ΤΙ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΚΑΛΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ;

Εφημερίδα “Βήμα της Κυριακής”, 30/11/2014

(σε συνεργασία με την Αλκ. Φωτιάδου)

 Το Σύνταγμά μας πρέπει να αναθεωρηθεί. Σε αυτό συμφωνούμε οι περισσότεροι. Εκεί όπου διαπιστώνονται διαφωνίες είναι για ποιους λόγους και σε ποια κατεύθυνση πρέπει να αναθεωρηθεί. Πάνω στα δύο αυτά ζητήματα ο καθηγητής Γ. Τσεμπελής με άρθρα του στο «Βήμα της Κυριακής» (5.10 και 23.11.2014) υποστηρίζει μια άποψη που, αν δεν ήταν αποπροσανατολιστική, θα χαρακτηριζόταν απλώς επιστημονικά αστήρικτη. Τι δέχεται αυτή η άποψη; Οτι η έκταση του Συντάγματος επιδρά αρνητικά στο κατά κεφαλήν εισόδημα. Κατασκευάζει, δηλαδή, μια αιτιώδη σχέση ανάμεσα στον αριθμό λέξεων του συνταγματικού κειμένου και στον πλούτο ή στη φτώχεια μιας χώρας υποστηρίζοντας ότι τα μακροσκελή Συντάγματα προκαλούν φτώχεια.
 
Πώς επιχειρείται να αποδειχθεί η άποψη αυτή; Μετρώντας τις λέξεις των Συνταγμάτων σε όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ και συσχετίζοντας τον αριθμό τους με το κατά κεφαλήν εισόδημα κάθε χώρας. Οι αριθμοί όμως ασφαλώς δεν αρκούν, παρότι ενίοτε προσφέρουν σε κάθε επιχείρημα έναν μανδύα επιστημονικοφάνειας, όσο εξωφρενικό και αν είναι. Ετσι προτείνεται ένα εξηγητικό όχημα που βασίζεται σε λογικά άλματα, επιστημολογικές αστοχίες και μια σαφή πολιτική προδιάθεση: υποστηρίζεται, δηλαδή, πως ο λόγος που τα μακροσκελή Συντάγματα, μεταξύ των οποίων κατατάσσεται και το ελληνικό, είναι κακά Συντάγματα συνίσταται στο ότι «περιορίζουν ασφυκτικά τους λαούς για τους οποίους συντάχθηκαν». Ως ιδιαίτερα περιοριστικές θεωρεί η αντίληψη αυτή τις διατάξεις που κατοχυρώνουν κοινωνικά δικαιώματα, όσες διευκολύνουν τον δικαστικό έλεγχο της πολιτικής εξουσίας και εκείνες που θέτουν όρια στην ελεύθερη οικονομία.
 
Ποιο είναι το συμπέρασμα; Πολύ απλά, προτείνεται να απογυμνωθεί το Σύνταγμα από αυτές τις «περιττές» ρυθμίσεις και να μετατραπεί σε ένα συνοπτικό κείμενο που θα αντιστοιχεί σε ένα «ελάχιστο κράτος». Βρέθηκε συνεπώς μια μαγική συνταγή για τις παθογένειες της ελληνικής οικονομίας και το χαμηλό κατά κεφαλήν εισόδημα: να συρρικνώσουμε το Σύνταγμά μας, ξεχνώντας βέβαια ότι χώρες όπως η Γερμανία ή η Αυστρία, με ισχυρές οικονομίες, έχουν μακροσκελέστερα Συντάγματα από το ελληνικό.
 
