Εφημερίδα “Το Βήμα”, 24/9/2017
Ζούμε στην εποχή των fake news. Αρα οφείλουμε να είμαστε έτοιμοι να αντιμετωπίσουμε απίθανες ανακρίβειες. Στον βωμό των επικοινωνιακών παιγνίων όλοι οι κανόνες αλήθειας και ευπρέπειας παρακάμπτονται. Οι απλούστερες διαπιστώσεις γίνονται βορά επικοινωνιακών αντιστροφών. Το πασίδηλο και το αυτονόητο μετατρέπονται σε ύποπτη ή αδιανόητη σκοπιμότητα. Η συνωμοσιολογία απορρίπτει την κοινή λογική και ευφάνταστες ακροβασίες παρουσιάζονται ως ευρηματικές λύσεις. Από την περίφημη φράση «με ένα άρθρο, σε έναν νόμο, θα σκίσουμε τα μνημόνια», που συγκίνησε χιλιάδες πολίτες, μέχρι τον ισχυρισμό ότι κάποιος εφευρετικός νους θα επιτύχει σε χρόνο μηδέν εκεί όπου τεχνολογικά και θεσμικά πιο προηγμένα κράτη δεν προχώρησαν, η απόσταση είναι μικρή.
Η πρόκληση της ηλεκτρονικής ψηφοφορίας είναι αναμφίβολα γοητευτική. Δεν χρειάζεται να διαστρεβλώνεται η πραγματικότητα και να αποκρύπτονται οι αδυναμίες της για να διατηρήσει τη λάμψη του μοντέρνου. Ομως οι πολίτες πρέπει να γνωρίζουν την αλήθεια για να αποφασίσουν, να έχουν επίγνωση των πλεονεκτημάτων και των ρίσκων κάθε συστήματος διεξαγωγής των δημοκρατικών διαδικασιών. Δυστυχώς, η αλήθεια διαστρεβλώνεται με τα σφάλματα και τα λογικά άλματα στα οποία υποπίπτει ο κ. Α. Δρυμιώτης στο «Βήμα της Κυριακής» (17.9.2017) για να απαντήσει σε άρθρο μου στα «Νέα» (14.9.2017), όπου υποστηρίζω ότι η ηλεκτρονική ψηφοφορία στην Κεντροαριστερά είναι ένα πολύ σημαντικό βήμα, υπό την προϋπόθεση ότι θα συνοδεύεται από δοκιμασμένες και πειστικές εγγυήσεις.
Ο κ. Δρυμιώτης ισχυρίζεται ότι ένα υπό διαμόρφωση κόμμα στην Ελλάδα, με περιορισμένους πόρους, μπορεί να οργανώσει σε έξι εβδομάδες μια αδιάβλητη, μυστική, αξιόπιστη και μαζική εκλογική διαδικασία με ηλεκτρονική ψηφοφορία σε εθνικό επίπεδο και μάλιστα με ανοιχτό κατάλογο ψηφοφόρων, όπου θα ψηφίζει κάθε ενδιαφερόμενος, με βάση ένα καινοφανές μοντέλο που δεν έχει υιοθετηθεί από καμία χώρα στον κόσμο. Παρότι ψηφιακές υπερδυνάμεις με θωρακισμένους θεσμούς δεν τόλμησαν, παρότι διακυβερνητικοί οργανισμοί και Συνταγματικά Δικαστήρια, διεθνούς κύρους πανεπιστήμια και ερευνητικά ινστιτούτα, καθηγητές Πληροφορικής και εξειδικευμένοι νομικοί εξέφρασαν ισχυρές επιφυλάξεις, ο κ. Δρυμιώτης διαβεβαιώνει μετ’ επιτάσεως ότι η Κεντροαριστερά πρέπει να προχωρήσει, για «να πάμε μπροστά».
Κατ’ αρχάς ο κ. Δρυμιώτης δεν απαντά σε κανένα από τα ερωτήματα που έθεσα. Ο πρώτος ισχυρισμός του είναι κραυγαλέα ανακριβής. Σε αντίθεση προς όσα με έμφαση υποστηρίζει, πολυετείς δοκιμές, πολυδάπανοι πειραματισμοί, δεκάδες επιστημονικές έρευνες και εκθέσεις δεν αφορούν μόνο τις ηλεκτρονικές συσκευές καταγραφής ψήφων σε εκλογικά κέντρα, αλλά κατεξοχήν το e-voting, δηλαδή την εξ αποστάσεως, ηλεκτρονική ψηφοφορία χωρίς φυσική παρουσία. Οι πειραματισμοί αυτοί κατέληξαν στην απόρριψη του εγχειρήματος σε χώρες όπως οι ΗΠΑ, Βρετανία, Γερμανία, Νορβηγία, Ολλανδία και Αυστραλία.
