Εφημερίδα “ΕΘΝΟΣ”, 4/1/11
Ο Ιταλός στοχαστής Αντόνιο Γκράμσι είχε ορίσει ως «εποχή των τεράτων» τη μεταβατική φάση ανάμεσα σε έναν παλιό κόσμο που πεθαίνει και έναν νέο που πασχίζει να γεννηθεί. Μια τέτοια διαδικασία βιώνει τους τελευταίους μήνες όχι μόνο η Ελλάδα, αλλά ολόκληρη η Ευρώπη. Μετά την αργόσυρτη παρακμή των εθνικών κρατών πρόνοιας και του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου, η οποία διήρκεσε περισσότερο από τρεις δεκαετίες, η διεθνής οικονομική κρίση και η επικράτηση νεοφιλελεύθερων πολιτικών για την αντιμετώπισή της επέφεραν τη ραγδαία αποσύνθεση κοινωνικών κατακτήσεων και κεκτημένων δικαιωμάτων, χωρίς πλέον προσχήματα. Η επιτάχυνση και συμπύκνωση του ιστορικού χρόνου προκαλεί αναπόφευκτα την εξάπλωση των κοινωνικών συγκρούσεων, δοκιμάζοντας τις αντοχές του πολιτικού συστήματος.
Η εποχή των τεράτων αποτελεί μια περίοδο ανασφάλειας, οδύνης για τον αποχαιρετισμό των παλιών συντεταγμένων, ανατροπής τρόπων συλλογικής και ατομικής έκφρασης, ιδίως όμως επαναπροσδιορισμού των αντιλήψεων για την οργανωμένη κοινωνική συμβίωση και τη συνάρθρωση κράτους, αγοράς και κοινωνίας. Είναι η περίοδος όπου όλες οι βεβαιότητες μοιάζουν να υποχωρούν, όσα θεωρούνταν δεδομένα και απαραβίαστα αμφισβητούνται, ενώ μια μόνιμη κατάσταση κρίσης ή έκτακτης ανάγκης επιβάλλεται πάνω στους θεμελιώδεις κανόνες που καθόρισαν τον παρελθόντα κόσμο.
Η έξοδος από την εποχή των τεράτων δεν είναι ούτε χρονικά προδιαγεγραμμένη, ούτε θα σημαίνει κατ’ ανάγκην ανάδυση ενός θαυμαστού καινούργιου κόσμου. Οι μακροχρόνια άνεργοι, οι παγίως υποαπασχολούμενοι, οι νεόπτωχοι, οι κοινωνικά αποκλεισμένοι, τα συμπιεζόμενα μεσαία στρώματα συγκροτούν νέες κατηγορίες κοινωνικών υποκειμένων, με απρόβλεπτη πολιτική συμπεριφορά. Πρόκειται για μια «τάξη» ετερογενή ως προς την κοινωνική προέλευση, τις προσλαμβάνουσες παραστάσεις και τις προσδοκίες, που κοινό χαρακτηριστικό της είναι πρωτίστως η διογκούμενη απελπισία και οργή. Κανένας πολιτικός φορέας, Δεξιός ή Αριστερός, δεν μπορεί να προδικάσει τις μετατοπίσεις αυτών των κοινωνικών υποκειμένων. Η βουβή τους διαμαρτυρία, που εκφράζεται με την ενίσχυση της εκλογικής αποχής, συνιστά ίσως την πιο «φιλική» στάση που μπορούν να επιδείξουν πλέον απέναντι στο πολιτικό σύστημα.
Οταν οι παραδοσιακές μορφές συμμετοχής, νομιμοποίησης και κοινωνικής αλληλεγγύης αποδεικνύονται ατελέσφορες, τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, οι πολιτικές ελίτ επεξεργάζονται επικοινωνιακά τρικ ώστε να μην απολέσουν την ηγεμονία. Μέσα σε αυτό το παιχνίδι επιστρατεύονται ακόμη και τα ιερά και όσια της νεωτερικής πολιτείας, όπως το Σύνταγμα, του οποίου η αναθεώρηση προβάλλεται ως δήθεν πανάκεια. Θυσιάζοντας, όμως, στον βωμό της πολιτικής επικοινωνίας τα τελευταία οχυρά του δημοκρατικού και κοινωνικού κράτους δικαίου, οι κρατούντες κατ’ ουσίαν προσφέρουν τροφή στα τέρατα της νεοφιλελεύθερης αποδόμησης. Ο αδιαμόρφωτος νέος κόσμος θα είναι, ούτως ή άλλως, μακράν λιγότερο ελέγξιμος και υποτάξιμος σε κανονιστικά κριτήρια. Στους «προφήτες» του δεν περιλαμβάνονται μόνο οι χάκερ και οι γενετιστές, αλλά και οι διαχειριστές του απάτριδος χρηματιστηριακού κεφαλαίου, που διευθετούν ανεξέλεγκτα τον διεθνή καταμερισμό εργασίας. Απέναντι σε τέτοιου τύπου απειλές και απευκταίες «ευκαιρίες», μόνο μια νέα ευρωπαϊκή αλληλεγγύη θα μπορούσε να αποτελέσει ανάχωμα. Κάτι τέτοιο δεν είναι σήμερα ορατό.