Η μελέτη του Γ. Τσεμπελή δεν είναι η πρώτη που συσχετίζει την έκταση του Συντάγματος με το κατά κεφαλήν εισόδημα. Προηγήθηκαν σοβαρές έρευνες, όπως του Montenegro το 1995 και του Voigt το 2009, οι οποίες όμως ευλόγως προτείνουν διαφορετικά εξηγητικά σχήματα και δεν προχωρούν σε απλουστεύσεις. Θα ρωτήσει κανείς: Είναι λοιπόν τυχαία η σχέση της έκτασης των Συνταγμάτων με τον πλούτο ή τη φτώχεια μιας χώρας; Εχουμε αναλύσει διεξοδικά σε πρόσφατη επιστημονική μας μελέτη τους πραγματικούς λόγους αυτής της σχέσης, που συναρτώνται με μεταβλητές όπως ο βαθμός σταθερότητας των πολιτικών και οικονομικών θεσμών, το επίπεδο κοινωνικής συνοχής, οι πολιτειακές κρίσεις και οι εξωτερικές ή εσωτερικές συγκρούσεις στην ιστορική διαδρομή ενός κράτους, η δομή του δικαστικού συστήματος, η πολιτική κουλτούρα, η κρατική αποτελεσματικότητα κ.ά. Θα περιοριστούμε εδώ σε δύο μόνο παρατηρήσεις:
 
α. Η υποστήριξη μιας υποτιθέμενης αιτιώδους συνάφειας μεταξύ μακροσκελών Συνταγμάτων και φτώχειας υποπίπτει στο λογικό σφάλμα να αγνοεί αυτό που ο J. Elster αποκαλεί «συσχετιστική απόφανση», δηλαδή τις περιπτώσεις που δύο συμβάντα είναι κοινό αποτέλεσμα ενός τρίτου συμβάντος. Στην πραγματικότητα, ούτε τα μακροσκελή Συντάγματα είναι υπεύθυνα για τη φτώχεια ούτε το αντίστροφο, αλλά και τα δύο οφείλονται σε μια σειρά άλλων παραγόντων.
 
β. Το να «παίζουμε» με το Σύνταγμα χρησιμοποιώντας ποσοτικά κριτήρια όπως ο αριθμός των λέξεων μπορεί να αποβεί επικίνδυνο. Κάθε παρέμβαση στο συνταγματικό κείμενο, ακόμη και οι εκ πρώτης όψεως υποτυπώδεις, ενδέχεται να επιφέρει απροσδόκητες επιπτώσεις στη νομολογία, στις σχέσεις μεταξύ κρατικών οργάνων και στη λειτουργία των θεσμών. Οι ποσοτικοί δείκτες στη νομική επιστήμη αποτελούν ένα ενίοτε χρήσιμο εργαλείο, εφόσον δεν ερμηνεύονται αυθαίρετα, όμως μόνο συμπληρωματικά προς την ποιοτική ανάλυση.
 
Ιδανικό Σύνταγμα δεν υπάρχει. Το πρόβλημα του εύρους των προς ρύθμιση πεδίων και της λεπτομερειακότητας των συνταγματικών διατάξεων μπορεί να λυθεί μόνο με αναγωγή στις πραγματικές συνθήκες. Τα μακροσκελέστερα Συντάγματα απηχούν σε τελική ανάλυση δυσπιστία έναντι όλων των κρατικών εξουσιών. Αν ένα Σύνταγμα κρίνεται καλό ή κακό δεν είναι αξιολογήσιμο με βάση τη λεκτική οικονομία του αλλά με γνώμονα αν ρυθμίζει με τρόπο αποτελεσματικό, εφαρμόσιμο και νομιμοποιημένο εκείνα τα πεδία άσκησης της κρατικής εξουσίας και οργάνωσης της κοινωνικής συμβίωσης που χρήζουν ρύθμισης σε μια συγκεκριμένη πολιτεία. Εχει δίκιο ο Γ. Τσεμπελής ότι το Σύνταγμά μας χρήζει αναθεώρησης, αλλά όχι για τους λόγους που επικαλείται ούτε με τη μέθοδο που υποδεικνύει. Η εφαρμογή μιας τέτοιας μεθόδου θα αποτελούσε ακόμη μεγαλύτερο λάθος από όσα έχουν έως σήμερα διαπραχθεί.