Ο δεύτερος ισχυρισμός του κ. Δρυμιώτη είναι εξίσου ευφάνταστος. Αναφερόμενος στην Εσθονία, τη μοναδική χώρα στον κόσμο που εφαρμόζει την ηλεκτρονική ψηφοφορία σε εθνικές εκλογές, υποστηρίζει ότι η εκεί προβλεπόμενη διαδικασία πολλαπλών εγγυήσεων μπορεί να υποκατασταθεί από την προεγγραφή των ψηφοφόρων και την αποστολή σε αυτούς ενός PIN. Αυτό το σύστημα θεωρεί πως «είναι ακριβώς σαν της Εσθονίας», παρακάμπτοντας ότι στην ψηφιακά υπερανεπτυγμένη Εσθονία η ηλεκτρονική ψηφοφορία βασίζεται στην ψηφιακή ταυτότητα, που χορηγείται σε κάθε πολίτη έπειτα από πολλαπλές εγγυήσεις ασφαλείας. Σημειωτέον, μόλις πριν από δύο εβδομάδες εκδηλώθηκε διεθνές σκάνδαλο, επειδή διαπιστώθηκαν κενά στο σύστημα ασφαλείας των επί χρόνια δοκιμασμένων ψηφιακών ταυτοτήτων της Εσθονίας (ενδεικτικά, Financial Times, Red faces in Estonia over ID card security flaw, 5.9.2017). Σημειωτέον, επίσης, ότι η Νορβηγία δοκίμασε και απέρριψε ένα σύστημα εξ αποστάσεως ψηφοφορίας παρεμφερές με αυτό της Εσθονίας. Οσο για το σύστημα «Ζευς», είναι αναμφίβολα αξιόλογο, όμως έχει δοκιμαστεί μόνο σε μικρή κλίμακα ή με κλειστούς καταλόγους ψηφοφόρων, ιδίως σε πανεπιστήμια.
Ας δούμε και τον τρίτο ισχυρισμό του κ. Δρυμιώτη, που επικαλείται τις τραπεζικές ηλεκτρονικές συναλλαγές, παραδεχόμενος πάντως ότι εγκυμονούν κινδύνους. Ομως παρακάμπτει το κύριο πρόβλημα, δηλαδή αν είναι αποδεκτό το επιχειρηματικό ρίσκο που αναλαμβάνουν οι τράπεζες να μεταφερθεί σε μια εκλογική διαδικασία εθνικής εμβέλειας. Απαντά, αντί για αυτόν, ο διεθνώς προβεβλημένος καθηγητής Πληροφορικής του Πανεπιστημίου MIT Ron Rivest: «Μια τράπεζα μπορεί να αποφασίσει πόσο θα ρισκάρει επιχειρηματικά. Ομως οι εκλογές αποτελούν ένα διαφορετικό ζήτημα, αφού η αδιάβλητη ψηφοφορία είναι αδιαπραγμάτευτη».
Δεν είναι μόνο τεχνικά τα ζητήματα που άπτονται της ηλεκτρονικής ψηφοφορίας, όπως νομίζουν πολλοί όψιμοι υποστηρικτές της. Αφορούν, επιπλέον, την προστασία προσωπικών δεδομένων, τη χειραγώγηση της ψήφου σε μη ελεγχόμενο περιβάλλον (uncontrolled environment), τις ψηφιακές διακρίσεις (digital divide), την αρχή της δημοσιότητας της διαδικασίας και της μυστικότητας της ψήφου, τις ιδιαιτερότητες των εσωκομματικών εκλογών και τη λεγόμενη «στρατηγική ψήφο». Δυστυχώς αυτή η ανοιχτή συζήτηση παραμένει άγνωστη στη χώρα μας.
Χαρακτηριστική είναι η άγνοια όσων επικαλούνται τις εσωκομματικές εκλογές στο βρετανικό Εργατικό Κόμμα. Εκεί ο εκλογικός κατάλογος ήταν από καιρό κλειστός, και προβλεπόταν αυστηρότατος έλεγχος της κομματικής αφοσίωσης, ακόμη και σε επίπεδο μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Να θυμίσουμε, επίσης, ότι η εκλογική διαδικασία στο Εργατικό Κόμμα κατέληξε στο Ανώτατο Δικαστήριο, με αμφισβητήσεις ως προς τους κανόνες διεξαγωγής της.
Οφείλουμε να εισαγάγουμε την ηλεκτρονική ψηφοφορία με προσοχή και νηφαλιότητα, παράλληλα με τη διεύρυνση της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, χωρίς την πίεση κομματικών αντεγκλήσεων. Η ευρεία συναίνεση πάνω σε κάποιες ελάχιστες εγγυήσεις είναι επιβεβλημένη. Ας μην απομακρυνθούμε από το αίτημα να διευρυνθεί η δημοκρατική συμμετοχή και ας αναζητήσουμε τον βέλτιστο τρόπο με τον οποίο η τεχνολογία μπορεί να το υπηρετήσει, ιδίως προκειμένου να ψηφίσουν στις 5 Νοεμβρίου οι κάτοικοι εξωτερικού. Και, επιτέλους, ας επιστρέψουμε στα πολιτικά διακυβεύματα του νέου πολιτικού κόμματος.