Εφημερίδα “ΕΘΝΟΣ”, 23/11/2010
Ας δεχθούμε ότι η υπαγωγή της Ελλάδας στον μηχανισμό στήριξης και η υπογραφή του μνημονίου αποτελούσε τη βέλτιστη επιλογή πριν από έξι μήνες. Ας δεχθούμε, επίσης, ότι η αναδιάρθρωση χρέους ως εναλλακτική λύση θα ήταν πιο επαχθής για την ελληνική οικονομία και κοινωνία. Ας υποθέσουμε, τέλος, ότι οι στόχοι που τίθενται στο μνημόνιο ως επί το πλείστον θα επιτευχθούν, επιφέροντας σημαντικές διαρθρωτικές αλλαγές. Το ερώτημα που ανακύπτει είναι εάν με αυτόν τον τρόπο αντιμετωπίζεται η κρίση, αποφεύγεται η χρεοκοπία και σταδιακά η ελληνική οικονομία επιστρέφει στην «ομαλότητα», έστω με κόστος τη συρρίκνωση του βιοτικού επιπέδου.
Η απάντηση στο προηγούμενο ερώτημα είναι δυστυχώς αρνητική και μάλιστα με την επίσημη πλέον παραδοχή αυτής της δυσάρεστης πραγματικότητας από την πλευρά της κυβέρνησης. Η Ελλάδα δεν θα είναι εφικτό να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις αποπληρωμής μετά το τέλος του δανειακού προγράμματος του μνημονίου, ούτε καν σύμφωνα με τα πιο αισιόδοξα σενάρια, αφού το 2013 δεν θα πρέπει απλώς να ανανεωθεί το υφιστάμενο χρέος, αλλά να ξεκινήσει και η αποπληρωμή των 110 δισ. του μνημονίου. Υποτίθεται, βέβαια, ότι μέχρι τότε η χώρα θα έχει επιτύχει να επιστρέψει στις αγορές, κερδίζοντας την εμπιστοσύνη νέων δανειστών. Προϋπόθεση, ωστόσο, για να γίνει αυτό αποτελεί η μεγέθυνση του ονομαστικού ΑΕΠ με ρυθμούς υψηλότερους του ονομαστικού επιτοκίου για τα οφειλόμενα δάνεια, πράγμα που και οι λιγότερο δύσπιστοι αναλυτές θεωρούν ουτοπικό.
Τι σημαίνουν όλα τα προηγούμενα; Κατ’ αρχάς ότι ο προγραμματισμός του μνημονίου ήταν εξαρχής ανέφικτος και αποσκοπούσε πρωτίστως να εισφέρει «παράταση ζωής» στο ελληνικό πρόβλημα, προκειμένου μια απότομη χρεοκοπία να μην προκαλέσει αλυσιδωτές επιπτώσεις σε γερμανικούς και γαλλικούς τραπεζικούς κολοσσούς, κλονίζοντας τις ευρωπαϊκές οικονομίες και, εν τέλει, την ίδια τη νομισματική ένωση. Δεύτερον, ότι κάποιοι, είτε από άγνοια είτε εν γνώσει τους, δεν πληροφόρησαν σωστά την ελληνική κοινωνία ως προς τη λογική και τις προοπτικές του μνημονίου, ενδεχομένως για να αποτραπούν ισχυρές κοινωνικές αντιδράσεις απέναντι στα περιοριστικά μέτρα. Κατ’ επέκταση, μετά την αναπόφευκτη επιβεβαίωση του προφανούς, ότι δηλαδή το μνημόνιο συνιστούσε μια προσωρινή λύση, ήδη επιχειρείται η αναδιαπραγμάτευσή του, τουλάχιστον ως προς τον χρόνο αποπληρωμής.
Η Ελλάδα «έζησε τον μύθο της» επί αρκετά χρόνια, σπαταλώντας αλόγιστα τους δημόσιους πόρους ακόμη και εν μέσω της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, κατά την περίοδο της δεύτερης διακυβέρνησης Καραμανλή. Ακολούθησε ο μύθος του μνημονίου, που θα έβγαζε τη χώρα από τη χρεοκοπία. Τώρα αναζητείται ένας νέος μύθος, μήπως αποφευχθεί η κατάρρευση του πολιτικού συστήματος ή μια κοινωνική εξέγερση. Η Ελλάδα παραμένει λοιπόν η χώρα των μύθων, ενόσω η ανεργία καλπάζει και η ανάπτυξη φθίνει. Όμως, η αποτροπή μιας καταστροφής δεν εξαρτάται σήμερα από την ίδια, αλλά από τις προθέσεις των Ευρωπαίων εταίρων της, που βρίσκονται ήδη στις ράγες ενός ακήρυκτου «εμφύλιου» οικονομικού πολέμου, με επιδιαιτητή τις ΗΠΑ.
