Εφημερίδα “ΕΘΝΟΣ”, 17.4.2012
Η ανεργία ξεπέρασε το 20%. Στην πράξη οι συλλογικές συμβάσεις και η διαιτησία καταργήθηκαν. Ο κατώτατος μισθός συρρικνώθηκε σε εξευτελιστικό επίπεδο, ιδίως για τους νέους εργαζομένους. Οι οριζόντιες περικοπές επηρέασαν δραματικά το βιοτικό επίπεδο. Η υπερφορολόγηση εκείνων των κατηγοριών εργαζομένων που δεν έχουν τη δυνατότητα να φοροδιαφεύγουν αποτελεί την άλλη όψη της αδυναμίας να συγκροτηθούν αξιόπιστοι ελεγκτικοί μηχανισμοί. Νέες μισθολογικές περικοπές αναμένονται μετά τις εκλογές. Ετσι, τα περιοριστικά μέτρα συνοδεύθηκαν από έκρηξη της φτώχειας και κινεζοποίηση των εργασιακών σχέσεων, χωρίς παράλληλα να προχωρήσουν οι αναγκαίες διαρθρωτικές αλλαγές.
Η διαρκής απειλή της απόλυσης, η μετατροπή των συμβάσεων πλήρους απασχόλησης σε μερικής και η εκτίναξη των ευέλικτων μορφών εργασίας έχουν ανατρέψει ολοσχερώς το μεταπολεμικό εργασιακό μοντέλο. Αν το κοινωνικό κράτος αποτέλεσε τον κυριότερο μηχανισμό αναδιανομής πλούτου και κοινωνικής αναπαραγωγής, η διάλυσή του σηματοδοτεί την έκρηξη των ανισοτήτων και την επιστροφή σε ιδιωτικές μορφές αλληλεγγύης για την αντιμετώπιση ακραίων φαινομένων κοινωνικού αποκλεισμού.
Η κατάρρευση της κοινωνικής συνοχής, η διόγκωση των ανισοτήτων και η απαξίωση του εργατικού δυναμικού δεν έχουν μόνο κοινωνικές συνέπειες, αλλά επιφέρουν τεκτονικές μετατοπίσεις στο οικονομικό και στο πολιτικό πεδίο. Μακροχρόνια ανεργία σημαίνει φτώχεια και αύξηση οικογενειακών προβλημάτων, αλλά οδηγεί επίσης σε συρρίκνωση της οικονομίας, αύξηση της εγκληματικότητας, ιδεολογικούς μετασχηματισμούς, ρατσιστικά φαινόμενα, απαξίωση των δεξιοτήτων των ανέργων. Οι αντισυστημικές τάσεις και συμπεριφορές στερεοποιούνται, η κοινωνική περιθωριοποίηση παγιώνεται, οι αλληλένδετοι μηχανισμοί κοινωνικού, οικονομικού και πολιτικού αποκλεισμού μεταμορφώνουν συνολικά τη φυσιογνωμία της κοινωνίας.
Η Ελλάδα μετά το PSI δεν έχει απεγκλωβιστεί από τον κίνδυνο αθέτησης πληρωμών. Αντίθετα, οι στόχοι δημιουργίας υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων ήδη από την περίοδο 2013-14 μοιάζουν ανέφικτοι, καθώς και φέτος οι αρνητικοί ρυθμοί ανάπτυξης κατά πάσα πιθανότητα θα υπερβούν το 5%. Αρα, αναπόφευκτα, θα τεθεί εκ νέου ζήτημα βιωσιμότητας του χρέους και θα ασκηθούν πιέσεις περαιτέρω μείωσης κρατικών δαπανών, με νέο γύρο μέτρων λιτότητας. Ομως, οι αντοχές της κοινωνίας μοιάζουν πλέον να έχουν εξαντληθεί.
Υπάρχουν ορισμένες στοιχειώδεις θεσμικές εγγυήσεις, η αθέτηση των οποίων μετατρέπει ένα κοινωνικό κράτος δικαίου σε άδικο, ανελέητο και ανυπόληπτο κράτος, αποκομμένο από το κοινωνικό σώμα και ευάλωτο σε εσωτερικούς και εξωτερικούς κινδύνους. Αυτές οι εγγυήσεις συνίστανται στην εξασφάλιση ενός αξιοπρεπούς επιπέδου διαβίωσης για όλους, σε βασικές υπηρεσίες υγείας και εκπαίδευσης, πολιτικές για την επανένταξη των ανέργων στην αγορά εργασίας, ειδική μέριμνα για τις πιο ευάλωτες πληθυσμιακές ομάδες. Ο κοινός παρονομαστής οποιασδήποτε κυβέρνησης προκύψει πρέπει λοιπόν να έχει ως θεμέλιο τη διασφάλιση αυτών των βασικών αγαθών, ως όρο, άλλωστε, επιβίωσης του ίδιου του πολιτικού συστήματος.
Η διαρκής απειλή της απόλυσης, η μετατροπή των συμβάσεων πλήρους απασχόλησης σε μερικής και η εκτίναξη των ευέλικτων μορφών εργασίας έχουν ανατρέψει ολοσχερώς το μεταπολεμικό εργασιακό μοντέλο. Αν το κοινωνικό κράτος αποτέλεσε τον κυριότερο μηχανισμό αναδιανομής πλούτου και κοινωνικής αναπαραγωγής, η διάλυσή του σηματοδοτεί την έκρηξη των ανισοτήτων και την επιστροφή σε ιδιωτικές μορφές αλληλεγγύης για την αντιμετώπιση ακραίων φαινομένων κοινωνικού αποκλεισμού.
Η κατάρρευση της κοινωνικής συνοχής, η διόγκωση των ανισοτήτων και η απαξίωση του εργατικού δυναμικού δεν έχουν μόνο κοινωνικές συνέπειες, αλλά επιφέρουν τεκτονικές μετατοπίσεις στο οικονομικό και στο πολιτικό πεδίο. Μακροχρόνια ανεργία σημαίνει φτώχεια και αύξηση οικογενειακών προβλημάτων, αλλά οδηγεί επίσης σε συρρίκνωση της οικονομίας, αύξηση της εγκληματικότητας, ιδεολογικούς μετασχηματισμούς, ρατσιστικά φαινόμενα, απαξίωση των δεξιοτήτων των ανέργων. Οι αντισυστημικές τάσεις και συμπεριφορές στερεοποιούνται, η κοινωνική περιθωριοποίηση παγιώνεται, οι αλληλένδετοι μηχανισμοί κοινωνικού, οικονομικού και πολιτικού αποκλεισμού μεταμορφώνουν συνολικά τη φυσιογνωμία της κοινωνίας.
Η Ελλάδα μετά το PSI δεν έχει απεγκλωβιστεί από τον κίνδυνο αθέτησης πληρωμών. Αντίθετα, οι στόχοι δημιουργίας υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων ήδη από την περίοδο 2013-14 μοιάζουν ανέφικτοι, καθώς και φέτος οι αρνητικοί ρυθμοί ανάπτυξης κατά πάσα πιθανότητα θα υπερβούν το 5%. Αρα, αναπόφευκτα, θα τεθεί εκ νέου ζήτημα βιωσιμότητας του χρέους και θα ασκηθούν πιέσεις περαιτέρω μείωσης κρατικών δαπανών, με νέο γύρο μέτρων λιτότητας. Ομως, οι αντοχές της κοινωνίας μοιάζουν πλέον να έχουν εξαντληθεί.
Υπάρχουν ορισμένες στοιχειώδεις θεσμικές εγγυήσεις, η αθέτηση των οποίων μετατρέπει ένα κοινωνικό κράτος δικαίου σε άδικο, ανελέητο και ανυπόληπτο κράτος, αποκομμένο από το κοινωνικό σώμα και ευάλωτο σε εσωτερικούς και εξωτερικούς κινδύνους. Αυτές οι εγγυήσεις συνίστανται στην εξασφάλιση ενός αξιοπρεπούς επιπέδου διαβίωσης για όλους, σε βασικές υπηρεσίες υγείας και εκπαίδευσης, πολιτικές για την επανένταξη των ανέργων στην αγορά εργασίας, ειδική μέριμνα για τις πιο ευάλωτες πληθυσμιακές ομάδες. Ο κοινός παρονομαστής οποιασδήποτε κυβέρνησης προκύψει πρέπει λοιπόν να έχει ως θεμέλιο τη διασφάλιση αυτών των βασικών αγαθών, ως όρο, άλλωστε, επιβίωσης του ίδιου του πολιτικού συστήματος.