Εφημερίδα “ΕΘΝΟΣ”, 18/5/2010
Για όλες τις γενιές Ελλήνων μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και τον Εμφύλιο, ιδίως όμως για όσους μεγαλώσαμε με τις παραστάσεις της Ελλάδας της Μεταπολίτευσης, όσα συμβαίνουν τις τελευταίες εβδομάδες συνιστούν την κατάρρευση ενός πλέγματος αδιαπραγμάτευτων βεβαιοτήτων. Με την ουσιαστική οικονομική και ηθική χρεοκοπία της χώρας δεν τελειώνει μόνο ο μύθος της ισχυρής Ελλάδας, της διαρκούς ανάπτυξης και αναβάθμισης του βιοτικού επιπέδου, της καταναλωτικής ευμάρειας που ξεκίνησε τη δεκαετία του ‘80 και κορυφώθηκε από τα τέλη της δεκαετίας του ‘90, αλλά ιδίως ο μύθος περί αποτελεσματικών δημοκρατικών θεσμών και περί αταλάντευτης κοινωνικής ειρήνης.
Ξαφνικά η ελληνική κοινωνία ξύπνησε σε έναν νέο κόσμο. Έναν κόσμο ανασφάλειας και εντεινόμενων κοινωνικών συγκρούσεων, απαξίωσης του πολιτικού συστήματος, κατάρρευσης θεμελιωδών εγγυήσεων στην εργασία και την κοινωνική προστασία, αρνητικής οικονομικής ανάπτυξης και, κυρίως, διάλυσης ενός ήδη σαθρού συστήματος αξιών και αντιλήψεων για τον τρόπο ζωής, του λεγόμενου «life style».
Δεν μπορεί κανείς πλέον να προβλέψει την εξέλιξη των πραγμάτων. Ηδη όμως γίνονται ορατές οι πρώτες επώδυνες επιπτώσεις της οικονομικής, αλλά κατ’ ουσίαν και πολιτικής κηδεμονίας, την οποία υφίσταται η ελληνική πολιτεία. Το πλέον προφανές είναι τα λουκέτα και οι απολύσεις, η αγωνία στα μάτια των εργαζόμενων, η μειωμένη κίνηση στους εμπορικούς δρόμους. Ταυτόχρονα καθίσταται αισθητή η οργή όσων ανήκουν στα χαμηλά και μεσαία κοινωνικά στρώματα, αποκαλύπτοντας τα σημάδια μιας δύσκολης προσαρμογής σε μορφές στέρησης που παρέμειναν ξεχασμένες εδώ και τουλάχιστον τριάντα χρόνια.
Κατ’ αρχάς, μεσοπρόθεσμα φαίνεται αναπόφευκτο να διογκωθούν η εγκληματικότητα και η τυφλή βία, με θύματα όλους αδιακρίτως, ακόμη και για ευτελούς αξίας λεία. Παράλληλα προδιαγράφεται μια νέα μορφή μετανάστευσης προς τις ισχυρές χώρες της Δύσης, όχι μόνο εκείνων των οποίων οι επιδόσεις υπόσχονται υψηλού επιπέδου επιστημονική ή επιχειρηματική εξέλιξη, αλλά νέων Ελλήνων που θα διεκδικούν απλώς μια θέση εργασίας επαρκή για να διασφαλίσουν αξιοπρεπείς όρους διαβίωσης. Μαζί με τα προηγούμενα, τείνει να διαφοροποιηθεί πλήρως ο σεβασμός και το κανονιστικό περιεχόμενο των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων, ενός συνταγματικού και πολιτικού πολιτισμού που αλλοιώνεται και δέχεται τις ισχυρότερες πιέσεις μετά την πτώση της χούντας.
