Υπαρκτός ο κίνδυνος παραγραφής για το έγκλημα των Τεμπών

ΕφΣυν, 15.2.2025

Τον Νοέμβριο του 2019 αναθεωρήθηκε το άρθρο 86 του Συντάγματος με ευρύτατη πλειοψηφία 274 ψήφων, τη μεγαλύτερη από κάθε άλλη διάταξη που τροποποιήθηκε. Με την αναθεώρηση καταργήθηκε η σύντομη αποσβεστική προθεσμία που προβλεπόταν για την ποινική δίωξη μελών και πρώην μελών της κυβέρνησης και υφυπουργών για αδικήματα κατά την τέλεση των καθηκόντων τους. Συγκεκριμένα, η καταργηθείσα διάταξη προέβλεπε ότι «η Βουλή μπορεί να ασκήσει την κατά την παράγραφο 1 αρμοδιότητά της [δηλ. την ποινική δίωξη των υπουργών] μέχρι το πέρας της δεύτερης τακτικής συνόδου της βουλευτικής περιόδου που αρχίζει μετά την τέλεση του αδικήματος».

Ωστόσο, πέντε χρόνια μετά δεν έχει καταργηθεί η αντίστοιχη διάταξη του άρθρου 3 Ν. 3126/2003, που αποτελεί εκτελεστικό του Συντάγματος νόμο, κατά την οποία «το αξιόποινο των πράξεων των υπουργών, που αναφέρονται στο άρθρο 1 παρ. 1, εξαλείφεται με το πέρας της δεύτερης τακτικής συνόδου της βουλευτικής περιόδου που αρχίζει μετά την τέλεση της αξιόποινης πράξης, εάν ώς τότε η Βουλή δεν έχει αποφασίσει να ασκήσει ποινική δίωξη κατά του υπουργού, σύμφωνα με όσα ορίζονται στον νόμο αυτόν». Αυτό συνεπάγεται ότι αν ασκηθούν διώξεις κατά υπουργών για αδικήματα που σχετίζονται με την υπόθεση των Τεμπών μετά το τέλος της τρέχουσας συνόδου της Βουλής, δηλαδή μετά τον Ιούνιο, αυτοί θα μπορούν να επικαλεστούν την ευνοϊκή για αυτούς ρύθμιση του νόμου για να υποστηρίξουν ότι έχει εξαλειφθεί το αξιόποινο.

Τίθεται κατ’ αρχάς το ερώτημα αν η αποσβεστική προθεσμία που προβλέπεται στον νόμο συνεχίζει να ισχύει μετά την κατάργηση της αντίστοιχης συνταγματικής ρύθμισης ή έχει καταργηθεί σιωπηρά. Η γνώμη μου, όπως και άλλων συνταγματολόγων (ενδεικτικά Χ. Τσιλιώτης και Ι. Κουτσούκος με άρθρα τους στην ιστοσελίδα syntagmawatch.gr), είναι ότι η νομοθετική ρύθμιση της αποσβεστικής προθεσμίας έχει καταργηθεί από τη στιγμή που καταργήθηκε στο Σύνταγμα. Αλλωστε η βούληση του αναθεωρητικού νομοθέτη ήταν σαφής ως προς την κατάργηση της προνομιακής αυτής μεταχείρισης των υπουργών.

Ωστόσο, κατά τον αντίλογο η μη εφαρμογή νόμου που μειώνει ή εξαλείφει το αξιόποινο αντίκειται στο άρθρο 7 του Συντάγματος και στην ΕΣΔΑ. Συνεπώς, θα κληθεί το Ειδικό Δικαστήριο να κρίνει τι ισχύει στο πλαίσιο μιας αντιδικίας και άρα η επίλυση της ερμηνευτικής διαφωνίας παραμένει αβέβαιη.

Το δεύτερο ερώτημα είναι γιατί ο κοινός νομοθέτης δεν κατάργησε την επίμαχη ρύθμιση του νόμου, ώστε να εναρμονιστεί με το αναθεωρημένο Σύνταγμα. Ηταν αμέλεια; Ηταν σκόπιμο ώστε να διατηρηθεί το «παράθυρο διαφυγής» για μέλη της κυβέρνησης; Επισημαίνεται πάντως και η αμέλεια της αντιπολίτευσης να φέρει στη Βουλή σχετική πρόταση. Την απάντηση οφείλει να δώσει η κυβέρνηση.

Το τελευταίο ερώτημα είναι τι μπορεί να γίνει τώρα για να διασφαλιστεί ότι η παραπομπή και η δίκη μελών της κυβέρνησης δεν θα σκοντάψει στην αποσβεστική προθεσμία. Η απάντηση είναι ότι θα πρέπει οπωσδήποτε η παραπομπή τους να ολοκληρωθεί από τη Βουλή στην παρούσα σύνοδο, δηλαδή μέχρι τον Ιούνιο. Τυχόν περαιτέρω κωλυσιεργίες, σε συνάρτηση με την «αμέλεια» να καταργηθεί η επίμαχη νομοθετική ρύθμιση, επισύρουν μομφή για συγκάλυψη ευθυνών.