Πρώτο Θέμα, 28/07/19
Τόσο τα αποτελέσματα των Ευρωεκλογών όσο και το νέο κομματικό σύστημα που διαμορφώνεται μετά τις βουλευτικές εκλογές της 7ης Ιουλίου δεν μπορούν να θεωρηθούν θετική έκβαση για την Κεντροαριστερά στην Ευρώπη και την Ελλάδα. Στην Ευρώπη, παρότι οι δυνάμεις της λαϊκιστικής και ευρωσκεπτικιστικής Ακροδεξιάς δεν ενισχύθηκαν στον βαθμό που αναμενόταν, οι απώλειες για τις δυο παραδοσιακές πολιτικές οικογένειες, Χριστιανοδημοκράτες και Σοσιαλδημοκράτες, ήταν ευρείες. Οι ψηφοφόροι της Κεντροαριστεράς στράφηκαν προς του Πράσινους και τα κόμματα του προοδευτικού Κέντρου, αφήνοντας πίσω τους Σοσιαλδημοκράτες στη Γερμανία, τη Γαλλία και άλλες χώρες όπου η Σοσιαλδημοκρατία έχει βαθιές ρίζες.
Στο εσωτερικό μέτωπο, αν και η Κεντροαριστερά εμφανίζεται ενισχυμένη σε σύγκριση προς τα εκλογικά αποτελέσματα του 2015 και των Ευρωεκλογών, ωστόσο η ανθεκτικότητα που επέδειξε ο ΣΥΡΙΖΑ και η στροφή του προς το πολιτικό Κέντρο τείνουν να διαμορφώσουν ένα νέο δικομματισμό, στο πλαίσιο του οποίου ο γνήσιος εκφραστής της Σοσιαλδημοκρατίας φαίνεται στρατηγικά να μην διαδραματίζει πρωταγωνιστικό ρόλο. Ο ΣΥΡΙΖΑ παγίωσε την επιρροή του σε συγκεκριμένες κατηγορίες ψηφοφόρων που διαχρονικά στήριξαν την Κεντροαριστερά, ενσωματώνοντας επίσης μέρος του στελεχιακού δυναμικού της. Παράλληλα, η «αποριζοσπαστικοποίηση» του προγραμματικού λόγου του ΣΥΡΙΖΑ περιορίζει τις άμεσα ορατές διαφορές του από το ΚΙΝΑΛ.
Πού οφείλεται η καθίζηση της Σοσιαλδημοκρατίας και η υποκατάστασή της από ετερόκλητες δυνάμεις που εκφράζουν τις νέες διαιρετικές τομές της μεταβιομηχανικής εποχής; Γιατί αποκόπτεται από κοινωνικά στρώματα που εξέφραζε τις προηγούμενες δεκαετίες; Ευθύνεται η διάψευση της επαγγελίας της άμβλυνσης των ανισοτήτων και οι περιοριστικές πολιτικές που υιοθέτησαν οι κεντροαριστερές κυβερνήσεις μπροστά στην οικονομική κρίση; Η απάντηση βρίσκεται σε όλα τα προηγούμενα, με επίκεντρο όμως τη στροφή των πολιτών προς τους λαϊκιστές επειδή τα κόμματα της Κεντροαριστεράς όχι μόνο δεν ικανοποιούσαν πλέον τις διεκδικήσεις τους, αλλά δεν τις υποστήριξαν με πειστικό τρόπο. Η ανανέωση της δημοκρατίας, η εγγύηση των κοινωνικών δικαιωμάτων, η αναδιανομή του πλούτου, η διαχείριση του μεταναστευτικού αφομοιώθηκαν στην ατζέντα και άλλων πολιτικών δυνάμεων.
Στην Ελλάδα είναι προφανές, για όσους έχουν στοιχειώδη κατανόηση των διακυβευμάτων, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ενστερνίζεται τις αξίες, τον προγραμματικό λόγο και τις πολιτικές της Σοσιαλδημοκρατίας. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ενδιαφέρθηκε ούτε για τη συνεπή τήρηση των κανόνων του δημοκρατικού κράτους δικαίου, ούτε για την αναπαραγωγή της μεσαίας τάξης, ούτε για τη στήριξη του κοινωνικού κράτους και της επιχειρηματικότητας με μεταρρυθμίσεις. Αντίθετα, στράφηκε απέναντι στα προηγούμενα, απευθυνόμενος συχνά σε ευτελή ένστικτα όπως ο ρεβανσισμός, η συνωμοσιολογία και η μνησικακία.
Στον νέο δικομματισμό που προέκυψε από τις εκλογές της 7ης Ιουλίου ηττημένη είναι η Κεντροαριστερά και μάλιστα υπό δυο έννοιες: αφενός κινδυνεύει να συμπιεστεί ανάμεσα στα ισχυρά κόμματα εξουσίας, και αφετέρου, βρίσκεται αντιμέτωπη με μια «ληστρική επιδρομή» αξιών, προγραμματικού λόγου, στελεχών και ψηφοφόρων από το ΣΥΡΙΖΑ, που επιχειρεί να εμφανιστεί ως η νέα Κεντροαριστερά. Αν η αυθεντική Κεντροαριστερά δεν ανασυνταχθεί αναθεωρώντας τη στρατηγική της, τότε είναι πιθανό η πολιτική της επιρροή να συρρικνωθεί περαιτέρω. Μια τέτοια εξέλιξη θα σήμαινε την επιστροφή σε ένα πολωμένο κομματικό σύστημα, όπου τον μεσαίο χώρο θα διεκδικούν δυνάμεις που ιδεολογικοπολιτικά δεν μπορούν να τον εκφράσουν. Ωστόσο, το μεγαλύτερο σφάλμα για την Κεντροαριστερά σήμερα θα ήταν να συμπλεύσει με τον ΣΥΡΙΖΑ ως ετερόφωτος δορυφόρος του.