Επιμέλεια: Ξ.Ι. Κοντιάδης (1073 σελ., εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή 2006).
Στις 17 Απριλίου 2006 συμπληρώθηκαν πέντε χρόνια από τη δημοσίευση του αναθεωρημένου Συντάγματος του 1975/1986/2001. Πρόκειται για ένα χρονικό διάστημα αναγκαίο αλλά και επαρκές για να επιχειρηθεί η αποτίμηση του αναθεωρητικού εγχειρήματος του 2001 και, ειδικότερα, για να αποτυπωθούν και να αξιολογηθούν οι επιπτώσεις της αναθεώρησης στη λειτουργία των άμεσων οργάνων του κράτους, στη νομοθεσία, τη νομολογία, τη διοικητική πρακτική και, ευρύτερα, στη συνταγματική θεωρία και πράξη.
Η αποτίμηση του αναθεωρητικού εγχειρήματος ασφαλώς δεν παρουσιάζει μόνο επιστημονικό ενδιαφέρον, ούτε εμφανίζεται χρήσιμη αποκλειστικά για την ερμηνεία και την εφαρμογή του ισχύοντος Συντάγματος, αλλά αποτελεί προϋπόθεση για την επεξεργασία μιας νέας συνταγματικής αναθεώρησης, την οποία ήδη εξήγγειλε ο Πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής στις 22 Δεκεμβρίου 2005, κατά την ομιλία του στη Βουλή, στη συζήτηση για τον κρατικό προϋπολογισμό, και την οποία η μείζων αντιπολίτευση αποδέχθηκε ως χρήσιμη πρωτοβουλία.
Το Κέντρο Ευρωπαϊκού Συνταγματικού Δικαίου –Ίδρυμα Θεμιστοκλή και Δημήτρη Τσάτσου– ανέλαβε την εκπόνηση ερευνητικού προγράμματος με αντικείμενο ακριβώς την αποτίμηση της συνταγματικής αναθεώρησης του 2001, με τη συνεργασία 28 δημοσιολόγων, με¬ταξύ των οποίων 24 μέλη ΔΕΠ σε οκτώ Πανεπιστήμια της χώρας, ένας ανώτατος δικαστής, ο Συνήγορος του Πολίτη και ο βοηθός Συνήγορος του Πολίτη στον κύκλο δικαιωμάτων. Κάθε συμμετέχων στο ερευνητικό αυτό έργο ανέλαβε να καταθέσει την επιστημονική του συμβολή σε ένα συγκεκριμένο πεδίο στο οποίο είτε παρενέβη ο ανα¬θεωρητικός νομοθέτης του 2001 είτε τελικά δεν προχώρησε ή δεν ολοκληρώθηκε η επιμέρους αναθεωρητική πρωτοβουλία. Αντικείμενο κάθε συμβολής ήταν να αναλύσει τη λειτουργία της πολιτείας μετά την αναθεώρηση του 2001, να σχολιάσει τις νομοθετικές, νομολογιακές και διοικητικές επιπτώσεις της εκάστοτε επιλογής του αναθεωρητικού νομοθέτη, να αξιολογήσει το σχετικό θεωρητικό διάλογο της τελευταίας πενταετίας και, εν τέλει, να προβεί σε τεκμηριωμένες προτάσεις ως προς την ενδεχόμενη αναγκαιότητα μιας νέας αναθεωρητικής πρωτοβουλίας στο επίμαχο πεδίο και την κατεύθυνσή της. Στο παρόν δίτομο έργο κλήθηκαν να συμβάλουν επίσης, με κείμενα συνολικής αποτίμησης της αναθεώρησης του 2001 και νέων μεταρρυθμιστικών προτάσεων, ο τότε γενικός εισηγητής της πλειοψηφίας καθηγητής Ευάγγελος Βενιζέλος, βουλευτής του ΠΑΣΟΚ, και ο τότε γενικός εισηγητής της μείζονος αντιπολίτευσης Ιωάννης Βαρβιτσιώτης, ευρωβουλευτής σήμερα της Νέας Δημοκρατίας.
Προϊόν του ερευνητικού αυτού προγράμματος αποτελεί το παρόν δίτομο έργο, που καλύπτει όλες τις πτυχές του διαλόγου σχετικά με την εισφορά της αναθεώρησης του 2001 και τις κατευθύνσεις της επικείμενης αναθεώρησης του Συντάγματος. Ασφαλώς η συζήτηση για το περιεχόμενο αυτού του νέου αναθεωρητικού εγχειρήματος χαρακτηρίζεται ως εξόχως πολιτική. Ωστόσο δεν χωρεί αμφιβολία ότι ο συνταγματικοπολιτικός διάλογος δεν μπορεί παρά να θεμελιώνεται σε σαφή και πειστικά επιχειρήματα, των οποίων η επεξεργασία αποτελεί αντικείμενο της συνταγματικής επιστήμης. Υπό αυτό το πρίσμα το παρόν δίτομο έργο εξυπηρετεί δύο στόχους: Αφ’ ενός, την ερευνητική προσέγγιση όλων των πτυχών της αναθεώρησης του 2001, όχι πλέον ως «πρώτη ανάγνωση» όπως είχε επιχειρηθεί στο συλλογικό τόμο που εκδόθηκε από το Κέντρο Ευρωπαϊκού Συνταγματικού Δικαίου αμέσως μετά τη δημοσίευση του αναθεωρημένου Συντάγματος [Δ.Θ. ΤΣΑΤΣΟΥ/ΕΥ. ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ/Ξ. ΚΟΝΤΙΑΔΗ (επιμ.), Το Νέο Σύνταγμα, Αντ. Ν. Σάκκουλας, 2001], αλλά ως αποστασιοποιημένη χρονικά αποτίμηση. Αφ’ ετέρου, την υποβολή τεκμηριωμένων προτάσεων για την επόμενη συνταγματική αναθεώρηση, που όπως φαίνεται θα ξεκινήσει εντός του τρέχοντος έτους.
