάστασης του δημοκρατικού κράτους δικαίου είναι ασφαλώς η ψήφιση του Συντάγματος του 1975 και η θέση του σε ισχύ στις 11 Ιουνίου. Παρ’ όλο που ο χαρακτηρισμός της ως αναθεωρητικής Βουλής αποσκοπούσε να θέσει όρια στο έργο της, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι επρόκειτο για την άσκηση συντακτικής εξουσίας. Η σύγκρουση μεταξύ της κυβερνητικής πλειοψηφίας και όλων των κομμάτων της αντιπολίτευσης, που αποχώρησαν από την τελική φάση της συζήτησης και την ψήφιση του Συντάγματος, οφειλόταν στη διαφωνία για τις αρμοδιότητες του Προέδρου της Δημοκρατίας. Το ζήτημα αυτό λύθηκε βέβαια μια δεκαετία αργότερα με την αναθεώρηση του 1986 και έκτοτε ο συνταγματικοπολιτικός διάλογος συνεχίζει να αναζητεί αντίβαρα απέναντι στη δεσπόζουσα θέση του Πρωθυπουργού. Ωστόσο, παρά τις αστοχίες και τις αναγκαίες βελτιώσεις που χρήζει το Σύνταγμά μας, αυτό συνέβαλε ουσιωδώς στην ομαλή λειτουργία του πολιτεύματος.
Αν ανατρέξει κανείς στις συζητήσεις που διεξήχθησαν στην Ε’ Αναθεωρητική Βουλή ανάμεσα στις μεγάλες πολιτικές προσωπικότητες εκείνης της περιόδου, τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, τον Ανδρέα Παπανδρέου, τον Γεώργιο Μαύρο, τον Ηλία Ηλιού, αλλά και τον Κωνσταντίνο Τσάτσο, τον Γεώργιο-Αλέξανδρο Μαγκάκη, τον Δημήτρη Τσάτσο, τον Κωνσταντίνο Παπακωνσταντίνου και πολλούς άλλους, θα διαπιστώσει ότι το Σύνταγμα του 1975 ήταν προϊόν μιας εξαιρετικά γόνιμης, συναρπαστικής θα έλεγα συζήτησης. Δυστυχώς τέτοιες προσωπικότητες απουσιάζουν σήμερα από τον κοινοβουλευτικό βίο.
Ποια είναι η σημασία εκείνης της πρώτης μεταπολιτευτικής περιόδου για τη λειτουργία της Γ’ Ελληνικής Δημοκρατίας μέχρι σήμερα;
Η λειτουργία των θεσμών στην Ελλάδα δεν είναι ανέφελη. Ωστόσο οι παθογένειες και οι ανωμαλίες στον πολιτικό βίο, που είχαν ως αφετηρία τον Εθνικό Διχασμό το 1915, έκλεισαν οριστικά 60 χρόνια αργότερα με την ψήφιση του Συντάγματος του 1975 και τις θεσμικές αποφάσεις που λήφθηκαν τους πρώτους δώδεκα μήνες της Μεταπολίτευσης. Στο έργο αυτή της περιόδου οφείλουμε να επιστρέφουμε, αναδεικνύοντας τη σημασία του και τις γόνιμες πολιτικές και επιστημονικές συζητήσεις που πραγματοποιήθηκαν. Πρόκειται για μια περίοδο που χαρακτηρίστηκε επίσης από το ενεργό ενδιαφέρον, τη συμμετοχή και ως ένα βαθμό τη ριζοσπαστικοποίηση των πολιτών. Ίσως αυτό που λείπει περισσότερο από όλα σήμερα είναι αυτή η πολιτική συμμετοχή, ο ανθρωπότυπος του ενεργού πολίτη που αποτελεί προϋπόθεση για την εύρυθμη λειτουργία της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας.