Εφημερίδα “Έθνος”, 11/7/2016
Η κριτική κατά του θεσμού του δημοψηφίσματος θα μπορούσε να θεωρηθεί ως λόγος κατά της δημοκρατίας. Η προσφυγή στη λαϊκή βούληση για συγκεκριμένα διλήμματα που αφορούν τη λειτουργία της πολιτείας και την οργανωμένη κοινωνική συμβίωση εμφανίζεται εκ πρώτης όψεως ως εκπλήρωση του αιτήματος για ευρύτερη συμμετοχή της κοινωνίας στη λήψη αποφάσεων πάνω σε θέματα μείζονος σημασίας. Ειδικά μάλιστα για την Αριστερά και την Κεντροαριστερά, η διεύρυνση των θεσμών άμεσης δημοκρατίας, μεταξύ των οποίων κορυφαίος είναι το δημοψήφισμα, αποτελεί πάγιο αίτημα επί πολλές δεκαετίες. Είναι όμως τόσο αυτονόητη μια θετική προδιάθεση υπέρ των δημοψηφισμάτων;
Στη χώρα μας δεν διαθέτουμε εμπειρία δημοψηφισμάτων, αυτό που πιο τεχνικά αποκαλείται «δημοψηφισματική κουλτούρα». Σχεδόν όλα τα δημοψηφίσματα που πραγματοποιήθηκαν στη διαδρομή του ελληνικού κράτους αφορούσαν κατ’ ουσίαν τη μορφή του πολιτεύματος ως βασιλευόμενης ή προεδρευόμενης δημοκρατίας. Ως προς το δημοψήφισμα του περσινού Ιουλίου, αυτό ορθά χαρακτηρίστηκε ως στερούμενο βασικών δημοκρατικών εγγυήσεων, με γνώμονα ιδίως το αμφίσημο ερώτημα και τον ελάχιστο χρόνο διαβούλευσης.
Ομως ακόμη και σε χώρες όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, όπου τηρήθηκαν με ευλάβεια οι δημοκρατικές εγγυήσεις διεξαγωγής και οργανώθηκε μια εντατική δημόσια συζήτηση επί περίπου δύο χρόνια, το δημοψήφισμα για το Brexit αποδείχθηκε ότι στην πραγματικότητα υπέκρυπτε άλλα διακυβεύματα από αυτά που τέθηκαν και οι παράγοντες που έκριναν την έκβασή του είχαν περιορισμένη συνάφεια με το κρίσιμο ερώτημα.
Δεν είναι τυχαίο ότι τον θεσμό του δημοψηφίσματος χρησιμοποίησαν συστηματικά και χειραγωγικά πρωτίστως αυταρχικά καθεστώτα και ηγέτες, με κορυφαίο παράδειγμα το ναζιστικό καθεστώς τη δεκαετία του 1930. Αλλά και στη χώρα-πρότυπο της άμεσης δημοκρατίας, την Ελβετία, ορισμένα δημοψηφίσματα έχουν οδηγήσει σε παραβιάσεις διεθνώς κατοχυρωμένων ανθρώπινων δικαιωμάτων. Τελευταίο παράδειγμα, το δημοψήφισμα που προκήρυξε την περασμένη εβδομάδα η ημιαυταρχική κυβέρνηση της Ουγγαρίας, το οποίο φαίνεται να συμβάλλει στην αποδόμηση της ενωμένης Ευρώπης. Οφείλουμε λοιπόν να αντισταθούμε στη σαγήνη του δημοψηφισματικού λαϊκισμού και να επανεξετάσουμε προσεκτικά τους όρους, τα όρια και τις επιπτώσεις της διεξαγωγής τους.