Το παρόν έργο διαρθρώνεται σε εισαγωγικό κεφάλαιο, τρία μέρη και επίμετρο. Στο εισαγωγικό κεφάλαιο επιχειρείται η συνολική αποτίμηση του αναθεωρητικού εγχειρήματος του 2001, η επεξεργασία μιας νέας συνταγματικής στρατηγικής και η διατύπωση συγκεκριμένων προτάσεων συνταγματικής αναθεώρησης, συνεκτιμώντας τις συμβολές του παρόντος δίτομου έργου. Στο πρώτο μέρος περιλαμβάνονται μελέτες που επιχειρούν να συνδέσουν την αναθεώρηση του 2001 με τη σύγχρονη ελληνική συνταγματική ιστορία, αλλά και με ανάλογα αναθεωρητικά εγχειρήματα στον ευρωπαϊκό χώρο. Στο δεύτερο μέρος εντάσσονται οι μελέτες που άπτονται των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων και στο τρίτο μέρος οι συμβολές που καλύπτουν το οργανωτικό μέρος του Συντάγματος –τα όργανα και τις λειτουργίες της πολιτείας. Τέλος, στο επίμετρο περιλαμβάνονται οι συμβολές του Ευάγγελου Βενιζέλου και του Ιωάννη Βαρβιτσιώτη, όπου αναλύεται η σημασία του αναθεωρητικού εγχειρήματος στο οποίο είχαν ως γενικοί εισηγητές τον πρώτο λόγο πριν από πέντε χρόνια, καθώς και μια σειρά νέων προτάσεων αναθεώρησης.
Η συνταγματική αναθεώρηση του 2001, η οποία είχε ως αφετηρία την κατάθεση δυο διαφορετικών προτάσεων από βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ αντίστοιχα, τον Ιούνιο του 1997, και ολοκληρώθηκε τέσσερα χρόνια αργότερα, προκάλεσε μεν καθ’ όλη τη διάρκειά της έναν έντονο και εξαιρετικά ενδιαφέροντα επιστημονικό διάλογο, δεκάδες ημερίδες και συνέδρια, εκατοντάδες επιστημονικές δημοσιεύσεις και άρθρα στον ημερήσιο τύπο, όμως δεν διεξήχθη τελικά κατά τρόπο ώστε να αρθρωθεί ένας συγκροτημένος λόγος, τον οποίο ευχερώς και ευκρινώς θα αξιοποιούσε ο αναθεωρητικός νομοθέτης. Ασφαλώς ο επιστημονικός και, πρωτίστως, ο πολιτικός διάλογος για κάθε πτυχή της αναθεώρησης, που διεξάγεται στο πλαίσιο της «ανοιχτής κοινωνίας των αναθεωρητών του Συντάγματος», δεν θα μπορούσε (ούτε και θα έπρεπε) να διεξάγεται κατά τρόπο αυστηρά ακαδημαϊκά οργανωμένο και «ισορροπημένο». Η κοινωνία πολιτών συμμετέχοντας στην αναθεωρητική λειτουργία δεν ακολουθεί κανόνες «εργαστηριακής έρευνας». Όμως κορυφαία στιγμή της συνταγματικής επιστήμης αποτελεί η συγκέντρωση, ταξινόμηση και αξιολόγηση των ποικίλων, πολύπλευρων, «πολύχρωμων» τάσεων, αντιλήψεων και προτάσεων που κατατίθενται στο πλαίσιο του εν λόγω προαναθεωρητικού διαλόγου, προκειμένου να καταστεί πιο προσβάσιμο και αξιοποιήσιμο για τον «επίσημο» αναθεωρητικό νομοθέτη το ετερογενές αλλά πολύτιμο αυτό υλικό, διευρύνοντας εν τέλει τόσο τη δημοκρατική νομιμοποίηση του αναθεωρητικού εγχειρήματος όσο και –κατ’ επέκταση– τη θεσμική αποτελεσματικότητα της συνταγματοπαραγωγικής διαδικασίας. Σε αυτό ακριβώς το έργο της συνταγματικής επιστήμης αποσκοπεί να συμβάλει το παρόν δίτομο έργο, τη στιγμή που ανοίγει ένας νέος κύκλος διαλόγου για τη μεταρρύθμιση του θεμελιώδους πλαισίου οργάνωσης της πολιτείας.
Γράφουν οι:
Χαράλαμπος Ανθόπουλος, Ιωάννης Βαρβιτσιώτης, Ευάγγελος Βενιζέλος, Τάκης Βιδάλης, Γιώργος Γεραπετρίτης, Απόστολος Γέροντας, Κωνσταντίνος Γώγος, Γιώργος Καμίνης, Ιφιγένεια Καμτσίδου, Γιώργος Κατρούγκαλος, Ξενοφών Κοντιάδης, Στέφανος Κουτσουμπίνας, Ανδρέας Λοβέρδος, Παναγιώτης Μαντζούφας, Ήβη Μαυρομούστακου, Σίμος Μηναΐδης, Λίλιαν Μήτρου, Λίνα Παπαδοπούλου, Απόστολος Παπακωνσταντίνου, Μιχάλης Πικραμένος, Γλυκερία Σιούτη, Μιχάλης Σταθόπουλος, Άγγελος Στεργίου, Γιώργος Σωτηρέλης, Ανδρέας Τάκης, Δημήτρης Τσάτσος, Δημήτρης Χαραλάμπης, Νικόλαος-Κομνηνός Χλέπας, Κώστας Χρυσόγονος, Άννα Ψαρούδα-Μπενάκη.