Ζούμε το τέλος μιας εποχής. Για όσους βρίσκονται σε ηλικία που δεν επιτρέπει να ξεκινήσουν μια επαγγελματική σταδιοδρομία από την αρχή, εντός ή εκτός συνόρων, αλλά είναι ταυτόχρονα αρκετά νέοι για να αποσυρθούν, δεν αρκεί η αναζήτηση του τι έφταιξε για τη λεγόμενη ελληνική τραγωδία, αλλά απαιτείται να γίνει αντιληπτό ότι τα «παλιά κόλπα» δεν περνάνε πλέον, ότι η εποχή του εύκολου πλουτισμού και του χρεωμένου καταναλωτισμού ανήκει στο παρελθόν. Ζητούμενο, και μάλιστα επιτακτικό, αποτελεί η εκ νέου θεμελίωση του πολιτικού, διοικητικού και αναπτυξιακού μοντέλου της χώρας, ιδίως όμως του αξιακού συστήματος.
Ξαφνικά η ελληνική κοινωνία ξύπνησε σε έναν νέο κόσμο. Έναν κόσμο ανασφάλειας και εντεινόμενων κοινωνικών συγκρούσεων, απαξίωσης του πολιτικού συστήματος, κατάρρευσης θεμελιωδών εγγυήσεων στην εργασία και την κοινωνική προστασία, αρνητικής οικονομικής ανάπτυξης και, κυρίως, διάλυσης ενός ήδη σαθρού συστήματος αξιών και αντιλήψεων για τον τρόπο ζωής, του λεγόμενου «life style».
Δεν μπορεί κανείς πλέον να προβλέψει την εξέλιξη των πραγμάτων. Ηδη όμως γίνονται ορατές οι πρώτες επώδυνες επιπτώσεις της οικονομικής, αλλά κατ’ ουσίαν και πολιτικής κηδεμονίας, την οποία υφίσταται η ελληνική πολιτεία. Το πλέον προφανές είναι τα λουκέτα και οι απολύσεις, η αγωνία στα μάτια των εργαζόμενων, η μειωμένη κίνηση στους εμπορικούς δρόμους. Ταυτόχρονα καθίσταται αισθητή η οργή όσων ανήκουν στα χαμηλά και μεσαία κοινωνικά στρώματα, αποκαλύπτοντας τα σημάδια μιας δύσκολης προσαρμογής σε μορφές στέρησης που παρέμειναν ξεχασμένες εδώ και τουλάχιστον τριάντα χρόνια.
Κατ’ αρχάς, μεσοπρόθεσμα φαίνεται αναπόφευκτο να διογκωθούν η εγκληματικότητα και η τυφλή βία, με θύματα όλους αδιακρίτως, ακόμη και για ευτελούς αξίας λεία. Παράλληλα προδιαγράφεται μια νέα μορφή μετανάστευσης προς τις ισχυρές χώρες της Δύσης, όχι μόνο εκείνων των οποίων οι επιδόσεις υπόσχονται υψηλού επιπέδου επιστημονική ή επιχειρηματική εξέλιξη, αλλά νέων Ελλήνων που θα διεκδικούν απλώς μια θέση εργασίας επαρκή για να διασφαλίσουν αξιοπρεπείς όρους διαβίωσης. Μαζί με τα προηγούμενα, τείνει να διαφοροποιηθεί πλήρως ο σεβασμός και το κανονιστικό περιεχόμενο των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων, ενός συνταγματικού και πολιτικού πολιτισμού που αλλοιώνεται και δέχεται τις ισχυρότερες πιέσεις μετά την πτώση της χούντας.
Ζούμε το τέλος μιας εποχής. Για όσους βρίσκονται σε ηλικία που δεν επιτρέπει να ξεκινήσουν μια επαγγελματική σταδιοδρομία από την αρχή, εντός ή εκτός συνόρων, αλλά είναι ταυτόχρονα αρκετά νέοι για να αποσυρθούν, δεν αρκεί η αναζήτηση του τι έφταιξε για τη λεγόμενη ελληνική τραγωδία, αλλά απαιτείται να γίνει αντιληπτό ότι τα «παλιά κόλπα» δεν περνάνε πλέον, ότι η εποχή του εύκολου πλουτισμού και του χρεωμένου καταναλωτισμού ανήκει στο παρελθόν. Ζητούμενο, και μάλιστα επιτακτικό, αποτελεί η εκ νέου θεμελίωση του πολιτικού, διοικητικού και αναπτυξιακού μοντέλου της χώρας, ιδίως όμως του αξιακού συστήματος.