ΤΑ ΝΕΑ, 05/01/2022
Εντός των τειχών της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν εκκολαφθεί τα τελευταία χρόνια ημιαυταρχικά καθεστώτα, τα οποία αναδύθηκαν μεν από εκλογικές διαδικασίες, όμως παραβιάζουν θεμελιώδη δικαιώματα και αρχές του κράτους δικαίου. Ως τέτοιες «ανελεύθερες δημοκρατίες» μνημονεύονται συνήθως η Πολωνία και η Ουγγαρία, των οποίων οι κυβερνήσεις πέτυχαν με αντισυνταγματικές μεθοδεύσεις να ελέγξουν τα ΜΜΕ και να πλήξουν τη δικαστική ανεξαρτησία, διώκοντας αμερόληπτους δικαστικούς λειτουργούς και αντικαθιστώντας τους με προσκείμενους στα καθεστώτα.
Η απροκάλυπτη παραβίαση του κράτους δίκαιου συνοδεύεται από φαινόμενα αδιαφάνειας και διαφθοράς των κρατικών λειτουργών, τα οποία ενδημούν και σε άλλες χώρες που ανήκουν στην ίδια οικογένεια πολιτικών καθεστώτων, όπως η Ρουμανία. Από το μπρα-ντε-φερ μεταξύ αφενός της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και αφετέρου της Ουγγαρίας και της Πολωνίας, η σύγκρουση έχει επεκταθεί στην αντιπαράθεση μεταξύ του Δικαστηρίου της ΕΕ και των Συνταγματικών Δικαστηρίων των κρατών αυτών.
Μετά την πρωτοφανή απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Πολωνίας τον περασμένο Οκτώβριο, που όχι μόνο έκρινε ότι υπερέχει το Σύνταγμα της Πολωνίας έναντι του ευρωπαϊκού ενωσιακού δικαίου, αλλά πρότεινε επίσης τη θεσμοθέτηση ενός μόνιμου μηχανισμού δικαστικού ελέγχου της συμβατότητας του ευρωπαϊκού δίκαιου με το πολωνικό Σύνταγμα, τη σκυτάλη πήρε την περασμένη εβδομάδα το Συνταγματικό Δικαστήριο της Ρουμανίας, που αποφάνθηκε ότι για να καταστεί συμβατή η αρχή της υπεροχής του ευρωπαϊκού δικαίου με το Σύνταγμα της χώρας προϋποτίθεται συνταγματική αναθεώρηση.
Πιο συγκεκριμένα, το Συνταγματικό Δικαστήριο της Ρουμανίας εξέδωσε ένα δελτίο τύπου ως απάντηση σε πρόσφατες αποφάσεις του ΔΕΕ, στις οποίες το τελευταίο έκρινε ότι με βάση το ευρωπαϊκό δίκαιο η νομολογία του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Ρουμανίας οδηγεί σε συστημικό κίνδυνο ατιμωρησίας για σοβαρά αδικήματα διαφθοράς που επηρεάζουν τις οικονομικές λειτουργίες της ΕΕ και υπέδειξε στα κατώτερα δικαστήρια της χώρας να αγνοήσουν τις αποφάσεις αυτές. Στο δελτίο τύπου το Συνταγματικό Δικαστήριο τονίζει ότι οι αποφάσεις του παραμένουν δεσμευτικές και αμφισβήτησε ευθέως την αρχή της υπεροχής του ευρωπαϊκού δικαίου και τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου.
Στην πραγματικότητα, οι περιπτώσεις της Πολωνίας και της Ρουμανίας δεν αποτελούν μία αναβίωση της συζήτησης για τη σχέση ευρωπαϊκού δικαίου και εθνικών Συνταγμάτων, αλλά για την άμεση επίδραση του φαινομένου της συνταγματικής και δημοκρατικής οπισθοδρόμησης στη διαδικασία της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Η αμηχανία της ΕΕ απέναντι σε αυτό το φαινόμενο οδηγεί στην επίταση του αυταρχισμού και στην αποθράσυνση των ανελεύθερων καθεστώτων, διακυβεύοντας σε τελική ανάλυση τη συνοχή του ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Έτσι οι διευρυνόμενες ασυμμετρίες της ευρωπαϊκής ενοποίησης υποσκάπτουν την ικανότητα της ΕΕ να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τις πολλαπλές κρίσεις – υγειονομική, κλιματική, ενεργειακή, μεταναστευτική και, πλέον, κρίση του δημοκρατικού κράτους δικαίου.