Η «ανακάλυψη» των κινδύνων που απειλούν τους δημοκρατικούς θεσμούς και τα θεμελιώδη δικαιώματα από ιδιωτικά κέντρα οικονομικής και επικοινωνιακής ισχύος, αλλά και η συνακόλουθη αύξουσα καχυποψία απέναντι στην πολιτική τάξη, αποτέλεσαν τους παράγοντες που επέδρασαν καθοριστικά στη διαμόρφωση των σχετικών ρυθμίσεων στο Σύνταγμα του 2001.
Το μείζον διακύβευμα του αναθεωρητικού εγχειρήματος που ολοκληρώθηκε τον Απρίλιο του 2001 αποτέλεσαν κατ’ ουσίαν η οριοθέτηση των σχέσεων μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού χώρου, η αντιμετώπιση των συνταγματικών «ελλειμμάτων» που οφείλονται στη μετατόπιση της διακινδύνευσης των θεμελιωδών δικαιωμάτων από την κρατική στις ιδιωτικές εξουσίες και, πρωτίστως, το αίτημα της διαφάνειας των θεσμών. Οι εγγυήσεις διαφάνειας των μέσων μαζικής ενημέρωσης, ο περιορισμός της δυνατότητας ταυτόχρονης επιχειρηματικής δραστηριοποίησης στο πεδίο της πληροφόρησης και σε συναλλαγές με το δημόσιο τομέα, η ανάθεση του ελέγχου των ραδιοτηλεοπτικών μέσων σε ανεξάρτητη αρχή, αποτελούν ρυθμίσεις που εντάσσονται ακριβώς στον πυρήνα του μείζονος αυτού διακυβεύματος του αναθεωρητικού διαβήματος.
Τα ερμηνευτικά προβλήματα που ανακύπτουν από τις προσθήκες και τροποποιήσεις των άρθρων 14 παρ. 5, 7 και 9 και 15 παρ. 2 του αναθεωρημένου Συντάγματος είναι σύνθετα και εξαιρετικής πρακτικής σημασίας. Στη μελέτη επιχειρείται η ερμηνευτική προσέγγιση των επίμαχων νέων διατάξεων και αναδεικνύονται τόσο οι καινοτομίες που εισήγαγε ο αναθεωρητικός νομοθέτης, όσο και βασικές κατευθύνσεις για την αξιοποίησή τους από τον εφαρμοστή. Ιδιαίτερη έμφαση δίδεται στις ερμηνευτικές προκλήσεις του άρθρου 14 παρ. 9 Συντ. και ιδίως στα εξής ζητήματα: πρώτον, στην εξειδίκευση της έννοιας του βασικού μετόχου• δεύτερον, στην αποσαφήνιση του όρου «παρένθετο πρόσωπο», όπως αυτός χρησιμοποιείται στην επίμαχη διάταξη• τρίτον, στη διερεύνηση του κατά πόσον ο κοινός νομοθέτης περιορίζεται από το Σύνταγμα κατά τη συγκεκριμενοποίηση των προβλεπόμενων κυρώσεων. Εξάλλου, διερευνάται το σημαντικό ζήτημα της σύμφωνης με το νέο περιεχόμενο του άρθρου 14 παρ. 9 εδ. ε΄, στ΄ και ζ΄ Συντ. ερμηνείας των διατάξεων του νόμου 2328/1995, κατά τη μεταβατική περίοδο μέχρι την ψήφιση της νέας νομοθετικής ρύθμισης που εξειδικεύει τη συνταγματική πρόβλεψη.
Το μείζον διακύβευμα του αναθεωρητικού εγχειρήματος που ολοκληρώθηκε τον Απρίλιο του 2001 αποτέλεσαν κατ’ ουσίαν η οριοθέτηση των σχέσεων μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού χώρου, η αντιμετώπιση των συνταγματικών «ελλειμμάτων» που οφείλονται στη μετατόπιση της διακινδύνευσης των θεμελιωδών δικαιωμάτων από την κρατική στις ιδιωτικές εξουσίες και, πρωτίστως, το αίτημα της διαφάνειας των θεσμών. Οι εγγυήσεις διαφάνειας των μέσων μαζικής ενημέρωσης, ο περιορισμός της δυνατότητας ταυτόχρονης επιχειρηματικής δραστηριοποίησης στο πεδίο της πληροφόρησης και σε συναλλαγές με το δημόσιο τομέα, η ανάθεση του ελέγχου των ραδιοτηλεοπτικών μέσων σε ανεξάρτητη αρχή, αποτελούν ρυθμίσεις που εντάσσονται ακριβώς στον πυρήνα του μείζονος αυτού διακυβεύματος του αναθεωρητικού διαβήματος.
Τα ερμηνευτικά προβλήματα που ανακύπτουν από τις προσθήκες και τροποποιήσεις των άρθρων 14 παρ. 5, 7 και 9 και 15 παρ. 2 του αναθεωρημένου Συντάγματος είναι σύνθετα και εξαιρετικής πρακτικής σημασίας. Στη μελέτη επιχειρείται η ερμηνευτική προσέγγιση των επίμαχων νέων διατάξεων και αναδεικνύονται τόσο οι καινοτομίες που εισήγαγε ο αναθεωρητικός νομοθέτης, όσο και βασικές κατευθύνσεις για την αξιοποίησή τους από τον εφαρμοστή. Ιδιαίτερη έμφαση δίδεται στις ερμηνευτικές προκλήσεις του άρθρου 14 παρ. 9 Συντ. και ιδίως στα εξής ζητήματα: πρώτον, στην εξειδίκευση της έννοιας του βασικού μετόχου• δεύτερον, στην αποσαφήνιση του όρου «παρένθετο πρόσωπο», όπως αυτός χρησιμοποιείται στην επίμαχη διάταξη• τρίτον, στη διερεύνηση του κατά πόσον ο κοινός νομοθέτης περιορίζεται από το Σύνταγμα κατά τη συγκεκριμενοποίηση των προβλεπόμενων κυρώσεων. Εξάλλου, διερευνάται το σημαντικό ζήτημα της σύμφωνης με το νέο περιεχόμενο του άρθρου 14 παρ. 9 εδ. ε΄, στ΄ και ζ΄ Συντ. ερμηνείας των διατάξεων του νόμου 2328/1995, κατά τη μεταβατική περίοδο μέχρι την ψήφιση της νέας νομοθετικής ρύθμισης που εξειδικεύει τη συνταγματική πρόβλεψη.