ΕΛΠΙΖΟΝΤΑΣ ΣΤΟ ΦΟΙΤΗΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ

Εφημερίδα “ΕΘΝΟΣ”, 14/12/2010

Ο εκδημοκρατισμός της ανώτατης εκπαίδευσης και η διασφάλιση της πανεπιστημιακής αυτοδιοίκησης οφείλονται, σε μεγάλο βαθμό, στην πίεση του φοιτητικού κινήματος προς τις πολιτικές εξουσίες κατά τις δεκαετίες του ’60 και του ’70. Από τον γαλλικό Μάη του ’68 και τις αντίστοιχες φοιτητικές εξεγέρσεις στα αμερικανικά και γερμανικά πανεπιστήμια, μέχρι την κατάληψη του Πολυτεχνείου το 1973, η παρέμβαση των φοιτητών υπήρξε καθοριστική στη διαμόρφωση μιας νέας αντίληψης για την ακαδημαϊκή ελευθερία και τη λειτουργία των πανεπιστημίων.
Η θεσμοθέτηση του άρθρου 16 στο Σύνταγμα του 1975, που αναφέρεται ρητά στον δημόσιο χαρακτήρα και την πλήρη αυτοδιοίκηση των πανεπιστημίων, αλλά και ο ρηξικέλευθος για την εποχή του νόμος-πλαίσιο του 1982, που προέβλεψε ευρύτατη συμμετοχή των φοιτητών στη διοίκησή τους, συνδέονται ακριβώς με τη δράση και την αίγλη του ελληνικού και του ευρωπαϊκού φοιτητικού κινήματος. Όμως φοιτητικό κίνημα με την έννοια που αναπτύχθηκε εκείνη την περίοδο δεν υφίσταται πλέον. Η ΕΦΕΕ δεν λειτουργεί κατ’ ουσίαν ως σώμα. Η συντριπτική πλειονότητα των φοιτητών συνειδητά δεν μετέχει στις συλλογικές διαδικασίες. Ο θεσμός του ασύλου από εγγύηση της ελεύθερης διακίνησης ιδεών έχει μετατραπεί, από τις λεγόμενες «δυναμικές» μειοψηφίες, σε προκάλυμμα απαγόρευσης του διαλόγου και ιδίως του αντίλογου, άρα σε βάναυση ματαίωση της ακαδημαϊκής ελευθερίας.
Πέρα από αυτά, οι φοιτητικές παρατάξεις «παραγοντίζουν» συστηματικά, διαπλεκόμενες με «πολιτευόμενους» διδάσκοντες σε ευτελή πελατειακά δίκτυα. Η ψήφος των φοιτητών στις πρυτανικές εκλογές και τις λοιπές ακαδημαϊκές αρχαιρεσίες αποτελεί ενίοτε αντικείμενο συναλλαγής. Παράλληλα, μια σειρά φοιτητικών «κεκτημένων», όπως τα αιωνίως μεταφερόμενα μαθήματα, που αποτελούν παγκόσμια ελληνική πρωτοτυπία, απαξιώνουν περαιτέρω την πανεπιστημιακή εκπαίδευση. Ήδη, στο πλαίσιο του κρίσιμου διαλόγου που διεξάγεται τις τελευταίες εβδομάδες για τη μεταρρύθμιση του νομοθετικού πλαισίου στην ανώτατη εκπαίδευση, υποστηρίζονται απόψεις υπέρ της συρρίκνωσης ή και της εξαφάνισης της φοιτητικής συμμετοχής στη διοίκηση των πανεπιστημίων, της κατάργησης του ασύλου, της αυστηροποίησης των προϋποθέσεων διατήρησης της φοιτητικής ιδιότητας.
Οι προτάσεις αυτές εδράζονται πρωτίστως στον εκφυλισμό του φοιτητικού κινήματος και στις παθογένειες του «πανεπιστημίου των ομάδων». Βρίσκουν μάλιστα πρόσφορο έδαφος ακόμη και σε αριστερούς κύκλους πανεπιστημιακών, που αντιλαμβάνονται ότι το δημόσιο πανεπιστήμιο ακολουθεί μια διαρκώς φθίνουσα πορεία, επιδεινούμενη μπροστά στην οικονομική κρίση. Το ελληνικό πανεπιστήμιο διανύει κρίσιμη φάση. Κοινωνικές και εκπαιδευτικές κατακτήσεις διακυβεύονται υπό το βάρος της οικονομικής δυσπραγίας, της φαυλότητας των ενδοπανεπιστημιακών λειτουργιών και της διαστρέβλωσης ή κατάχρησης δημοκρατικών ακαδημαϊκών θεσμών.
Οι πανεπιστημιακοί γνωρίζουν ότι δίχως τη συνεργασία με ένα μαχητικό αλλά αξιόπιστο φοιτητικό κίνημα ο λόγος τους στη δημόσια διαβούλευση αποδυναμώνεται. Όμως ο λόγος αυτός χάνει τη σοβαρότητά του όταν προασπίζεται τη διαιώνιση πελατειακών συναλλαγών ή τη ματαίωση κάθε αλλαγής. Το ερώτημα τελικά είναι εάν μπορεί σήμερα να αναβιώσει ένα φοιτητικό κίνημα ικανό να συμμετάσχει δημιουργικά, και όχι καταστροφικά, στον αναγκαίο μετασχηματισμό του πανεπιστημίου.