Lifo, 24/05/20
Η πανδημία προκαλεί την επιθετική, απροκάλυπτη και διευρυνόμενη λειτουργία ενός προϋπάρχοντος «ηλεκτρονικού πανοπτικού», θέτοντας νέες διακινδυνεύσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Η πανδημία νομιμοποιεί τη συγκρότηση ενός νέου πεδίου βιοπολιτικών εφαρμογών και επιχειρηματικής δραστηριότητας με αντικείμενο την επιτήρηση όσων έχουν νοσήσει (βλ. Ξ. Κοντιάδης, Πανδημία, βιοπολιτική και δικαιώματα, εκδ. Καστανιώτη, υπό έκδοση Μάιος 2020).
Η Google, η Apple και η Vodafone κατασκεύασαν εφαρμογές για τα smartphones που εντοπίζουν τις επαφές όσων είναι θετικοί στον Covid-19. Στη Νότια Κορέα η παρακολούθηση του πληθυσμού συνδύασε τα δεδομένα θέσης των smartphones, πληροφορίες από οκτώ εκατομμύρια CCTV κάμερες και δεδομένα τραπεζικών συναλλαγών με πιστωτικές και χρεωστικές κάρτες για να ελέγξει την κίνηση των κατοίκων της χώρας. Στην Κύπρο το υπουργείο Υγείας επεξεργάζεται την τοποθέτηση ηλεκτρονικού βραχιολιού στους ασθενείς.
Σε αρκετά κράτη, ιδίως με αυταρχικά ή ημιαυταρχικά καθεστώτα, όπως η Κίνα, η Ρωσία και το Ισραήλ, εφαρμόζονται τεχνολογίες παρακολούθησης και γεωεντοπισμού των ασθενών και όσων ήρθαν σε επαφή μαζί τους. Στην Κίνα οι πολίτες συγκεκριμένων περιοχών υποχρεώθηκαν να κατεβάσουν στα smartphones τους ειδική εφαρμογή που τους υποδεικνύει αν και πότε επιτρέπεται να μετακινούνται, χωρίς να έχουν δημοσιοποιηθεί ούτε τα κριτήρια ούτε ο τρόπος επεξεργασίας και η διάρκεια διατήρησης των δεδομένων.
Στην Ταϊβάν η παρακολούθηση των μετακινήσεων των πολιτών πραγματοποιείται επίσης μέσω των κινητών τους τηλεφώνων. Τα στοιχεία που συλλέγονται σε όλο και περισσότερες χώρες δεν περιορίζονται σε ιατρικά δεδομένα, αλλά με αφορμή την υγειονομική κρίση διευρύνεται και νομιμοποιείται η παρακολούθηση προσωπικών προτιμήσεων, οικονομικών στοιχείων και ατομικών συμπεριφορών, παγιώνοντας τις παραβιάσεις της ιδιωτικότητας.
Η μετάβαση από την επιτήρηση με τους όρους της παραδοσιακής ηλεκτρονικής παρακολούθησης, που αποσκοπεί, τύποις τουλάχιστον, στην καταπολέμηση της εγκληματικότητας, σε μια νέα εποχή όπου η βιομετρική παρακολούθηση θα επιτρέπει τελικά την ανίχνευση των ψυχολογικών αντιδράσεων και του «ενδιάθετου φρονήματος» όλων των πολιτών εν ονόματι της δημόσιας υγείας, θα συνιστούσε μια κοσμοϊστορική μεταβολή.
Σε ένα κόσμο όπου η βιομετρική παρακολούθηση θα αξιοποιούνταν σε συνάρτηση με συγκεκριμένα γεγονότα, αποκαλύπτοντας τις ψυχολογικές αντιδράσεις των παρακολουθούμενων, η κυβερνοπειρατεία σε δεδομένα της Cambridge Analytics θα έμοιαζε με μια ξεπερασμένη, απλοϊκή τεχνική. Από τη στιγμή που η παρακολούθηση και το διαδίκτυο διεισδύουν σε όλα τα πεδία της ανθρώπινης δραστηριότητας, ο έλεγχος της πρόσβασης στα δεδομένα μετατρέπεται, με τα λόγια του κοινωνιολόγου Manuel Castells, σε μια μάχη για την ελευθερία.
Κατ’ επίκληση του κινδύνου εξάπλωσης μιας νέας πανδημίας η παραβίαση της ιδιωτικότητας με τις τεχνικές της βιομετρικής παρακολούθησης ενδέχεται να γίνει αποδεκτή στις κοινωνίες της ύστερης νεωτερικότητας, όταν ο αρχαϊκός φόβος έχει επιστρέψει και καλλιεργείται συστηματικά νομιμοποιώντας την «κρατική τρομοκρατία» μέσω της κατασκευασμένης πραγματικότητας. Τα Κοινοβούλια, οι Ανεξάρτητες Αρχές και η δικαστική εξουσία καλούνται να κάνουν εξαιρετικά κρίσιμες σταθμίσεις για να αξιολογήσουν τη συμβατότητα των παρεμβάσεων αυτών με τα Συντάγματα και την ευρωπαϊκή νομοθεσία, ιδίως τον Γενικό Κανονισμό Προστασίας Δεδομένων (βλ. αναλύσεις στο www.syntagmawatch.gr).
Όπως μετά την 11η Σεπτεμβρίου 2001 η επιβολή σοβαρών περιορισμών στις ατομικές ελευθερίες, ιδίως στην ιδιωτικότητα και στα δικαιώματα των κατηγορουμένων, θεμελιώθηκε στην προτεραιοποίηση της δημόσιας ασφάλειας, έτσι και η 11η Μαρτίου 2020, ημέρα κήρυξης της πανδημίας, μπορεί να αποτελεί το ορόσημο για την επιβολή ενός νέου βιοπολιτικού παραδείγματος, του οποίου η ασφυκτική επιτήρηση των ατομικών φρονημάτων και των κοινωνικών συμπεριφορών θα έκανε τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που ακολούθησαν τις τρομοκρατικές ενέργειες της 11ης Σεπτεμβρίου να θεωρούνται ελάσσονος σημασίας.