ΘΑΤΣΕΡΙΣΜΟΣ Ή “ΑΛΒΑΝΟΠΟΙΗΣΗ”;

Εφημερίδα “ΕΘΝΟΣ”, 10/8/2010

Οι περικοπές στις δημόσιες δαπάνες, η μείωση μισθών και συντάξεων, η συρρίκνωση του κοινωνικού κράτους, η απορρύθμιση των αγορών και οι ιδιωτικοποιήσεις δεν αποτελούν καινοφανείς επιλογές οικονομικής πολιτικής. Έχουν εφαρμοστεί κατ’ επανάληψη σε διαφορετικές χώρες και χρονικές περιόδους, χωρίς ιδιαίτερες παραλλαγές, αλλά με αμφιλεγόμενα αποτελέσματα. Πρόκειται για πολιτικές που κυριάρχησαν τη δεκαετία του 1980 με τον ριγκανισμό και τον θατσερισμό, υπό τη θεωρητική σκέπη της περίφημης σχολής του Σικάγου και του νεοφιλελεύθερου νομπελίστα Μίλτον Φρίντμαν, επιτυγχάνοντας σταδιακά να εξαπλώσουν την επιρροή τους και να καταστούν ηγεμονικό δόγμα.
Αυτές τις συνταγές εφαρμόζει παγίως το ΔΝΤ, αυτές έχουν αποτυπωθεί στο DNA του ευρωπαϊκού ενωσιακού εγχειρήματος, ιδίως μετά τη Συνθήκη του Μάαστριχτ και, αργότερα, με το Σύμφωνο Σταθερότητας, αυτές υιοθέτησαν οι σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις στην Ευρώπη μετά το 2000, με πρωταγωνιστή τον καγκελάριο Σρέντερ. Σε κάθε περίπτωση είναι εντελώς διαφορετική η αποτίμηση αυτών των πολιτικών όταν εφαρμόστηκαν στη Χιλή τη δεκαετία του 1970, αμέσως μετά το πραξικόπημα Πινοσέτ, στις ριγκανικές ΗΠΑ της δεκαετίας του 1980, στην κραταιά Γερμανία με την «Ατζέντα 2000» ή στη χρεοκοπημένη Ελλάδα του 2010, όπως, βέβαια, είναι διαφορετικά τόσο τα αίτια όσο και τα μακροοικονομικά αποτελέσματα της εφαρμογής τους σε κάθε χώρα. Ένα θεωρείται πάντως αναμφισβήτητο: ότι το τίμημα πληρώνουν πάντοτε τα μεσαία και χαμηλά εισοδηματικά στρώματα, οι ανισότητες διευρύνονται, ενώ τα κέρδη των μεγάλων επιχειρήσεων απογειώνονται. Όσο για την κατάρρευση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της ελληνικής αγοράς, και την εκτόξευση της ανεργίας, που το 2011 προβλέπεται ότι θα εγγίσει πρωτοφανή μεγέθη, η «θεραπεία» παραπέμπεται στις καλένδες, αφού τα όποια αναπτυξιακά μέτρα, ακόμη και αν αποδειχτούν αποτελεσματικά, απαιτείται βάθος χρόνου για να αποδώσουν.
Υπάρχει εναλλακτική λύση απέναντι στο νεοφιλελεύθερο σοκ; Το σφάλμα αρκετών αναλυτών εντοπίζεται στην υπεραπλούστευση και τη γενίκευση. Μονοσήμαντες, διαχρονικές και παντός καιρού απαντήσεις δεν υπάρχουν. Το 1985 ο Ανδρέας Παπανδρέου, με υπουργό Οικονομίας τον Κώστα Σημίτη, εφάρμοσε ένα σκληρό πρόγραμμα σταθεροποίησης, με απώτερο στόχο την ευρωπαϊκή προοπτική και τη συμμετοχή στο ενιαίο νόμισμα. Ποιος μπορεί πλέον να ισχυριστεί ότι εκείνη η κοινή στρατηγική του οραματιστή Παπανδρέου και του πραγματιστή Σημίτη ήταν επιζήμια για τη χώρα; Όμως οι συνθήκες τότε ήταν ουσιωδώς διαφορετικές.
Σήμερα κάποιοι προτείνουν παύση πληρωμών, επιστροφή στη δραχμή ή και έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση, φλερτάροντας με έναν ιδιότυπο απομονωτισμό, παραπλήσιο από οικονομική σκοπιά προς το καθεστώς του Εμβέρ Χότζα. Ωστόσο, μεταξύ νεοφιλελευθερισμού και «αλβανοποίησης» υπάρχουν και άλλες επιλογές. Το πρώτο βήμα προς εναλλακτικές πολιτικές είναι να πειστεί η ελληνική κοινωνία ότι δεν υπάρχουν μονόδρομοι, βγαίνοντας σταδιακά από το ληθαργικό σοκ που προκάλεσε η απότομη αλλαγή παραδείγματος. Οι διαρθρωτικές και αναπτυξιακές παρεμβάσεις είναι αναπόφευκτες, όμως απαιτείται ένα δικαιότερο «μείγμα» στην κατανομή των βαρών και σεβασμός των κοινωνικών δικαιωμάτων. Ούτε «αλβανοποίηση», λοιπόν, αλλά ούτε θατσερισμός.