Εφημερίδα “ΕΘΝΟΣ”, 11/5/2009
ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ
Ξενοφών Κοντιάδης, Καθηγητής Δημοσίου Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου
Δεν συνάδει με το αίτημα της διαφάνειας
Συνεπώς στην πράξη ο χρόνος λήξης της συνόδου απόκειται στη διακριτική ευχέρεια του πρωθυπουργού. Ωστόσο, η αιφνιδιαστική απόφαση της κυβέρνησης είναι άκαιρη, ύποπτη και αντίθετη στην κοινοβουλευτική πρακτική, εν όψει του μείζονος ζητήματος να διαλευκανθούν τα σκάνδαλα πολιτικής διαφθοράς και να αποδοθεί η ευθύνη που αναλογεί στους εμπλεκόμενους υπουργούς, αφού με τη λήξη της παρούσας συνόδου παραγράφονται τα σχετικά αδικήματα.
Σημειωτέον ότι εν όψει της διερεύνησης αντίστοιχων ευθυνών το 2006 η διάρκεια της δεύτερης συνόδου της Βουλής του 2004 παρατάθηκε έως τις αρχές Οκτωβρίου, προκειμένου να διατηρηθεί ενεργή η αρμοδιότητα της Βουλής να κινήσει τις διαδικασίες περί ποινικής ευθύνης υπουργών. Η φαινομενική τήρηση της τυπικής νομιμότητας δεν συνάδει, λοιπόν, σήμερα με το συνταγματικό αίτημα της διαφάνειας και της απόδοσης ποινικών και πολιτικών ευθυνών στην πολιτική τάξη.
__________________________________
Οι αποκαλύψεις έφεραν παραγραφή
Το «φορτσάρισμα» των ανακρίσεων ώστε να αποφευχθεί η παραγραφή σε καυτές υποθέσεις έγινε γνωστό στο Μαξίμου, που οδηγήθηκε στο λουκέτο της Βουλής
11/5/2009
Σαφές μήνυμα ότι μπορεί να έφθαναν μέχρι τον Ιούνιο διάφορες δικογραφίες σκανδάλων στη Βουλή είχε πάρει -σύμφωνα με πληροφορίες- η κυβέρνηση από τον χώρο της Δικαιοσύνης και γι’ αυτό ο πρωθυπουργός αποφάσισε να κλείσει άρον-άρον τη Βουλή, φορώντας την κουκούλα της παραγραφής σε όλα τα μεγάλα σκάνδαλα, γεγονός που προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων στον πολιτικό και νομικό κόσμο της χώρας.
Στο Μέγαρο Μαξίμου μεταφέρθηκε εδώ και ημέρες ο έντονος προβληματισμός (που διατυπώθηκε και σε κορυφαία δικαστικά κλιμάκια) για το σχεδόν συντονισμένο «φορτσάρισμα» όλων των ανακρίσεων, που έτρεχαν εδώ και πολύ καιρό και όπου διαφαινόταν η εμπλοκή κυβερνητικών στελεχών.
Το δικαστικό αυτό «τσουνάμι» -που είχε από πέρσι προαναγγελθεί- δεν είναι καθόλου τυχαίο που «φούντωσε» αυτή την περίοδο, γιατί όλοι οι ανακριτές των μεγάλων σκανδάλων (Βατοπέδι, ομόλογα, Siemens, Γερμανός – Cosmote, κ.λπ.) γνώριζαν ότι πρέπει να έχουν ολοκληρώσει το έργο τους μέχρι τη λήξη της β συνόδου της συγκεκριμένης Βουλής (λογικά μέχρι τα τέλη Ιουνίου), γιατί αλλιώς θα κινδύνευε με παραγραφή -σύμφωνα με το Σύνταγμα και τον νόμο περί ευθύνης υπουργών- η όποια πιθανή εμπλοκή ή ευθύνη κυβερνητικού στελέχους. Παράλληλα γνώριζαν ότι θα είχαν ευθύνες εάν δεν ολοκλήρωναν έγκαιρα το έργο τους.
Το μήνυμα που έφτασε στην κυβέρνηση (φαινόταν άλλωστε και από κάποιους πρόσφατους άλλους χειρισμούς) ήταν ότι κάποιοι ανακριτές θα έστελναν οπωσδήποτε τις δικογραφίες στη Βουλή, αφού υπήρχαν αναφορές σε πολιτικά πρόσωπα, για να μην κατηγορηθούν για παράβαση καθήκοντος, για καθυστερήσεις ή ακόμα και για κατάχρηση εξουσίας.
