ΤΑ ΝΕΑ, 26/11/2021
Όταν το 1981 σχηματίστηκε η πρώτη κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, κανένας από τους υπουργούς δεν διέθετε προηγούμενη κυβερνητική εμπειρία, εκτός από τον πρωθυπουργό Ανδρέα Παπανδρέου. Πρόσωπα άφθαρτα πολιτικά, με δυναμισμό και βούληση να μεταμορφώσουν την Ελλάδα, όπως και έγινε, με τις θετικές και αρνητικές όψεις αυτής της μεταμόρφωσης. 40 χρόνια μετά το ΚΙΝΑΛ, με κορμό το ΠΑΣΟΚ, φαίνεται ένα γερασμένο, κουρασμένο κόμμα.
Έχοντας κυβερνήσει ή συγκυβερνήσει περισσότερο από 25 χρόνια την περίοδο 1981-2015, η ελληνική Κεντροαριστερά υπέστη το σύνδρομο που διεθνώς πολιτογραφήθηκε με τον νεολογισμό «Pasokification», αναλαμβάνοντας το βάρος μιας κρίσης για την οποία δεν έφερε την ευθύνη. Συρρικνώθηκε, απειλήθηκε με εξαφάνιση, αποκόπηκε από κοινωνικά στρώματα που παραδοσιακά εκπροσωπούσε, δεν προσελκύει πια τους νέους ψηφοφόρους, όμως παρέμεινε ζωντανή χάρη και στην προσωπικότητα της Φώφης Γεννηματά. Αυτό που χρειάζεται ωστόσο σήμερα για να ανακάμψει είναι η ανανέωση της ηγεσίας και του στελεχιακού της δυναμικού, των μελών και των ίδιων των ψηφοφόρων της, όπως συμβαίνει σε όλα τα κόμματα της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας που διαθέτουν ένστικτο επιβίωσης.
Η σοσιαλδημοκρατία επιστρέφει σε όλη την Ευρώπη. Σε 8 από τις 18 χώρες της «παλιάς» Ευρώπης οι πρωθυπουργοί είναι σοσιαλδημοκράτες, χωρίς να υπολογίζονται οι σοσιαλφιλελεύθεροι Μακρόν και Ντράγκι. Ωστόσο, δεν πρόκειται για την ίδια σοσιαλδημοκρατία που μεσουράνησε το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα, αλλά για μία σοσιαλδημοκρατία που υπό συνθήκες παγκοσμιοποίησης, υποχώρησης του εθνικού κεϋνσιανισμού και μετάβασης στην 4η βιομηχανική επανάσταση απευθύνεται σε νέα κοινωνική βάση, αναζητώντας νέες δημόσιες πολιτικές και νέες μορφές οργάνωσης και συλλογικής δράσης. Αυτό απαιτεί και ανανέωση των ηγετικών ομάδων.
Οι εσωκομματικές εκλογές στο ΚΙΝΑΛ αποτελούν ευκαιρία για ένα νέο ξεκίνημα της ελληνικής σοσιαλδημοκρατίας. Στόχος είναι ασφαλώς η ευρεία συμμετοχή και η διασφάλιση της ενότητας. Όμως εξίσου κρίσιμη είναι η ανάδειξη ηγεσίας όχι από το παρελθόν, αλλά από τη νεότερη γενιά έμπειρων, με σταθερή κομματική διαδρομή και ταυτόχρονα άφθαρτων προσώπων, με κοινοβουλευτική ή ευρωκοινοβουλευτική θητεία και προγραμματικό λόγο που εμπνέεται από τη νέα ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία. Αυτή η ανανέωση δεν περιγράφεται με όρους αμιγώς ηλικιακούς, ως μία εκδοχή «ηλικιακού ρατσισμού», αλλά έχει γνώμονα και την έκθεση στον πυκνό πολιτικό χρόνο της κρίσης. Τα προηγούμενα κριτήρια πληροί σήμερα ο Νίκος Ανδρουλάκης, που η πολιτική του φυσιογνωμία συνδέεται με τη στρατηγική της κοινωνικής Ευρώπης και το αίτημα να αναπροσδιοριστεί η ταυτότητα της σοσιαλδημοκρατίας στη Ελλάδα.
Μπροστά στις απειλές της κοινωνίας του ρίσκου, τις εντεινόμενες ανισότητες, την κλιματική αλλαγή, την έξαρση του κοινωνικού αποκλεισμού, τις απρόβλεπτες μεταναστευτικές ροές, η σύγχρονη σοσιαλδημοκρατία καλείται να αρθρώσει ένα λόγο που δεν εξωραΐζει την πραγματικότητα ούτε υποκύπτει στη σαγήνη του λαϊκισμού, αλλά θεμελιωμένος στην αξιακή της παράδοση προτείνει στις έμφοβες ευρωπαϊκές κοινωνίες ρεαλιστικές λύσεις, με προσήλωση στις αρχές του δημοκρατικού και κοινωνικού κράτους δικαίου.