ΠΑΙΔΙΑ ΕΝΟΣ ΚΑΤΩΤΕΡΟΥ ΘΕΟΥ

Εφημερίδα “ΕΘΝΟΣ”, 27/7/2010

Ορισμένες αποφάσεις λαμβάνονται στις σύγχρονες δημοκρατίες, που (θεωρείται ότι) εμφορούνται από τις αρχές της νεωτερικότητας, με γνώμονα την κοινωνική ωφελιμότητα ή το δημόσιο συμφέρον. Κάποιες άλλες θεμελιώνονται κατά βάση σε ανθρωπιστικές αξίες, σε κριτήρια αποτελεσματικότητας ή σε ηθικοπολιτικές επιταγές, που συχνά βρίσκουν έρεισμα σε κανόνες συνταγματικής περιωπής. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, στις (αυτο)αποκαλούμενες πολιτισμένες κοινωνίες αναγνωρίζεται η υποχρέωση της πολιτείας να μεριμνά για εκείνους που τελούν σε δυσμενέστερη θέση ή, λόγω ειδικών συνθηκών, χρήζουν ιδιαίτερης μεταχείρισης.
Τι από τα προηγούμενα τηρεί το ελληνικό κράτος αποτελεί ένα κρίσιμο ερώτημα. Υπάρχουν, ωστόσο, επιμέρους πολιτικές επιλογές που αναδεικνύουν όχι απλά τον πλήρη παραμερισμό κάθε κριτήριου λήψης αποφάσεων, αλλά ακραία αναλγησία και ανεπάρκεια των κρατούντων. Πώς αλλιώς μπορεί να χαρακτηριστεί και να εξηγηθεί η διαπίστωση της «μέριμνας» που απολαμβάνουν 180.000 παιδιά με αναπηρίες και μαθησιακές δυσκολίες, από τα οποία μόνο 13.500 έχουν πρόσβαση σε κάποιου είδους πρωτοβάθμια εκπαίδευση και μόλις 10% από αυτά σε δευτεροβάθμια; Με κριτήρια ηθικής τάξης, πρόκειται για μια κατάσταση που αντιστοιχεί στη λογική του Καιάδα. Με κριτήρια αποδοτικότητας ή κοινωνικής ωφελιμότητας δεν συνιστά τίποτα διαφορετικό από καταδίκη ενός σημαντικού τμήματος των νέων ανθρώπων στον χείριστης μορφής αποκλεισμό από την κοινωνική, πολιτική, πολιτιστική και οικονομική ζωή της χώρας και την περιχαράκωσή τους σε έναν κόσμο εξάρτησης από τη φροντίδα οικείων ή εθελοντών.
Ένα κατ’ εξακολούθηση έγκλημα τελείται στην Ελλάδα του 21ου αιώνα. Έγκυρες μελέτες έχουν αποδείξει ότι, ανεξάρτητα από αξιακά κριτήρια, ο αποκλεισμός αυτών των ανθρώπων και η «αιχμαλωσία» των οικογενειών τους επιφέρει τεράστιες οικονομικές και κοινωνικές απώλειες. Συνεπώς, όσοι δεν αντιλαμβάνονται τη σημασία των συνταγματικών επιταγών για κοινωνική ενσωμάτωση των ατόμων με αναπηρίες, για ίσες ευκαιρίες στα παιδιά ανεξαρτήτως ιδιαιτεροτήτων, για σεβασμό της αξίας του ανθρώπου και δωρεάν υποχρεωτική εκπαίδευση όλων, ας αναλογιστούν τουλάχιστον την οικονομική διάσταση της έλλειψης ειδικών σχολείων και κέντρων εκπαίδευσης αυτών των παιδιών.
Δεν είναι λίγα τα παραδείγματα ιδιοφυών ανθρώπων που γεννήθηκαν με αναπηρίες ή μαθησιακές δυσκολίες και, χάρη στις ευκαιρίες που προσφέρει η πολιτεία στις περισσότερες χώρες της Δύσης, ανέπτυξαν τις ειδικές τους ικανότητες προς όφελος της επιστήμης, της τέχνης και της κοινωνίας. Ας μη σταθούμε όμως σε αυτούς. Κάθε παιδί με αναπηρία έχει ίσως ειδικές ανάγκες, όμως δικαιούται να λάβει στοιχειώδεις ευκαιρίες ώστε να αναπτύξει τις ειδικές του ικανότητες. Δικαιούται να ενταχθεί στην κοινωνική και οικονομική ζωή, να έχει πρόσβαση σε βασικά αγαθά, ξεκινώντας από την εκπαίδευση ως προϋπόθεση για εργασία, συμμετοχή, επικοινωνία. Σήμερα υπάρχουν παιδιά ενός κατώτερου θεού, ακριβώς επειδή οι κρατούντες επιλέγουν να τα καταστήσουν τέτοια. Η παρούσα κυβέρνηση οφείλει να ακολουθήσει τις συνταγματικές επιταγές, τις προτάσεις του αναπηρικού κινήματος και τις δικές της εξαγγελίες, αναλαμβάνοντας επιτέλους έμπρακτα την ευθύνη γι’ αυτά τα παιδιά. Η οικονομική κρίση δεν συνιστά άλλοθι για παράταση της ολιγωρίας εις βάρος τους.