Εφημερίδα “ΕΘΝΟΣ”, 21/10/2014
Όμως το πολιτικό σκηνικό μεταβλήθηκε άρδην μετά την κρίση. Οι δίδυμες εκλογές του 2012 ανέδειξαν ένα κατακερματισμένο κομματικό τοπίο, με τα δύο πρώτα κόμματα να συγκεντρώνουν ποσοστά κάτω του 30%. Την εξέλιξη αυτή επιβεβαίωσαν τόσο οι ευρωεκλογές όσο και όλες σχεδόν οι δημοσκοπήσεις των τελευταίων τριών ετών. Ετσι το bonus των 50 εδρών στο πρώτο κόμμα όχι μόνο δεν οδηγεί σε αυτοδύναμη, μονοκομματική κυβέρνηση, αλλά ενδέχεται να δυσχεράνει την κυβερνησιμότητα της χώρας, μειώνοντας τις πιθανές κομματικές συμπράξεις για τον σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας.
Στην Ελλάδα το εκλογικό σύστημα αποτέλεσε εργαλείο της εκάστοτε πλειοψηφίας, που το προσάρμοζε κατά βούληση για να εξυπηρετήσει κομματικούς σχεδιασμούς. Αυτό αποκλείστηκε μετά τη συνταγματική αναθεώρηση του 2001, αφού τροποποίηση του εκλογικού νόμου επιτρέπεται να ισχύσει από τις μεθεπόμενες εκλογές, εκτός εάν συγκεντρωθεί αυξημένη πλειοψηφία 200 βουλευτών, οπότε εφαρμόζεται από τις ερχόμενες.
Σφάλλουν όσοι υποστηρίζουν ότι το ισχύον εκλογικό σύστημα είναι αντισυνταγματικό εν όψει της μεταβολής του κομματικού σκηνικού. Ο,τι κρίνεται πολιτικά ατελέσφορο δεν είναι κατ’ ανάγκην αντισυνταγματικό. Ομως θα αποτελούσε πολιτικό λάθος της Αριστεράς να θέσει προσκόμματα στη μεταβολή του. Μακροπρόθεσμα η Αριστερά μόνο οφέλη μπορεί να αποκομίσει από ένα σύστημα που θα αποτυπώνει στο Κοινοβούλιο τη βούληση του εκλογικού σώματος με αναλογικό τρόπο. Ενα εκλογικό σύστημα που αυξάνει υπέρμετρα τις έδρες του πρώτου κόμματος δεν είναι μόνο αντίθετο προς πάγιες εξαγγελίες του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά ενδέχεται σε επόμενη φάση να οδηγήσει σε κεντρόφυγες εσωτερικές τάσεις.