ΤΑ ΝΕΑ, 08/01/2022
Η αρχιτεκτονική επηρεάζεται από την εναλλαγή των πολιτευμάτων. Ο σχεδιασμός των κυβερνητικών κτιρίων και των Κοινοβουλίων, οι διαφοροποιήσεις των κτιρίων στις δημοκρατίες και στα αυταρχικά καθεστώτα, η αποτύπωση των θεμελιωδών αξιών κάθε πολιτείας και των διαφορετικών αντιλήψεων για τη σχέση κυβερνώντων-κυβερνωμένων στην πολεοδόμηση, αναδεικνύουν την πολιτειακή και πολιτική διάσταση της αρχιτεκτονικής. Αυτή ακριβώς η συνάρθρωση των πολιτευμάτων και της αρχιτεκτονικής αναλύεται στο πρόσφατο βιβλίο του καθηγητή Δημοσίου Δικαίου Σπύρου Βλαχόπουλου.
Το πρόθεμα του βιβλίου, μια φράση του Winston Churchill, συμπυκνώνει την κεντρική του ιδέα: «Διαμορφώνουμε τα κτίριά μας και στη συνέχεια αυτά διαμορφώνουν εμάς». Αν πολιτική είναι η διαχείριση συμβόλων, οι πολιτειακοί συμβολισμοί της αρχιτεκτονικής συνιστούν ένα ισχυρό εργαλείο στα χέρια της Πολιτείας. Οι γυάλινοι τοίχοι ενός δικαστηρίου, με χαρακτηριστικό παράδειγμα το γερμανικό Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο στην Καρλσρούη, συμβολίζουν τη διαφάνεια της δικαστικής κρίσης και την προσβασιμότητα στους δικαιοκρατικούς θεσμούς, ένας υψηλός συμβολισμός σε μια χώρα που έχει υποστεί την αδιαφάνεια και τη βία του ναζιστικού καθεστώτος.
Αντίστοιχο παράδειγμα προσέφερε το κτίριο της Πρεσβείας των ΗΠΑ στην Αθήνα πριν από την περίφραξή του. Σχεδιασμένο το 1961 από τον διευθυντή της περίφημης Σχολής του Bauhaus, Walter Gropius, το κτίριο προοριζόταν, με τα λόγια του ίδιου, να είναι «ανοικτό, χωρίς τοίχους, διαζώματα, προσόψεις που να εμποδίζουν τη θέα του εσωτερικού. Tο κτίριο θα είναι ανοικτό σε όλους και άρα δημοκρατικό». Ωστόσο, όπως διερωτάται ο συγγραφέας, ποιος είναι ο συμβολισμός που εκπέμπει η κατασκευή της αμερικάνικης Πρεσβείας σε ένα ολόκληρο οικοδομικό τετράγωνο, σε μία από τις κεντρικότερες λεωφόρους της πρωτεύουσας, την εποχή του Ψυχρού Πολέμου, αντί να ακολουθήσει την επιλογή ενός πολυτελούς προαστίου;
Κάθε κράτος επιδιώκει με την αρχιτεκτονική και τον πολεοδομικό σχεδιασμό να κατασκευάσει μια εικόνα, αυτοπροσδιορίζοντας με υλικούς και αισθητικούς όρους τα ηθικοπολιτικά του θεμέλιά. Η αλληλεπίδραση αρχιτεκτονικής και πολιτευμάτων είναι ευκρινέστατη στο δίπολο δημοκρατία-δικτατορία: Η μετριοπάθεια και ο αυτοπεριορισμός της δημοκρατίας εκφράζονται με δημόσια κτίρια που δεν αποσκοπούν να επιβληθούν στον χώρο. Αντιθέτως τα ολοκληρωτικά καθεστώτα κατασκευάζουν ογκώδη και μεγαλοπρεπή οικοδομήματα, που συμβολίζουν την υπερέχουσα κρατική εξουσία. Στα μοναρχικά πολιτεύματα ή σε αυταρχικά καθεστώτα το παλάτι και, αντίστοιχα, η έδρα του ηγέτη είναι κτίρια ογκώδη και επιβλητικά, όπως το παλάτι του Όθωνα, σήμερα κτίριο της Βουλής, το μεγαλοπρεπές «Μέγαρο του Λαού» που κατασκεύασε ο Τσαουσέσκου στη Ρουμανία και το προεδρικό μέγαρο στην Άγκυρα, αποκαλούμενο «λευκό Σεράι», που έχτισε ο Ερντογάν.
Δεν είναι τυχαίο που η πρωτοποριακή και αντισυμβατική καλλιτεχνική Σχολή του Bauhaus γεννιέται και πεθαίνει στη Γερμανία ταυτόχρονα με τη Δημοκρατία της Βαϊμάρης (1919-1933). Ο άνεμος ελευθερίας που συνοδεύει την ψήφιση του δημοκρατικού Συντάγματος της Βαϊμάρης, με τον ρηξικέλευθο κατάλογο ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων, αποτελεί το πολιτειακό πλαίσιο που επιτρέπει την ελευθερία στη δημιουργία, τη χρήση νέων υλικών, την απλότητα και τη λειτουργικότητα από τα οποία εμφορείται η Σχολή του Bauhaus. Η διάλυση της Σχολής επέρχεται με την άνοδο των εθνικοσοσιαλιστών, που χαρακτηρίζουν τις δημιουργίες της ως «αντεθνικές» και «εκφυλισμένες».
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το κεφάλαιο όπου αναλύονται οι αίθουσες των Κοινοβουλίων ως σύμβολα πολιτευμάτων. Ημικυκλικά Κοινοβούλια, όπου η θέση των κοινοβουλευτικών ομάδων των κομμάτων καθορίζεται από την ιδεολογική τους τοποθέτηση στον άξονα δεξιά-αριστερά, κυκλικά Κοινοβούλια όπου συμβολίζεται η συνεργασία και η ισότητα, Κοινοβούλια δύο αντιμέτωπων πτερύγων, όπως το βρετανικό, Κοινοβούλια-σχολικές τάξεις ιδίως σε χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ, όπου οι βουλευτές περιορίζονταν στον ρόλο των χειροκροτητών της κομματικής ηγεσίας. Η διάταξη του χώρου σε κάθε Κοινοβούλιο εκφράζει έναν διαφορετικό πολιτειακό συμβολισμό.
Το βιβλίο του Σπ. Βλαχόπουλου, με πληθώρα ιστορικών παραδειγμάτων, αισθητικών σχολίων και ευφυών συσχετισμών μεταξύ των πολιτευμάτων και των αρχιτεκτονικών συμβολισμών, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η πραγματικότητα δεν ακολουθεί πάντοτε αυτό που επιχειρεί να αποτυπώσει το σύμβολο. Ωστόσο, όπως υποστηρίζει ο συγγραφέας, η κρυφή γοητεία των αρχιτεκτονικών συμβολισμών εντοπίζεται στη λειτουργία τους ως ενός βιωματικού εργαλείου πολιτικής παιδείας.