ΠΕΝΤΕ ΚΡΙΣΙΜΟΙ ΝΟΜΟΙ ΕΧΟΥΝ ΣΗΜΑΣΙΑ

Εφημερίδα, “ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ”, 6/2/2013

Η προβολή της αντίληψης, ότι μέσω της συνταγματικής μεταρρύθμισης ως διά μαγείας θα λυθούν χρόνιες παθογένειες στη λειτουργία του κράτους, υποκρύπτει ένα εγχείρημα αποπροσανατολισμού και μετάθεσης των προβλημάτων σε ένα υψηλό επίπεδο αφαίρεσης. Το ισχύον Σύνταγμα δεν συνιστά ούτε την αιτία του κακού ούτε λυδία λίθο για την αντιμετώπισή του. Η εκμετάλλευση της τεράστιας συμβολικής δύναμης που διαθέτει ένα αναθεωρητικό εγχείρημα, ιδίως σε μια περίοδο που η ελληνική κοινωνία βρίσκεται στα πρόθυρα της απόγνωσης, υποκρύπτει σοβαρούς κινδύνους.
Οι κίνδυνοι αυτοί συναρτώνται ακριβώς με την καλλιέργεια της ελπίδας ότι μια ριζική μεταρρύθμιση του συνταγματικού κειμένου θα συμβάλει ουσιωδώς στην υπέρβαση της κρίσης. Ομως μείζονες αλλαγές στη συνταγματική οργάνωση του κράτους, όπως για παράδειγμα η στροφή προς έναν τύπο προεδρικού πολιτεύματος ή η ενδυνάμωση των αμεσοδημοκρατικών θεσμών, ενδέχεται είτε να προκαλέσουν νέες, απρόβλεπτες δυσλειτουργίες στο πολιτικό σύστημα είτε να παραμείνουν στην πράξη ανενεργές. Ενας λαϊκιστικός μαξιμαλισμός, που θα χρησιμοποιήσει τη συνταγματική μεταρρύθμιση ως προπομπό μιας ψευδοριζοσπαστικής δυναμικής, εύκολα μπορεί να καταλήξει σε ατυχείς θεσμικούς πειραματισμούς, εμφανίζοντας τις δυνάμεις της αδράνειας ως δήθεν θεράπαινες της ανανέωσης.
Οι σημαντικότερες αλλαγές που έχει σήμερα ανάγκη η χώρα δεν προϋποθέτουν συνταγματική αλλαγή, αλλά ισχυρή πολιτική και νομοθετική βούληση. Ποιος εμποδίζει τις πολιτικές δυνάμεις, που προτάσσουν επίμονα το αίτημα να ξεκινήσει η αργόσυρτη αναθεωρητική διαδικασία, από το να αποφασίσουν αύριο κιόλας να αλλάξουν το εκλογικό σύστημα, να επιβάλουν με νόμο διαφάνεια και έλεγχο στη χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων, να υιοθετήσουν κανόνες διασφάλισης της εσωκομματικής δημοκρατίας, να θεσπίσουν το ασυμβίβαστο μεταξύ υπουργικού και βουλευτικού αξιώματος, να θέσουν τέλος στην κατάρρευση του εργατικού δικαίου και των μηχανισμών κοινωνικής προστασίας; Γιατί δεν το πράττουν, αλλά επιλέγουν τις θεατρικές, πανηγυρικές εξαγγελίες, χρησιμοποιώντας το Σύνταγμα με τρόπο επιπόλαιο, ψηφοθηρικό και μικροκομματικό;
Εκείνοι που δεν μπορούν, εδώ και χρόνια, να μειώσουν τις τεράστιες διοικητικές επιβαρύνσεις της οικονομίας από την περιττή γραφειοκρατία, εκείνοι που διέλυσαν το θεσμικό οπλοστάσιο των συλλογικών διαπραγματεύσεων, εκείνοι που έχτισαν ένα παρασιτικό πελατειακό κράτος, εκείνοι που παραβιάζουν συστηματικά το Σύνταγμα νομοθετώντας με πράξεις νομοθετικού περιεχομένου ή με νόμους που καταλαμβάνουν 200 σελίδες σε ένα άρθρο, όλοι αυτοί είναι ακατάλληλοι να μεταρρυθμίσουν το Σύνταγμα. Και αν το αναθεωρήσουν, στην πράξη ελάχιστα θα μεταβληθούν.
Ας συμφωνήσουμε λοιπόν σε τρία βασικά βήματα: πρώτα, ας αφομοιώσει η πολιτική τάξη ότι το Σύνταγμα δεν υπάρχει για να το θυμόμαστε όταν θέλουμε να πετάξουμε την μπάλα στην εξέδρα, αλλά για να το τηρούμε ως μηχανισμό οριοθέτησης της εξουσίας. Στη συνέχεια, ας προχωρήσουν άμεσα οι σημαντικές αλλαγές στο κράτος, το πολιτικό σύστημα, την οικονομία, τις εργασιακές σχέσεις, για τις οποίες αρκεί η ψήφιση απλών νόμων. Και μόνο αφού γίνουν τα προηγούμενα να ξεκινήσει ο διάλογος για την αναθεώρηση του Συντάγματος, με την ενεργό συμμετοχή της κοινωνίας, όπως έγινε στην Ισλανδία μετά την οικονομική κατάρρευση του 2009.
Οι πολίτες έχουν χάσει το ενδιαφέρον τους για την πολιτική διότι δεν πείθονται από ψευδεπίγραφες υποσχέσεις, τη στιγμή που οι ζωές τους καταρρέουν. Ποιος νοιάζεται εάν θα ενισχυθούν οι αρμοδιότητες του προέδρου της Δημοκρατίας, όταν αυτός δεν ασκεί ούτε εκείνες που ήδη διαθέτει; Γιατί δεν ανέπεμψε ποτέ ο πρόεδρος ένα νόμο στη Βουλή ως αντισυνταγματικό με βάση το άρθρο 42 του Συντάγματος; Γιατί δεν αρνήθηκε ποτέ να υπογράψει κάποια πράξη νομοθετικού περιεχομένου; Τι αξία έχει να θεσπιστούν νέοι θεσμοί λαϊκής συμμετοχής, όταν επί 38 χρόνια δεν προκηρύχθηκε ούτε ένα από τα προβλεπόμενα στο Σύνταγμα δημοψηφίσματα; Τι αξία έχουν τα συνταγματικά κατοχυρωμένα κοινωνικά δικαιώματα όταν δεν θεσπίζεται η εφαρμοστική τους νομοθεσία;
Η πολιτική αξιοπιστία δεν αποκαθίσταται με συνταγματικές ακροβασίες. Στο συνταγματικό κείμενο είναι αναγκαίο να αλλάξουν επιμέρους ρυθμίσεις, όπως οι υπερπροστατευτικές διατάξεις για την ευθύνη υπουργών, οι προϋποθέσεις σύστασης εξεταστικών επιτροπών ή η διαδικασία επιλογής της ηγεσίας των ανωτάτων δικαστηρίων. Ομως, τελικά, αυτές οι αλλαγές θα εισφέρουν πολύ λιγότερα από ό,τι πέντε κρίσιμοι νόμοι, που μπορούν να ψηφιστούν πριν καν φτάσει ο Μάιος, όταν δηλαδή κατά το Σύνταγμα θα είναι επιτρεπτή η έναρξη της αναθεωρητικής διαδικασίας.