Η εποχή των τεράτων αποτελεί μια περίοδο ανασφάλειας, οδύνης για τον αποχαιρετισμό των παλιών συντεταγμένων, ανατροπής τρόπων συλλογικής και ατομικής έκφρασης, ιδίως όμως επαναπροσδιορισμού των αντιλήψεων για την οργανωμένη κοινωνική συμβίωση και τη συνάρθρωση κράτους, αγοράς και κοινωνίας. Είναι η περίοδος όπου όλες οι βεβαιότητες μοιάζουν να υποχωρούν, όσα θεωρούνταν δεδομένα και απαραβίαστα αμφισβητούνται, ενώ μια μόνιμη κατάσταση κρίσης ή έκτακτης ανάγκης επιβάλλεται πάνω στους θεμελιώδεις κανόνες που καθόρισαν τον παρελθόντα κόσμο.
Η έξοδος από την εποχή των τεράτων δεν είναι ούτε χρονικά προδιαγεγραμμένη, ούτε θα σημαίνει κατ’ ανάγκην ανάδυση ενός θαυμαστού καινούργιου κόσμου. Οι μακροχρόνια άνεργοι, οι παγίως υποαπασχολούμενοι, οι νεόπτωχοι, οι κοινωνικά αποκλεισμένοι, τα συμπιεζόμενα μεσαία στρώματα συγκροτούν νέες κατηγορίες κοινωνικών υποκειμένων, με απρόβλεπτη πολιτική συμπεριφορά. Πρόκειται για μια «τάξη» ετερογενή ως προς την κοινωνική προέλευση, τις προσλαμβάνουσες παραστάσεις και τις προσδοκίες, που κοινό χαρακτηριστικό της είναι πρωτίστως η διογκούμενη απελπισία και οργή. Κανένας πολιτικός φορέας, Δεξιός ή Αριστερός, δεν μπορεί να προδικάσει τις μετατοπίσεις αυτών των κοινωνικών υποκειμένων. Η βουβή τους διαμαρτυρία, που εκφράζεται με την ενίσχυση της εκλογικής αποχής, συνιστά ίσως την πιο «φιλική» στάση που μπορούν να επιδείξουν πλέον απέναντι στο πολιτικό σύστημα.
Οταν οι παραδοσιακές μορφές συμμετοχής, νομιμοποίησης και κοινωνικής αλληλεγγύης αποδεικνύονται ατελέσφορες, τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, οι πολιτικές ελίτ επεξεργάζονται επικοινωνιακά τρικ ώστε να μην απολέσουν την ηγεμονία. Μέσα σε αυτό το παιχνίδι επιστρατεύονται ακόμη και τα ιερά και όσια της νεωτερικής πολιτείας, όπως το Σύνταγμα, του οποίου η αναθεώρηση προβάλλεται ως δήθεν πανάκεια. Θυσιάζοντας, όμως, στον βωμό της πολιτικής επικοινωνίας τα τελευταία οχυρά του δημοκρατικού και κοινωνικού κράτους δικαίου, οι κρατούντες κατ’ ουσίαν προσφέρουν τροφή στα τέρατα της νεοφιλελεύθερης αποδόμησης. Ο αδιαμόρφωτος νέος κόσμος θα είναι, ούτως ή άλλως, μακράν λιγότερο ελέγξιμος και υποτάξιμος σε κανονιστικά κριτήρια. Στους «προφήτες» του δεν περιλαμβάνονται μόνο οι χάκερ και οι γενετιστές, αλλά και οι διαχειριστές του απάτριδος χρηματιστηριακού κεφαλαίου, που διευθετούν ανεξέλεγκτα τον διεθνή καταμερισμό εργασίας. Απέναντι σε τέτοιου τύπου απειλές και απευκταίες «ευκαιρίες», μόνο μια νέα ευρωπαϊκή αλληλεγγύη θα μπορούσε να αποτελέσει ανάχωμα. Κάτι τέτοιο δεν είναι σήμερα ορατό.