Οι ανακριτές δεν φαίνονταν διατεθειμένοι να «μπλοκάρουν» τις δικογραφίες, πολύ περισσότερο εάν στις καταθέσεις και απολογίες των αμέσως επόμενων ημερών κάποιος μάρτυρας ή κατηγορούμενος μιλούσε ευθέως ή έμμεσα για ένα κυβερνητικό στέλεχος.
Η ανησυχία στο Μαξίμου ήταν μεγάλη, καθώς πληροφορήθηκε ότι σε δικαστικούς κύκλους γίνονταν ήδη συζητήσεις ότι η ανάκριση για το Βατοπέδι θα έστελνε τη δικογραφία στη Βουλή -όπως ζητούσαν οι εισαγγελείς- γιατί κανείς δεν ήθελε να πάρει πάνω του την ευθύνη βαρύτατων κατηγοριών ότι ενώ γνώριζε πως βρισκόταν στο όριο της παραγραφής για τους πολιτικούς, δεν έδωσε στη Βουλή τη δυνατότητα να διερευνήσει τις τυχόν ευθύνες, με βάση το νεότερο προανακριτικό υλικό, τις απολογίες κ.λπ.
Είναι γνωστό στους παροικούντες την Ιερουσαλήμ ότι και οι ερευνώντες εισαγγελείς έθεσαν ανάλογο ζήτημα τυχόν ευθυνών τους, γι’ αυτό και πήρε την ευθύνη πάνω του ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Γ. Σανιδάς, με το γνωστό «μπλόκο».
Όμως στη φάση των ανακρίσεων ο εισαγγελέας ΑΠ δεν μπορούσε πλέον να έχει γνώμη ούτε να σταματήσει τις δικογραφίες με το αντισυνταγματικό μπλόκο -όπως του καταλογίστηκε-, αφού οι ανακριτές στέλνουν κατευθείαν το υλικό τους στη Βουλή, όπως έκανε π.χ. ο Α. Ζαβιτσάνος στην υπόθεση Παυλίδη.
Έτσι προτίμησε μια και καλή να κλείσει όλες μαζί τις υποθέσεις με την παραγραφή για τα κυβερνητικά στελέχη, αντί να βρεθεί με την πλάτη στον τοίχο να προσπαθεί να κουκουλώσει διάφορα σκάνδαλα.
Την παραγραφή των «γαλάζιων» σκανδάλων της περιόδου 2004-2007 είχε ως στόχο η αιφνιδιαστική κίνηση του πρωθυπουργού να βάλει… λουκέτο στη Βουλή, το βράδυ της περασμένης Παρασκευής, καθώς για τη διεξαγωγή των ευρωεκλογών δεν τίθεται ως προϋπόθεση η λήξη της συνόδου.
Δύο φορές στο παρελθόν, η πρώτη το 1994 και η δεύτερη το 2004, οι ευρωεκλογές διεξήχθησαν χωρίς να προηγηθεί η λήξη της συνόδου. Και στις δύο περιπτώσεις η Ολομέλεια της Βουλής επανήλθε κανονικά στις εργασίες της μετά τη διεξαγωγή των ευρωεκλογών, κάτι που δεν συνέβη τώρα, με αποτέλεσμα να επέλθει η παραγραφή των σκανδάλων.
Το διάστημα των 29 ημερών που μεσολαβεί από το κλείσιμο της Βουλής μέχρι τη διενέργεια των ευρωεκλογών στις 7 Ιουνίου είναι το μεγαλύτερο την τελευταία 20ετία. Το 2004 είχε κλείσει για 10 ημέρες, το 1999 για 16 ημέρες και το 1994 για 19 ημέρες. Το 1989 μαζί με τις ευρωεκλογές είχαν διεξαχθεί και βουλευτικές εκλογές, έτσι δικαιολογείται και η μακρά περίοδος των 37 ημερών που έμεινε κλειστή η Βουλή. Φυσικά, ούτε το 1999 ούτε και το 2004 εκκρεμούσαν τόσες υποθέσεις σκανδάλων προς διαβίβαση στη Βουλή.