Η απάντηση στο προηγούμενο ερώτημα είναι δυστυχώς αρνητική και μάλιστα με την επίσημη πλέον παραδοχή αυτής της δυσάρεστης πραγματικότητας από την πλευρά της κυβέρνησης. Η Ελλάδα δεν θα είναι εφικτό να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις αποπληρωμής μετά το τέλος του δανειακού προγράμματος του μνημονίου, ούτε καν σύμφωνα με τα πιο αισιόδοξα σενάρια, αφού το 2013 δεν θα πρέπει απλώς να ανανεωθεί το υφιστάμενο χρέος, αλλά να ξεκινήσει και η αποπληρωμή των 110 δισ. του μνημονίου. Υποτίθεται, βέβαια, ότι μέχρι τότε η χώρα θα έχει επιτύχει να επιστρέψει στις αγορές, κερδίζοντας την εμπιστοσύνη νέων δανειστών. Προϋπόθεση, ωστόσο, για να γίνει αυτό αποτελεί η μεγέθυνση του ονομαστικού ΑΕΠ με ρυθμούς υψηλότερους του ονομαστικού επιτοκίου για τα οφειλόμενα δάνεια, πράγμα που και οι λιγότερο δύσπιστοι αναλυτές θεωρούν ουτοπικό.
Τι σημαίνουν όλα τα προηγούμενα; Κατ’ αρχάς ότι ο προγραμματισμός του μνημονίου ήταν εξαρχής ανέφικτος και αποσκοπούσε πρωτίστως να εισφέρει «παράταση ζωής» στο ελληνικό πρόβλημα, προκειμένου μια απότομη χρεοκοπία να μην προκαλέσει αλυσιδωτές επιπτώσεις σε γερμανικούς και γαλλικούς τραπεζικούς κολοσσούς, κλονίζοντας τις ευρωπαϊκές οικονομίες και, εν τέλει, την ίδια τη νομισματική ένωση. Δεύτερον, ότι κάποιοι, είτε από άγνοια είτε εν γνώσει τους, δεν πληροφόρησαν σωστά την ελληνική κοινωνία ως προς τη λογική και τις προοπτικές του μνημονίου, ενδεχομένως για να αποτραπούν ισχυρές κοινωνικές αντιδράσεις απέναντι στα περιοριστικά μέτρα. Κατ’ επέκταση, μετά την αναπόφευκτη επιβεβαίωση του προφανούς, ότι δηλαδή το μνημόνιο συνιστούσε μια προσωρινή λύση, ήδη επιχειρείται η αναδιαπραγμάτευσή του, τουλάχιστον ως προς τον χρόνο αποπληρωμής.
Η Ελλάδα «έζησε τον μύθο της» επί αρκετά χρόνια, σπαταλώντας αλόγιστα τους δημόσιους πόρους ακόμη και εν μέσω της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, κατά την περίοδο της δεύτερης διακυβέρνησης Καραμανλή. Ακολούθησε ο μύθος του μνημονίου, που θα έβγαζε τη χώρα από τη χρεοκοπία. Τώρα αναζητείται ένας νέος μύθος, μήπως αποφευχθεί η κατάρρευση του πολιτικού συστήματος ή μια κοινωνική εξέγερση. Η Ελλάδα παραμένει λοιπόν η χώρα των μύθων, ενόσω η ανεργία καλπάζει και η ανάπτυξη φθίνει. Όμως, η αποτροπή μιας καταστροφής δεν εξαρτάται σήμερα από την ίδια, αλλά από τις προθέσεις των Ευρωπαίων εταίρων της, που βρίσκονται ήδη στις ράγες ενός ακήρυκτου «εμφύλιου» οικονομικού πολέμου, με επιδιαιτητή τις ΗΠΑ.