Εφημερίδα “Έθνος”, 14/6/2016
Από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ εξαγγέλθηκε η πρωτοβουλία μιας ευρείας αναθεώρησης του Συντάγματος. Οι προτάσεις θα ανακοινωθούν στις 24 Ιουλίου, την επέτειο αποκατάστασης της Δημοκρατίας. Το ερώτημα είναι εάν συντρέχουν οι πολιτικές προϋποθέσεις για να πετύχει το αναθεωρητικό εγχείρημα, που αφορούν ιδίως τη διαμόρφωση θεσμικής εμπιστοσύνης μεταξύ των κομματικών σχηματισμών, ώστε να επιτευχθούν οι αναγκαίες συγκλίσεις για τη στρατηγική και τις επιμέρους αλλαγές που θα προωθηθούν.
Θεσμική εμπιστοσύνη σημαίνει ιδίως πολιτική επικοινωνία, μέσα από την οποία θα αναδεικνύεται η σταθερή δέσμευση όλων των πολιτικών υποκειμένων να υπαχθούν σε συγκεκριμένες αρχές και κανόνες θεσμικής συμπεριφοράς. Η θεσμική εμπιστοσύνη προκύπτει όταν η πολιτική πράξη συνάδει με θεσμικά κατοχυρωμένους ρόλους και επιταγές, ως εν ευρεία εννοία πραγμάτωση των συνταγματικών θεσμών. Αυτή η θεσμική εμπιστοσύνη μεταξύ των παικτών του πολιτικού συστήματος έχει συρρικνωθεί τους τελευταίους μήνες στον ελάχιστο βαθμό. Σήμερα η πόλωση και η πολιτική ένταση έχουν οξυνθεί. Η απομείωση της θεσμικής εμπιστοσύνης επηρεάζει καθοριστικά την έκβαση της αναθεώρησης, αναδεικνύοντας ταυτόχρονα τα ελλείμματα της ελληνικής συνταγματικής και πολιτικής κουλτούρας. Η επίτευξη των αναγκαίων συναινέσεων ως προς τις επιλογές για τη μεταβολή των θεμελιωδών κανόνων διεξαγωγής του πολιτικού παιχνιδιού δεν φαίνεται εφικτή.
Παρότι όλα τα κόμματα έχουν καταθέσει τους τελευταίους μήνες προτάσεις για θεσμικές αλλαγές, περιλαμβάνοντας και τη συνταγματική αναθεώρηση, ακόμη και όταν οι προτάσεις αυτές συγκλίνουν, η πολιτική δυσπιστία και η δυσανεξία που εκδηλώνουν απέναντι στο ενδεχόμενο οποιασδήποτε μορφής συνεργασίας ή συμφωνίας αποτελεί κακό οιωνό για την εξέλιξη της αναθεώρησης. Η κοινοβουλευτική πλειοψηφία, που έχει εκ των πραγμάτων τον κύριο λόγο στην αναθεώρηση, οφείλει να χαμηλώσει πρώτη τους τόνους της κομματικής αντιπαράθεσης, ώστε να υπάρξουν οι πολιτικοί όροι διεξαγωγής της (πράγματι αναγκαίας) συνταγματικής αναθεώρησης. Σε αντίθετη περίπτωση, το αναθεωρητικό διάβημα κινδυνεύει να εκφυλιστεί σε ένα θέαμα μικροκομματικής σύγκρουσης με επικοινωνιακή στόχευση, σπαταλώντας μια σημαντική ευκαιρία εξορθολογισμού των συνταγματικών θεσμών.